Σε μια από τις συσκέψεις που έγιναν τελευταία στην Χαριλάου Τρικούπη ένα πολύ σοβαρό στέλεχος του Κινήματος Αλλαγής έκανε το εξής σχόλιο: «Δεν είναι λογικό να δηλώνουμε ικανοποιημένοι όταν το Ποτάμι ήρθε και το ίδιο όταν το Ποτάμι έφυγε. Ένα από τα δύο μπορεί να ισχύει, ή καλώς ήρθε ή καλώς έφυγε, δεν μπορεί και καλώς να ήρθε και καλώς να έφυγε». Οι συνομιλητές του χαμογέλασαν αλλά δεν μπήκαν ούτε σε σκέψη ούτε σε συζήτηση. Στην Κεντροαριστερά έχουν εθιστεί στο δήθεν, οπότε δεν προκαλεί εντύπωση η απάθεια με την οποία αντιμετωπίζουν την αποδυνάμωση του νέου πολιτικού φορέα τρεις μόλις μήνες μετά την ίδρυσή του. Έχουμε, σου λέει, τον Καμίνη, έχουμε και τη ΔΗΜΑΡ, αρκούν αυτά ως άλλοθι διεύρυνσης και συσπείρωσης δυνάμεων, κατά τα άλλα ΠΑΣΟΚ και πάλι ΠΑΣΟΚ, χωρίς να το φωνάζουμε και χωρίς να το παραδεχόμαστε. Για το ΚΙΔΗΣΟ δεν λένε και πολλά, για να μην ερεθίζουν όσους πιστεύουν ότι ο ΓΑΠ είναι αφανής σύμμαχος του Τσίπρα και επομένως τον θεωρούν κακή επιρροή στην Φ. Γεννηματά. Έτσι κι αλλιώς, αρκεί ότι τον Αλιβιζάτο διαδέχθηκε ο Βγόντζας ως επικεφαλής της επιτροπής για τη συγκρότηση του νέου φορέα για να μην υπάρχει αμφιβολία σχετικά με το πόσο ΠΑΣΟΚ θα ήταν το νέο εγχείρημα.
Η αλήθεια είναι ότι το Ποτάμι πήγε στο ΚΙΝΑΛ χωρίς να το πολυπιστεύει και χάνοντας από τα αποδυτήρια το καθοριστικό παιχνίδι της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας που, αν είχε επιτραπεί, θα μπορούσε να κινητοποιήσει κόσμο ξένο προς το σύστημα ΠΑΣΟΚ. Η δημοσκοπική καθίζηση του Ποταμιού έκανε σχεδόν υποχρεωτική την ένταξη σε ένα συμμαχικό σχήμα του ενδιάμεσου χώρου και για ένα διάστημα υπήρχε η ελπίδα ότι το νέο θα νικούσε το παλιό ή, πάντως, θα το περιόριζε. Το μόνο που δεν είχαν σκεφτεί ήταν η πιθανότητα να έρθει ο Σταύρος Θεοδωράκης τέταρτος στη μάχη για την ηγεσία και να τερματίσουν πρώτοι δύο Πασόκοι, η Φ. Γεννηματά που τελικά κέρδισε και ο Ν. Ανδρουλάκης. Μετά ήταν αργά για δάκρυα. Πολύ περισσότερο όταν η εκλεγμένη από τη βάση αρχηγός επέλεξε τον επικεφαλής του Ποταμιού, τον μοναδικό αρχηγό κοινοβουλευτικού κόμματος στο νέο εγχείρημα, ως βασικό εταίρο της. Μαζί αποφάσισαν το όνομα και το σήμα, ενώ αποδέχθηκε την απαίτησή του για ποσοστώσεις στο συνέδριο και στα όργανα, ώστε να εκπροσωπηθεί δυναμικά το Ποτάμι και να μην συνθλιβεί στις μυλόπετρες των Πασοκικών μηχανισμών. Αλλά ως εκεί. Το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν διατεθειμένο να κάνει άλλα δώρα στο Ποτάμι και στο μεταξύ δημιουργούταν εκνευρισμός από όσους πίστευαν ότι η Φώφη παραέδωσε θάρρος στον Σταύρο. Όταν εκείνη διατύπωσε το αίτημα για εκλογές εδώ και τώρα, εγκαταλείποντας τη γραμμή των ίσων αποστάσεων, στο Ποτάμι άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι στην Χαριλάου Τρικούπη αποφασίζουν για τα μεγάλα χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν τους τους άλλους εταίρους του ΚΙΝΑΛ. Και όταν έσκασε το μακεδονικό τότε το σκοινί τεντώθηκε επικίνδυνα. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη είχε ήδη χαθεί, καμία πλευρά δεν αισθανόταν σίγουρη για τις προθέσεις της άλλης, και έτσι η πολιτική διαφωνία ήρθε στην επιφάνεια χωρίς καμία προσπάθεια να αποδραματοποιηθεί. Η Φώφη με το ΟΧΙ, ο Σταύρος με το ΝΑΙ και ανάμεσά τους οι επιθέσεις του Κωνσταντινόπουλου στον Δανέλλη για να φανεί ότι το ψυχικό χάσμα -πέρα από το πολιτικό- είναι αγεφύρωτο.
Και τώρα τι γίνεται; Τίποτα ενδιαφέρον. Το Ποτάμι υπάρχει και δεν υπάρχει ως κόμμα, αφού είναι πιθανό δυο-τρεις βουλευτές του να κάνουν μεταγραφή, ενώ στις δημοσκοπήσεις εμφανίζεται εξαϋλωμένο. Το ΚΙΝΑΛ θέλει να δίνει την εντύπωση ότι «είναι εδώ, ενωμένο-δυνατό» και διεκδικεί την τρίτη θέση στις επόμενες εκλογές επενδύοντας σε όσους θέλουν να φύγει η κυβέρνηση αλλά δεν αντέχουν να ψηφίσουν τη ΝΔ. Μετά τις εκλογές, αν η ΝΔ πετύχει αυτοδυναμία θα έχουν τη δυνατότητα να κάνουν θεραπεία αντιπολίτευσης και να προσπαθήσουν να επεκταθούν στον προοδευτικό χώρο αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπει σε βαθιά εσωκομματική κρίση. Αν η ΝΔ δεν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση έμπλεξαν και αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βρεθεί σε τροχιά αποσύνθεσης επίσης. Στην πρώτη περίπτωση η ΝΔ θα τους καταπιεί ως μικρότερο κυβερνητικό εταίρο ή θα τους χρεώσει την ευθύνη για την νέα προσφυγή στις κάλπες με απλή αναλογική, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα πλασαριστεί ως ηγεμονική δύναμη στο χώρο της κεντροαριστεράς. Επομένως, το καλό σενάριο για το ΚΙΝΑΛ είναι η ΝΔ να κερδίσει τις εκλογές με αυτοδυναμία, ο ΣΥΡΙΖΑ να υποστεί συντριπτική ήττα που θα τον οδηγήσει σε περιπέτειες και το δικό του ποσοστό να είναι οπωσδήποτε διψήφιο. Αυτή τη στιγμή φαίνεται δύσκολο να συμβούν και τα τρία, ενώ ακόμη πιο δύσκολο φαίνεται να απαντήσουν πειστικά στο ερώτημα «τι λέμε» (που δεν λένε οι άλλοι), «τι θέλουμε» (πέρα από τα συνθήματα) και «σε τι πιστεύουμε» (αν πιστεύουν σε κάτι πέρα από τη συμμετοχή στο παιχνίδι της πολιτικής εξουσίας ως αυτοσκοπό).
athensvoice.gr