Με μεγάλο ενδιαφέρον, ως φανατικός και εγώ μεταρρυθμιστής, διάβασα το άρθρο του Αντώνη Λιάκου «Τι μεταρρυθμίσεις χρειαζόμαστε;» στο «Βήμα» τής 28.2.2015. Θα συμφωνήσω απόλυτα σε τρεις βασικές επισημάνσεις του: ότι «χρειάζονται μεταρρυθμίσεις που αφορούν την παραγωγική θέση της Ευρώπης στον κόσμο», ότι χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις «για την αντιμετώπιση της κρίσης που δεν προωθούν την ύφεση αλλά την ανάπτυξη» και ότι «προς τις μεταρρυθμίσεις αυτές πρέπει να στραφεί η νέα κυβέρνηση. Αλλαξε η εποχή, οι παλιές ιδέες δεν δουλεύουν, ακόμη κι αν δεν το έχουν καταλάβει όλοι οι σύμμαχοι και υποστηρικτές της κυβέρνησης».
Ποιες είναι όμως αυτές οι μεταρρυθμίσεις; Ποιο είναι το νέο ιστορικό – πολιτικό «υπόδειγμα» κατά τον Α. Λιάκο με το οποίο θα πρέπει να αντιστοιχισθούν και να το υπηρετήσουν; Γιατί οι «δομικές μεταρρυθμίσεις» του Μνημονίου πρέπει να απορριφθούν συλλήβδην ως αποτυχημένες; Γιατί είναι αποτυχημένα ο ΕΟΠΥΥ, η ενοποίηση της δημόσιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΕΔΥ) κ.τ.λ., για να σταθώ μόνο στον χώρο της Υγείας; Γιατί η Ιρλανδία και η Πορτογαλία με αυτές τις «αποτυχημένες» μεταρρυθμίσεις ξεπέρασαν την κρίση; Γιατί και η Ελλάδα, παρά τα λάθη, τις αστοχίες και τις καθυστερήσεις, ξαναβρέθηκε σε τροχιά ανάπτυξης και δημοσιοοικονομικής εξυγίανσης; Γιατί η λιτότητα να ταυτίζεται με την ύφεση; Γιατί όταν έχεις χρεοκοπήσει και χρωστάς να μην πρέπει να σφίξεις το ζωνάρι; Γιατί οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης ευημερούν σε αντίθεση με εκείνες της Νότιας όταν και οι μεν και οι δε ακολουθούν λίγο-πολύ το ίδιο «υπόδειγμα»; Και τι είδους «σφοδρή πολιτική σύγκρουση» θα απαιτήσει η αλλαγή του «υποδείγματος»;
Προτού λοιπόν συμφωνήσουμε στο «τι μεταρρυθμίσεις χρειαζόμαστε» θα πρότεινα να συμφωνήσουμε πρώτα απ’ όλα ότι δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Στην αντίθετη περίπτωση, πολύ φοβάμαι ότι θα υποστούμε και μεταρρυθμίσεις που δεν χρειαζόμαστε. Γιατί ασφαλώς και δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που υφαίνουν το «υπόδειγμα» ενός νέου αριστερού κρατισμού. Δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που αναβιώνουν τον κομματικοποιημένο και συντεχνιακό δημόσιο τομέα. Δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που εξοβελίζουν την αξιολόγηση και στηλιτεύουν την αριστεία. Δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που αποδυναμώνουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που απομακρύνουν εγχώριες και διεθνείς επενδύσεις. Δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις που συντηρούν το πελατειακό πολιτικό σύστημα και τον ισχύοντα εκλογικό νόμο. Δεν χρειαζόμαστε, με λίγα λόγια, μεταρρυθμίσεις για να ξαναχτίσουμε την Ελλάδα της κρίσης, την Ελλάδα του χθες.
Αν συμφωνήσουμε στο τι δεν χρειαζόμαστε, θα μπορέσουμε πιο εύκολα να συμφωνήσουμε στο «τι μεταρρυθμίσεις χρειαζόμαστε». Αρκεί βέβαια να συμφωνούμε εκ προοιμίου ότι απέναντι στο «νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα» δεν υφίσταται άλλο, ρεαλιστικό και όχι ουτοπικό ή εφιαλτικό, «υπόδειγμα» εκτός από αυτό της σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Το υπόδειγμα, δηλαδή, του πολιτικού φιλελευθερισμού, του ελέγχου στις αγορές, του κοινωνικού κράτους, με όλες τις αναγκαίες ριζικές προσαρμογές που απαιτούν οι καιροί μας. Αυτή η συμφωνία ελπίζω να αποτελεί κοινό τόπο για τους μεταρρυθμιστές όλου του προοδευτικού φάσματος. Διαφορετικά θα κινδυνεύουμε να καταλήξουμε σε παράλληλους μονολόγους που όντως μπορεί να οδηγήσουν σε «σφοδρές πολιτικές συγκρούσεις».