Βλέποντας τις προεκλογικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την Τριτοβάθμια εκπαίδευση θα ήθελα να εντοπίσω τις κυριότερες διαφορές σε σχέση με αυτά που πιστεύουμε στο Ποτάμι. Δεν θα αναφερθώ σε εξαγγελίες που δεν αντέχουν σε κριτική όπως η ελεύθερη πρόσβαση στα Πανεπιστήμια που υπάρχει στο Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και είναι ανεδαφική κι εν πολλοίς λαϊκίστικη και αποπροσανατολιστική στην παρούσα συγκυρία. Θα αναφερθώ σε πιο χειροπιαστά πράγματα που αντέχουν σε συζήτηση.
Υπάρχει καταρχήν μια βασική διαφορά στη φιλοσοφία. Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει ρητά την κατάργηση του νόμου 4009/2011 (αν και ο πρόεδρός του στην διαδικτυακή συνέντευξη μίλησε για «τροποποιήσεις του μέσα από διάλογο»). Το Ποτάμι επιμένει ότι ο νόμος αυτός είναι ένας αναγκαίος, μεταρρυθμιστικός νόμος (αν και μεταλλάχθηκε σημαντικά από την ΝΔ), που κινείται στη σωστή κατεύθυνση και χρήζει μικροδιορθώσεων. Η επιστροφή στον προ τριακονταετίας νόμο πλαίσιο 1268/82 θα ήταν ένα δραματικό πισωγύρισμα για τα Πανεπιστήμια.
Το Ποτάμι πιστεύει στην αντιπροσώπευση των φοιτητών στα όργανα διοίκησης με θεσμοθετημένο τρόπο. Όχι μπουλούκια μέσα στη Σύγκλητο ή στις συνελεύσεις τμημάτων, αλλά οι ορισμένοι εκπρόσωποι των φοιτητών που έχουν προκύψει από δημοκρατικές διαδικασίες. Κι εκεί είναι το μεγάλο στοίχημα για τους φοιτητές: να εκλέξουν δημοκρατικά τους εκπροσώπους τους δίνοντας μαθήματα ωριμότητας. Ο διάλογος μέσα στο πανεπιστήμιο είναι απαραίτητος, αρκεί να γίνεται με τους σωστούς όρους, δηλαδή με επιχειρήματα και απόψεις κι όχι με συνθήματα και κραυγές.
Για τους ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ είναι κόκκινο πανί οι ηλεκτρονικές ψηφοφορίες στις κοινότητες του Πανεπιστημίου («τεχνοφασισμός»), ενώ για το Ποτάμι είναι απαραίτητο συστατικό της πάσχουσας δημοκρατίας στα σημερινά Πανεπιστήμια. Παρέχουν μεγαλύτερη συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και αφαιρούν την ισχύ των δυναμικών μειοψηφιών που θέλουν να συνδιοικούν το Πανεπιστήμιο με τον δημοκρατικό μανδύα των «συλλογικών αποφάσεων». Το Ποτάμι πιστεύει επίσης ότι η δυνατότητα σύγκλησης των οργάνων του Πανεπιστημίου με την νόμιμη σύνθεση πρέπει να στηρίζεται από όλα τα κόμματα.
Η αναθεώρηση του άρθρου 16 για τη δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών-μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων είναι θέση του Ποταμιού και ταυτόχρονα σημείο αντίθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μη κρατικά Πανεπιστήμια υπό τον έλεγχο της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας στην εκπαίδευση όπως και τα δημόσια Πανεπιστήμια είναι κατά τη γνώμη μας σαφώς προτιμότερα από το σημερινό «θολό» σκηνικό. Το ζήτημα είναι λοιπόν οι προδιαγραφές τις οποίες πρέπει να συζητήσουμε κι εκεί δεν θα ξαναανακαλύψουμε τον τροχό, έχουμε άφθονα παραδείγματα καθότι μη κρατικά Πανεπιστήμια υπάρχουν σε όλες τις χώρες (ακόμα και στην Κίνα). Οι επιπτώσεις θα είναι θετικές, όχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο διανοητικό ισοζύγιο της χώρας, καθότι έλληνες επιστήμονες και φοιτητές θα παραμένουν στην χώρα μας και μπορούμε να προσελκύσουμε και ξένους φοιτητές.
Τέλος, το Ποτάμι δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην διασύνδεση των Πανεπιστημίων με την παραγωγή και στην ενίσχυση της καινοτόμου επιχειρηματικότητας που μπορεί να προέλθει από τα Πανεπιστήμια. Η Ελλάδα δεν μπορεί παρά να στηριχτεί σε μια οικονομία έντασης γνώσης κι αυτές οι δύο προτεραιότητες είναι απαραίτητες. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αρχίσει διστακτικά να προσθέτει αυτούς τους όρους στο σημερινό του λεξιλόγιο (έστω και όψιμα), αντιλαμβανόμενος τις αδιέξοδες ρητορικές του όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Το ελληνικό Πανεπιστήμιο πρέπει να σπάσει τα δεσμά του με το παρελθόν που το κρατούν όμηρο διαφόρων συμφερόντων (και κομματικών) και να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις για να προετοιμάσει το μέλλον. Τα υλικά υπάρχουν (έχουμε δει πώς διαπρέπουν έλληνες καθηγητές και φοιτητές στο εξωτερικό), αλλά πρέπει να ακολουθήσουμε και τη σωστή συνταγή. Να ακολουθήσουμε πρακτικές που θα φέρουν πίσω τους έλληνες επιστήμονες και φοιτητές κι όχι πρακτικές που θα διώξουν κι άλλους.
* Ο Γιώργος Μαυρωτάς είναι μέλος της συντονιστικής επιτροπής του Ποταμιού και υπεύθυνος για την Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι υποψήφιος βουλευτής με το Ποτάμι στην Περιφέρεια Αττικής