Μετά την υπογραφή του δεύτερου αριστερού μνημονίου -γιατί και ο μηχανισμός ελέγχου (κόφτης) είναι μνημόνιο και μάλιστα χωρίς ημερομηνία λήξεως- και την ομόθυμη ψήφιση των μέτρων, ο ΣΥΡΙΖΑ απέβαλε και το τελευταίο φύλλο συκής. Οποιαδήποτε ψήγματα αντίστασης στους δανειστές κατέπεσαν και ο “ένδοξος” αντιμνημονιακός λόγος αντικαταστάθηκε από το “ναι σε όλα”. Κάτι που προκαλεί αμηχανία στα στελέχη του, που είναι πλέον αναγκασμένα να καταφεύγουν σε γραφικές δικαιολογίες πως αυτοί τα μνημόνια τα ψηφίζουν μετά πόνου ψυχής, λες και οι Σαμαροβενιζέλοι ήταν σαδομαζοχιστές και τα ψήφιζαν από ευχαρίστηση.
Προφανώς, όταν ένα κόμμα όχι μόνο διαψεύδει τις προσδοκίες των ψηφοφόρων του, αλλά προσχωρεί στην πολιτική που επί τέσσερα χρόνια κατήγγελλε, τότε όλες οι γραμμές άμυνάς του σαρώνονται. Η υποχώρηση είναι άτακτη, πολύ δε περισσότερο όταν το κόμμα αυτό έχει τη μορφή του “τσούρμου”, όπως το αποκάλεσε ο Γ. Βαρουφάκης.
Βέβαια στην ασύντακτη αυτή υποχώρηση παρασέρνει και όλη την οικονομία της χώρας, καθώς μια ανόητη και απερίσκεπτη μάχη αφήνει μόνο ερείπια. Ας δούμε, εν τάχει, τι κόστισε η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τη βοήθεια λίγων αριθμών, που ουδείς αμφισβητεί την εγκυρότητά τους.
1) 30 δισ. ευρώ χάθηκαν από την απαξίωση των τραπεζικών μετοχών, που είχαν περιέλθει ουσιαστικά στην ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου.
2) 45 δισ. ευρώ αποσύρθηκαν από τις ελληνικές τράπεζες ευθύς ως προκηρύχθηκαν οι εκλογές, μέχρι την ημέρα υποβολής των capital controls. Οι συνέπειες για την εθνική οικονομία αυτονόητα καταστροφικές.
3) 12 δισ. ευρώ ήταν το κόστος της απώλειας 6,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ τη διετία 2015-2016. Αντί της προσδοκώμενης ανάπτυξης 2%+3% είχαμε μείωση το 2015 και όπως φαίνεται και το 2016.
Αν κάνουμε αυτήν την άθροιση θα διαπιστώσουμε πως η άμεση ζημία που προκλήθηκε στην εθνική οικονομία από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ανήλθε στα 87 δισ. ευρώ. Σε αυτά τα τρία οικονομικά μεγέθη συμπυκνώνονται και όλες οι υπόλοιπες παρενέργειες των αβελτηριών και των λανθασμένων χειρισμών της συγκυβέρνησης. Φυσικά, η κατάσταση είναι ανατάξιμη, υπό την προϋπόθεση άσκησης μιας πολιτικής που ο ΣΥΡΙΖΑ όμως λόγω των ιδεολογικών αγκυλώσεών του δεν μπορεί να ασκήσει. Και αυτό φαίνεται από την υπερφορολόγηση όλων των κλάδων της οικονομίας, που με μαθηματική ακρίβεια θα τους στρέψει στο δρόμο της φοροδιαφυγής. Που θα αποθαρρύνει κάθε μορφή επένδυσης. Ακόμα και τώρα που όλα τα στοιχεία ενεργητικού της εθνικής οικονομίας είναι προκλητικά υποτιμημένα, ουδείς σοβαρός επενδυτής θα έρθει να επενδύσει μέσα σε καθεστώς υπερφορολόγησης και παραοικονομίας.
Το τι πρέπει να γίνει για να “εκτοξευθεί η οικονομία” -για να χρησιμοποιήσω την πρωθυπουργική έκφραση- είναι γνωστό. Απλώς βρίσκεται έξω -όπως προανέφερα- από το ιδεολογικό πλαίσιο που κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεικτικό αυτού του γεγονότος είναι η προσπάθεια του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού να αποτραπεί -μέσω τροπολογίας της τελευταίας στιγμής- η ιδιωτικοποίηση της Εγνατίας οδού, που ας σημειωθεί είναι και μνημονιακή υποχρέωση.
Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως μέσα σε τέτοιο πολιτικό περιβάλλον ούτε οι καταθέσεις θα επιστρέψουν στις τράπεζες -απαραίτητος όρος για να αναπτυχθεί η οικονομία- ούτε οι μνημονιακοί στόχοι θα επιτευχθούν, με αποτέλεσμα την αυτόματη ενεργοποίηση του μηχανισμού ελέγχου (κόφτης).
Συνεπώς πέραν της ζημίας των 87 δισ. που προξένησε στην εθνική οικονομία η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τίποτα το θετικό δεν πρέπει να περιμένουμε από αυτήν. Το χαρμάνι των μέτρων του δεύτερου αριστερού μνημονίου αυτό δείχνει.