Η Πολιτική είναι μία πολύ δύσκολη, αλλά και πολύ σοβαρή υπόθεση. Είτε ενεργητικά, ως ανθρώπινη δραστηριότητα, φιλοδοξία, ή υποστήριξη, είτε παθητικά ως διαχείριση μίας κατάστασης την οποία υφιστάμεθα, υπομένουμε, ή ωφελούμαστε από αυτήν. Σε κάθε περίπτωση, ειδικά σε έναν λαό όπως ο ελληνικός, η πολιτική αφορά ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας, ακόμη και αν είμαστε παντελώς αδιάφοροι για ότι συμβαίνει. Είναι σαν την αιθαλομίχλη. Δεν χρειάζεται να καις το τζάκι σου για να πνίγεσαι.
Η πολιτική είναι επιστήμη και τέχνη. Τόσο η επιστήμη, όσο και οι τέχνη έχουν αυτούς που παράγουν, αλλά και αυτούς που ωφελούνται. Έτσι και η πολιτική. Άλλοι κάνουν πολιτική και άλλοι κερδίζουν ή πληρώνουν το μάρμαρο. Εδω, όμως, τελειώνουν οι ομοιότητες. Ο επιστήμονας και ο καλλιτέχνης αυτοπροσδιορίζονται και παράγουν χωρίς εντολή και χωρίς εγγύηση. Η κοινωνία αποφασίζει εκ των υστέρων για το μέλλον τους. Ο πολιτικός, όμως, για να υπάρξει, πρέπει να έχει την κατ’ αρχήν «έγκριση» της κοινωνίας. Με δεδομένο ότι η κοινωνία αναθέτει τη διαχείριση όχι μόνο των κοινών αλλά και την τύχη του καθενός μας, ζητά να έχει κάποιες εγγυήσεις.
Εδώ και μία πενταετία, η Πολιτική δεν περνάει τις καλύτερες μέρες της στην Ελλάδα. Οι πολιτικοί, όσοι κυβέρνησαν, βαρύνονται με μία εθνική καταστροφή και προσπαθούν να τα «μαζέψουν». Άλλοι θέλουν να πείσουν ότι θα τα καταφέρουν καλύτερα, αλλά το βιογραφικό τους είναι ύποπτο, αφού και αυτοί έχουν «ιστορία». Οι μεν ευθύνονται για το παρελθόν, οι άλλοι δεν πείθουν για το μέλλον. Και οι δύο μαζί είναι μειοψηφία σε μία ζαλισμένη κοινωνία που πιστεύει ότι αυτοί είναι οι μόνοι «εκπρόσωποί» της. Και αρχίζει το ψάξιμο, ο καθένας ατομικά και η χώρα ολόκληρη, για λύσεις.
Ποια χώρα όμως;; Η Ελλάδα έχει παράδοση πολιτικής δυσανεξίας. Εγωισμοί, δυσπιστία, μειωμένη ηθική υπόσταση, απαιδευσία, ελαττωματικοί θεσμοί και αμφίβολη δημοκρατική δέσμευση έχουν σημαδέψει την αμφιλεγόμενη πολιτική μας πορεία, διακόσια χρόνια τώρα. Για πρώτη φορά βρεθήκαμε το 1980 ανάμεσα σε χώρες που εκτίμησαν το ένδοξο παρελθόν μας. Σε 30 χρόνια κατέληξαν να πληρώνουν το θλιβερό παρόν μας. Παρ’ όλα αυτά, σε λίγο θα …ψηφίσουμε για την ηγεσία μίας ένωσης κρατών που αντιμετωπίζει δύσκολα προβλήματα σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Η Ελλάδα προσέρχεται λαβωμένη και αναξιόπιστη. Θα πάμε στις Ευρωεκλογές με τις γνωστές ομάδες της αποτυχίας, την ομάδα της ύποπτης υπόσχεσης, ή θα πάμε με ότι καλύτερο έχει να δείξει σήμερα η Ελλάδα; Οι ’58, ως Προοδευτική Δημοκρατική Παράταξη, κάλεσαν όλους όσοι αισθάνονται ότι δεν εκπροσωπούνται από τις σημερινές πολιτικές συσσωματώσεις. Με την παρουσία, όμως, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ αυτό έγινε σταυρόλεξο για πολύ δυνατούς λύτες. Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται κοντά στο 6% και η ΔΗΜΑΡ στο 4%. Το ΠΑΣΟΚ δηλώνει παρόν στο εγχείρημα των 58, αλλά με ποιους όρους, όνομα, αξιώσεις και πολιτική … περιουσία είναι ακόμη άγνωστο. Η ΔΗΜΑΡ ακόμη διστάζει και φλερτάρει με τη διάλυση. Αν, όμως, πεισθεί ότι μόνη της θα μείνει εκτός παιγνίου, το σταυρόλεξο, με τους σημερινούς όρους, θα είναι περίπου άλυτο.
Εδώ αρχίζει η πραγματική αποστολή των ’58. Ανταποκρινόμενοι στο ενωτικό κάλεσμα που ποτέ δεν μπόρεσε να απευθύνει η γνωστή μας Αριστερά, θα πρέπει να επιμείνουν στην πρόσκληση του Γ. Βούλγαρη προς τους οπαδούς των άλλων κομμάτων. Το θέμα δεν είναι οι αρχηγοί αλλά οι πολίτες που στοιχίζονται στα κόμματα. Οι, μέχρι τώρα, ψηφοφόροι και οπαδοί του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και άλλων μικρότερων κομμάτων έχουν τα αυτιά ανοιχτά για μία άλλη ιστορία. Ορισμένοι σαγηνεύτηκαν από τον «εύκολο» λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλοι χάθηκαν στην απελπισία της κρίσης. Την ιστορία μίας Προοδευτικής Δημοκρατικής Παράταξης, πολλοί έχουν ακούσει και πιστέψει στο παρελθόν. Τώρα έχουν την ευκαιρία να τη ζήσουν. Όταν έχεις φτάσει στον πάτο, η πρόοδος, με όπλα τη γνώση και την αλήθεια, είναι ο δρόμος ο καλός. Το ρεύμα θα είναι πλειοψηφικό, αν όλοι ενώσουν το δικό τους ρυάκι εκεί που μετράει, στο μεγάλο ποτάμι. Και ας μην έχει το όνομά τους.