Η ένταξη της Φιλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί το πιο εντυπωσιακό πειστήριο ότι ο Κόσμος έχει αλλάξει. Δύο πατρίδες της ιστορικής Σοσιαλδημοκρατίας, η πρώτη μισοαιχμάλωτη της λογικής των σφαιρών ισχύος του μεταπολεμικού κόσμου (φιλανδοποίηση), η δεύτερη σύμβολο της ουδετερότητας μεταξύ των δύο μεταπολεμικών συνασπισμών, αλλάζουν σελίδα και εποχή. Το κάνουν με το δικαίωμα που έχει ένα σύγχρονο Κράτος να επιλέγει τον τρόπο που διαφυλάσσει την εθνική του κυριαρχία και ακεραιότητα απέναντι σε ό,τι και όποιον αισθάνεται ως απειλή. Είναι το ίδιο που αισθάνθηκαν και έκαναν τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη του πρώην σοβιετικού μπλοκ μετά το 1989-92. Σε πείσμα των επιχειρημάτων των «ρεαλιστών» που ανάγουν σε δικαίωμα των μεγάλων Δυνάμεων να επιβάλουν σφαίρες επιρροής ερήμην της θέλησης των εθνικών κοινωνιών.
Το διάβημα των δύο χωρών γίνεται ενόψει ενός νέου ψυχρού πολέμου που δρομολογήθηκε με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη συσπείρωση των Δημοκρατιών που αυτή επέφερε - προς δόξαν των τραγικά εσφαλμένων υπολογισμών του καθεστώτος Πούτιν. Είναι ακόμα νωρίς να δούμε τις διαστάσεις και τις μορφές αυτού του νέου ψυχρού πολέμου. Ξέρουμε ότι επίκεντρό του είναι η αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας, αλλά δεν ξέρουμε αν και πώς θα αρθρωθεί με τον γενικότερο ανταγωνισμό Αμερικής – Κίνας. Άλλωστε η Κίνα κρατά σχεδόν κλειστά τα χαρτιά της σε σχέση με τον πόλεμο της Ουκρανίας, και η Δύση δεν έχει κανένα συμφέρον να παγιωθεί μια συμμαχία Ρωσίας-Κίνας. Πέρα όμως από την γεωπολιτική, ο νέος ψυχρός πόλεμος έχει μια έντονη ιδεολογική διάσταση. Η εισβολή στην Ουκρανία συνέβη σε μια περίοδο υποχώρησης των Δημοκρατιών στον Κόσμο και διάδοση των νέων αυταρχικών καθεστώτων στα χέρια «ισχυρών» υποτίθεται ηγετών. Δεν ήταν μια απλή ποσοτική αλλαγή. Τα αυταρχικά καθεστώτα απεύθυναν μια ευθεία πρόκληση στη φιλελεύθερη δυτική δημοκρατία, διεκδικούσαν ότι είναι περισσότερο αποτελεσματικά, ηθικά και λαϊκά. «Η φιλελεύθερη ιδέα είναι ξεπερασμένη» δήλωνε ο Πούτιν το 2019, ενώ ο πατριάρχης Κύριλλος κατακεραύνωνε τον δυτικό ηθικό ξεπεσμό με παράδειγμα την κουλτούρα των ΛΟΑΤΚΙ. Όμως, η υποχώρηση της Δημοκρατίας σημειωνόταν και στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών με την ανάδυση των ποικιλόχρωμων λαϊκισμών που υπέσκαπταν βασικούς κανόνες και θεσμούς του κράτους δικαίου. Αυτός ο φαύλος κύκλος όπου εξωγενείς και ενδογενείς παράγοντες συνέτειναν ταυτόχρονα και παράλληλα στην υποχώρηση του πολιτισμού της Δημοκρατίας στις δυτικές κοινωνίες ήταν το ανησυχητικό χαρακτηριστικό της δεκαπενταετίας που πέρασε. Υπάρχουν άλλωστε αναμφισβήτητες αποδείξεις της συστηματικής οικονομικής, επικοινωνιακής και πολιτικής ενίσχυσης των δυνάμεων του δυτικού εθνολαϊκισμού από το καθεστώς Πούτιν.
Υπάρχει κάτι καινούργιο σε αυτό που να διαφοροποιεί τον παλαιό ψυχρό πόλεμο σοβιετικού κομμουνισμού-δημοκρατικού καπιταλισμού, από τον σημερινό; Ναι, υπάρχει: η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του αντιπάλου. Ο ιστορικός κομμουνισμός του 20ου αιώνα ώθησε τις δυτικές δημοκρατίες να βελτιωθούν γιατί τις προκάλεσε να ανταγωνιστούν στο πεδίο της ανάπτυξης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας. Χωρίς αυτόν τον ανταγωνισμό δεν θα είχε αναπτυχθεί τόσο το κοινωνικό κράτος και η κρατική μέριμνα για την πλήρη απασχόληση και τα αδύναμα στρώματα. Ακόμα πιο σημαντική ήταν η ώθηση που έδωσε στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου. Αυτές είναι διαπιστώσεις που προσυπογράφουν όλες οι σοβαρές ιστορικές αποτιμήσεις καθώς αντιλαμβάνονται ότι ο ιστορικός κομμουνισμός ήταν πιο σύνθετο φαινόμενο από ένα απλό «ολοκληρωτισμό» όπως θέλει μια τρέχουσα επιφανειακή φιλελεύθερη αντίληψη. Πιο σύνθετο φαινόμενο γιατί γεννήθηκε ως υπόσχεση αυθεντικότερης πραγμάτωσης των νεωτερικών αξιών της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης. Και δεν είναι τυχαίο ότι όταν η υπόσχεση ήρθε σε πλήρη διάσταση με την πραγματικότητα των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», τότε αυτονομήθηκε ο ευρωπαϊκός μαρξισμός σε αντιπαράθεση με τον σοβιετικό.
Σήμερα, η επίδραση των νέων αυταρχικών καθεστώτων στις δυτικές κοινωνίες είναι ακριβώς η αντίθετη, ιδίως αυτή που προέρχεται από τον παρωχημένο εθνικιστικό αυταρχισμό του καθεστώτος Πούτιν και του ρωσικού ολιγαρχικού καπιταλισμού. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι ενισχύει και υποθάλπει αντίστοιχης πολιτικής-ιδεολογικής ποιότητας δυνάμεις στις δυτικές κοινωνίες. Οι νέοι αυταρχισμοί «συμμαχούν» και ενισχύουν όλες τις ενδογενείς παθογένειες των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Και ξέρουμε ότι η Δημοκρατία είναι έτσι κι αλλιώς ένα ευαίσθητο πολίτευμα που στηρίζεται στην ασταθή εξισορρόπηση αντινομικών τάσεων. Η ίδια η Αμερική δοκιμάστηκε πρόσφατα και συνεχίζει να δοκιμάζεται από αυτές τις αστάθειες.
Έχει σημασία λοιπόν, ότι η εισβολή στην Ουκρανία σήμανε έναν συναγερμό στη Δύση και οδήγησε στην αυτόματη σχεδόν συσπείρωσή της. Ήταν ένα ελπιδοφόρο μήνυμα ότι ο σιδηρούς δεσμός των εξωδυτικών αυταρχισμών με τους δυτικούς λαϊκισμούς μπορεί να σπάσει. Ακόμα και τα φιλορωσικά τμήματα της κοινής γνώμης των δυτικών κοινωνιών, είτε ακροδεξιά είτε παλαιοαριστερά, αισθάνθηκαν άβολα, καταφεύγοντας στον αντιδυτικισμό για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Η συσπείρωση είχε καταρχάς ένα ταυτοτικό-ιδεολογικό υπόβαθρο. Στον αυταρχισμό, στη βαρβαρότητα των βομβαρδισμένων πόλεων, οι Δημοκρατίες είδαν την εικόνα του αντιπάλου τους και τη διαφορά τους από αυτόν. Ταυτόχρονα όμως είδαν να διαψεύδεται η φιλοδοξία των αυταρχικών καθεστώτων να φανούν αποτελεσματικότερα των δημοκρατικών. Η εικόνα έχει πλέον αντιστραφεί. Η Ρωσία βάλτωσε στην Ουκρανία, η Κίνα βραχυκυκλώθηκε με την πανδημία και τα ανασφαλή εμβόλιά της. Πέρα από τις ιδεολογικές-ταυτοτικές αιτίες, η Δύση συσπειρώθηκε γιατί συνειδητοποίησε το γεωπολιτικό χάος που θα άνοιγε αν αποδεχόταν παθητικά τα τετελεσμένα της ρωσικής επίθεσης. Η αλλαγή των συνόρων με τη χρήση βίας, η καταπάτηση της εδαφικής ακεραιότητας μιας χώρας στο όνομα ενός ιστορικού αναθεωρητισμού, ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου. Έναντι αυτής της δυστοπίας δεν υπάρχει θέση για ουδετερότητα, αυτό σημαίνει το διάβημα της Φιλανδίας και της Σουηδίας. Το πιθανότερο είναι εξάλλου ακροβασίες τύπου Ερντογάν να έχουν τελικά λιγότερη επιτυχία από όση οι ‘Έλληνες θαυμαστές του πιστεύουν. Υπάρχει τέλος και μια τρίτη αιτία, περισσότερο αφανής και αργόσυρτη που συνέβαλε στη γρήγορη συσπείρωση ειδικά της Ευρώπης. Η διεθνής κρίση και ο νέος ψυχρός πόλεμος συμβαίνει σε μια εποχή που ενισχύεται η «περιφεριοποίηση», με την έννοια ότι πολλές παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, συστέλλονται και επιστρέφουν στην Ευρώπη. Αυτό φάνηκε με την πανδημία, και μπορεί να επαναληφθεί με τον ενδεχόμενο ευρωπαϊκό συντονισμό των εξοπλισμών.
Η συσπείρωση της Δύσης και η ανάκτηση της αυτοπεποίθησής της έναντι των αντίπαλων αυταρχισμών δεν θα πρέπει να οδηγήσει όμως στη διαρκή όξυνση του ανταγωνισμού. Όπως συνέβη με τον παλαιό, έτσι και ο νέος ψυχρός πόλεμος πρέπει να βρει τον δρόμο όχι μόνο της ειρηνικής συνύπαρξης αλλά και της διεθνούς συνεργασίας για την αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων και της πυκνής αλληλεξάρτησης που εξακολουθεί να υπάρχει σε πείσμα της λεγόμενης απο-παγκοσμιοποίησης. Ποιοι νέοι παγκόσμιοι θεσμοί και κανόνες θα εμφανιστούν για να ρυθμίσουν τις διακρατικές σχέσεις μετά την διεθνή κρίση; Ποια θα είναι η νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο; Θα υπάρξουν συνεργασίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής;
Ο νέος ψυχρός πόλεμος που εξελίσσεται θέτει λοιπόν τα δικά του ερωτήματα, πρωτίστως στη Δύση.
Πηγή: www.tanea.gr