Τι (μπορούμε) να κάνουμε!

Γιάννης Μεϊμάρογλου 17 Απρ 2012

Είναι ίσως η πρώτη φορά, μεταπολιτευτικά, που η ευχή «καλή ανάσταση» παρέπεμπε τόσο έντονα τη σκέψη μας στην ανάσταση της Ελλάδας, στη δική μας ανάσταση!

Είναι δυνατόν οι επόμενες εκλογές να σημάνουν αυτή την ανάσταση;

Με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, τόσο από τις δημοσκοπήσεις (πρόθεση – κριτήριο ψήφου κ.λπ.), όσο και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο.

Μια κοινωνία διαλυμένη οικονομικά και ηθικά, βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση σχετικά με το πώς φτάσαμε ως εδώ, τι έφταιξε ακριβώς και – το πιο σπουδαίο – πώς θα ξεφύγουμε απ’ αυτήν την κατάσταση.

Στην κάλπη της 6ης Μαΐου, το θυμικό θα υπερισχύσει κατά κράτος της λογικής.

Επειδή όμως η εποχή του άσπρου – μαύρου, του όλα ή τίποτα, έχει περάσει πια – αν και όχι για όλους… – πιστεύω ότι κάποιες προσδοκίες μπορούμε να έχουμε και απ’ αυτήν την τόσο ιδιόμορφη εκλογική αναμέτρηση.

Πρώτα απ’ όλα, να αποφύγουμε τα χειρότερα: μια αυτοδυναμία της ΝΔ και μάλιστα της σημερινής, όπου η επικίνδυνη ηγεσία της συναγωνίζεται σε ακροδεξιά ρητορική και συνθήματα τα άλλα κόμματα της πολυκατοικίας της, θα είναι ό,τι χειρότερο και πιο καταστροφικό μπορεί να βγάλει η κάλπη. Η λαϊκίστικη δεξιά θα αναδείξει και θα ανοίξει όλα τα εθνικιστικά, ξενοφοβικά και αντιευρωπαϊκά μέτωπα, προκειμένου να καλύψει την πλήρη υποταγή της στις απαιτήσεις των δανειστών μας, όπως, άλλωστε, έκανε μέχρι σήμερα.

Ταυτόχρονα, μεγάλη σημασία έχει και η όσο γίνεται μεγαλύτερη συμπίεση των λαϊκίστικων – ακροδεξιών κομμάτων, με συμβολικό -και όχι μόνο- στόχο τον αποκλεισμό των φασιστοειδών της Χρυσής Αυγής από το Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Πέρα όμως από τα προφανή, τουλάχιστον για τους προοδευτικούς πολίτες, μπορούμε να προχωρήσουμε τις προσδοκίες μας παραπέρα: μπορεί η κάλπη να αναδείξει μια ρεαλιστική διέξοδο και να βάλει τις βάσεις για μια προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου μας;

Κατ’ αρχήν, δεν θέλω ν’ αμφισβητήσω την ύπαρξη προοδευτικών ανθρώπων, εγκλωβισμένων ακόμα για διάφορους λόγους (συναισθηματικούς, ιστορικούς, δυσπιστίας κ.λπ.) σε κόμματα της παραδοσιακής αριστεράς.

Και συμφωνώ, επίσης, ότι υπάρχουν και σημαντικές μεταρρυθμιστικές φωνές στον φιλελεύθερο χώρο, που μπορούν να συμβάλλουν στην προσπάθεια της χώρας να βγει από το αδιέξοδο και να τραβήξει μπροστά.

Η βάση όμως μιας προοδευτικής διακυβέρνησης, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, δεν μπορεί να είναι άλλη από την προγραμματική πολιτική συνάντηση του ΠΑΣΟΚ με τη Δημοκρατική Αριστερά.

Της Σοσαλδημοκρατίας, δηλαδή, με την κυβερνώσα Αριστερά, πράγμα που δεν θα αποτελέσει και κάποια παγκόσμια πρωτοτυπία!

Μόνο που στη χώρα μας έχουμε τις δικές μας πρωτοτυπίες…

Αφήνοντας στους ιστορικούς την ανάλυση και ερμηνεία του παρελθόντος, διερωτώμαι αν είναι μέσα στα σχέδια και τους οραματισμούς της σημερινής ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα του νέου προέδρου του, να μετατρέψει -γιατί περί μετατροπής θα πρόκειται- το κόμμα του σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Τη στιγμή μάλιστα που προδιαγράφονται αλλαγές στο συσχετισμό των δυνάμεων στην ευρωπαϊκή ηγεσία, υπέρ της σοσιαλδημοκρατίας, η οποία εντείνει τον προβληματισμό της για το ξαναστήσιμο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, για τη λειτουργία των αγορών, την πολιτική ενοποίηση κ.λπ. (αξίζει να διαβάσει κανείς, σχετικά, το άρθρο των ηγετικών στελεχών του SPD στα «ΝΕΑ» της Μ. Πέμπτης, καθώς και το πρόσφατο βιβλίο του Francois Hollande).

Μήπως, τελικά, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ δεν σκέφτεται τίποτε άλλο παρά το πώς θα εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές ποσοστό, προκειμένου να έχει ένα όσο γίνεται πιο ισχυρό λόγο στη συνέχιση της συγκυβέρνησης με τη δεξιά; Κι αν έτσι είναι, απ’ ό,τι φαίνεται τουλάχιστον, τα πράγματα, αξίζει να καταργήσουμε το διαχωρισμό κεντροαριστεράς – κεντροδεξιάς, προόδου και συντήρησης, να δεχτούμε τον εξαγνισμό στην πολιτική συνείδηση του λαού όλων αυτών των διαπολυκατοικιακών ακροδεξιών στοιχείων και αντιλήψεων, τώρα πια και ναζιστικών πρακτικών, στο όνομα της «σωτηρίας της πατρίδας», που πάντως δεν ήρθε -το αντίθετο μάλιστα- τα τελευταία πέντε χρόνια, ούτε με τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, αλλά ούτε και με τη συγκυβέρνησή τους;

Και η ΔΗΜΑΡ; Το γεγονός ότι απεγκλωβίστηκε, με μεγάλη καθυστέρηση είναι η αλήθεια και χάνοντας πολύτιμο πολιτικά χρόνο, από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και το ότι δηλώνει τη φιλοδοξία της να γίνει η κυβερνώσα αριστερά, δεν λύνει αυτομάτως και το ζήτημα της αξιοπιστίας της. Πολλά μένει να γίνουν στη πράξη και σε ό,τι αφορά τη δράση της και σε ό,τι αφορά την πολιτική και το πρόγραμμά της (η κριτική που δέχεται για τις προτάσεις της έχουν, σε μερικά σημεία, βάση).

Ας μην υπερβάλλουμε λοιπόν, αλλά και ας μην την αδικούμε. Η Δημοκρατική Αριστερά είναι η πρώτη αριστερή δύναμη της χώρας που ενεργεί με υπευθυνότητα.

Παραμένει αμετακίνητη στον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, είναι μεταρρυθμιστική και αγωνίζεται για την αλλαγή της σημερινής πολιτικής που μας έφερε στο χείλος της χρεωκοπίας και της εξόδου από την ευρωζώνη.

Και -το κυριότερο- στοχεύει στη συγκρότηση μιας νέας προοδευτικής πλειοψηφίας, δηλώνοντας έτοιμη (το προεκλογικό της σύνθημα, άλλωστε «ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ!» είναι ιδιαίτερα εύγλωττο) να αναλάβει τις όποιες ευθύνες τής αναλογούν, σε μια προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας.

Η αλήθεια είναι ότι στη μεταπολιτευτική περίοδο, δεν μας έλειψαν ούτε οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις, ούτε το πανίσχυρο ΠΑΣΟΚ. Η κυβερνώσα Αριστερά, με αποκλειστική ευθύνη της ίδιας της Αριστεράς, είναι που μας έλειψε.

Γι’ αυτό και αξίζει ίσως να στηρίξουμε το εγχείρημα αυτό της ΔΗΜΑΡ, στηρίζοντας ταυτόχρονα την έξοδο από την κρίση σε προοδευτική – μεταρρυθμιστική – αναπτυξιακή κατεύθυνση!