Η δολοφονική επίθεση της τζιχαντιστικής Χαμάς κατά των αμάχων Ισραηλινών είχε ως ένα από τους στόχους δύο κιμπούτς, τα μέλη των οποίων κατέσφαξε .
Τα κιμπούτς είναι αγροτικοί συνεταιρισμοί, κομμουνιστικής δομής όσον αφορά τις παραγωγικές σχέσεις. Παρότι μετά από την δεκαετία του 80 τα κιμπούτς άρχισαν να μεταλλάσσονται, μπορούμε να πούμε ότι μαζί με τα χριστιανικά και βουδιστικά μοναστήρια αποτελούν τους μοναδικούς λειτουργούντες θεσμούς που βασίζονται στην κοινοκτημονική αντίληψη...
Στη φωτογραφία Νέοι Εβραίοι από τη Γερμανία χορεύουν στο Κιμπούτς Ein Harod το 1936...
Στην παρακάτω μελέτη της Χριστίνα Κάτρη παρουσιάζεται αναλυτικά το φαινόμενο των κιμπούτς.
1. Τα Κιμπούτς (στα εβραϊκά η λέξη σημαίνει «σύναξη, μάζεμα», «κοινοτική συνεύρεση») είναι συλλογικές συνειδητές κοινότητες στο Ισραήλ , όπου παραδοσιακά στηρίζονται στην γεωργία . Το πρώτο κιμπούτς ιδρύθηκε το 1909. Μέχρι το 1914 υπήρχαν 11 κιμπούτς που ιδρύθηκαν στη γη που αγοράστηκε από το Εβραϊκό Εθνικό Ταμείο και ο αριθμός τους αυξήθηκε σε 29 μέχρι το τέλος του 1918.
Σήμερα -έναν αιώνα αργότερα- η γεωργία έχει υποκατασταθεί εν μέρει από άλλους οικονομικούς κλάδους, συμπεριλαμβανομένων των βιομηχανικών εγκαταστάσεων και των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας.
Ξεκίνησαν ως ουτοπικές κοινότητες, επιχειρώντας τον συνδυασμό σοσιαλισμού και σιωνισμού, ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες, αρκετά κιμπούτς έχουν ιδιωτικοποιηθεί και έχουν προκύψει αλλαγές στον κοινοτικό τρόπο ζωής. Το μέλος ενός κιμπούτς ονομάζεται κιμπούτσνικ (kibbutznik).
Τα κιμπούτς ιδρύθηκαν από μέλη του Bilu κινήματος, οι οποίοι μετανάστευσαν στην Οθωμανική Παλαιστίνη από την Ρωσική Αυτοκρατορία .
Το όνομα του πρώτου κολλεκτιβιστικού χωριού Ντεγκάνια (Deganyah) στα εβραϊκά σημαίνει «λουλούδι του σταριού» και μαρτυράει την αγροτική καταγωγή του. Βρίσκεται κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ (Κινέρετ ή θάλασσα της Γαλιλαίας). Ιδρύθηκε το 1909 από μία ομάδα καλλιεργητών. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω την γη αγόρασε για λογαριασμό τους το Εβραϊκό Εθνικό Ταμείο.
Τα περισσότερα κιμπούτς τα αμέσως επόμενα χρόνια, ιδρύθηκαν στην άνω κοιλάδα του Ιορδάνη , την κοιλάδα Ιεζραέλ και την παράκτια πεδιάδα Σαρόν. Η γη ήταν διαθέσιμη για αγορά καθώς ήταν ελώδης και η περιοχή μολυσμένη από ελονοσία. Οι Σιωνιστές πίστευαν ότι ο αραβικός πληθυσμός θα δεχθεί θετικά την έλευσή τους για τα οικονομικά οφέλη που θα έφερνε η αξιοποίηση της γης. Η προσέγγισή τους ήταν ότι οι εχθροί των Αράβων αγροτών ήταν οι Άραβες γαιοκτήμονες (που ονομάζονταν «αφέντες» ), και όχι οι εβραίοι αγρότες.
Οι πρώτοι Κιμπούτζνικοι ήλπιζαν να είναι πολύ περισσότερα από αγρότες. Ονειρεύτηκαν να δημιουργήσουν ένα νέο είδος κοινωνίας , όπου όλοι θα είναι ίσοι και ελεύθεροι από την εκμετάλλευση.
Το κίνημα των κιμπούτς γιόρτασε την 100ή επέτειό τον Απρίλη του 2010 με μια τελετή στο στο πρώτο κιμπούτς το Deganyah..
Σήμερα οι κάτοικοι των κιμπούτς είναι περίπου ένας στους 30 Ισραηλινούς και ορισμένα από αυτά κινήθηκαν προς την ιδιωτικοποίηση. Ωστόσο, θα ήταν πρόωρο να μιλήσουμε για πλήρη αποδόμηση της αρχικής προσδοκίας των κιμπούτς .
Θα πρέπει αντίθετα να ρίξουμε μια διερευνητική ματιά στην εκατονταετηρίδα του και να μετρήσουμε τα επιτεύγματά του. Μετά το 1948 τα κιμπούτς διαδραμάτισαν μείζονα ρόλο στην αλλαγή του προσώπου της γης και του Κράτους του Ισραήλ. Τέσσερις πρωθυπουργοί, ο Ντέιβιντ Μπεν Γκουτιόν, ο Λεβί Εσκόλ, η Γκόλντα Μέιρ και ο Εχούντ Μπάρακ έζησαν μέχρι κάποιο σημείο σε κιμπούτς. Πολλοί από τους εξέχοντες διοικητές της Τσάχαλ, πιλότοι και μαχητές μεγάλωσαν και μορφώθηκαν σε κιμπούτς. Ο Ισραηλινός πολιτισμός διαθέτει πολλούς συγγραφείς και ποιητές, συνθέτες και τραγουδιστές, ζωγράφους και γλύπτες προερχόμενους από κιμπούτς.
Σύμφωνα με την ισραηλινή Κεντρική Στατιστική Υπηρεσία (CBS), στα τέλη του 2004, 116.300 άνθρωποι ζούσαν σε 266 κιμπούτς Η κιμπουτσικό κίνημα διατήρησε τον ουτοπικό του χαρακτήρα σχεδόν εξ ολοκλήρου για περίπου 80 χρόνια.
Ένας εσωτερικός μετασχηματισμός που ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1990, έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό το κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό τοπίο στα κιμπούτς: Μόνο τριάντα δύο τοις εκατό των κιμπούτς εξακολουθούν να τηρούν τον αρχικό, «ουτοπικό» τρόπο ζωής.
Ο μετασχηματισμός αυτός συνδέεται, σε κάποιο βαθμό, με τις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές διαδικασίες που έχουν λάβει χώρα στο Ισραήλ από το 1980, δηλαδή με την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού, τη μερική καταστροφή του κράτους πρόνοιας, και τη μείωση της δυναμικής του εργατικού κινήματος.
Ως ουτοπικός τρόπος ζωής, τα ισραηλινά κιμπούτς ήταν μέρος της γενικής ουτοπικής προοπτικής, αλλά και μέρος της σιωνιστικής ουτοπικής προοπτικής.
Η τελευταία παράδοση οδήγησε στην ανάπτυξη του κιμπούτς, ο οποίος μετέτρεψε αυτή την πνευματική κυρίως τάση του Σιωνισμού σε πράξη.Τα κιμπούτς έπαιξαν ένα κεντρικό ρόλο στο Σοσιαλιστικό Σιωνιστικό Κίνημα, το οποίο έγινε η ηγετική δύναμη στον Σιωνισμό στη δεκαετία του 1930 και διατήρησε τη θέση αυτή στις τρεις πρώτες δεκαετίες της ύπαρξης του κράτους του Ισραήλ από την ίδρυσή του το 1948.
2. Ουτοπικές πτυχές στο Κιμπούτς
Η άνοδος των ισραηλινών κιμπούτς από την ίδρυση του πρώτου κιμπούτς το 1909 ήταν μια σημαντική εξέλιξη στο σιωνιστικό ουτοπισμό. The kibbutzim were a unique utopian phenomenon characterized by the interwoven development of praxis and theory. Τα κιμπούτς ήταν ένα μοναδικό ουτοπικό φαινόμενο που χαρακτηρίζεται από τη συνυφασμένη ανάπτυξη της πράξης και της θεωρίας. Διαφορετικές ουτοπικές απόψεις που εκφράζονται σε ευρωπαϊκά και αμερικανικά ουτοπικά οράματα εντάχθηκαν στη ζωή στα κιμπούτς: κοινή ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, κατάργηση του συστήματος των μισθών, διαμόρφωση της παραγωγικής δραστηριότητας, τουλάχιστον εν μέρει, ως μη-βιομηχανική δραστηριότητα, η μερική κατάργηση του καταμερισμού της εργασίας, η δημοκρατική ρύθμιση της παραγωγής και η - εσωτερική - κατάργηση του κράτους.
2.1 Η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και του συστήματος των μισθών
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του κιμπούτς ήταν, από την αρχή, η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και η κοινή ιδιοκτησίας των οικονομικών μέσων. Δεν υπήρχε σύστημα μισθών και το ποσό της εργασίας που εκτελείτο δεν συνδεόταν με οποιαδήποτε πληρωμή (υψηλό ή χαμηλό μισθό).
Οι εργασίες ήταν ουσιαστικά συλλογική δραστηριότητα, δηλαδή δεν είχε σχέση με την εργασία όπως αυτή οργανώνεται και εκτελείται σε μια καπιταλιστική επιχείρηση, αλλά ως μια κοινή δραστηριότητα που εκφράζει μια κοινή βούληση και το ύψος της αμοιβής για όλα τα μέλη ανεξάρτητα με την εργασία τους ήταν κοινό.
Η κατανάλωση θα έπρεπε να πληρεί δύο ειδών ανάγκες: α) τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες,(στέγαση, τροφή, ένδυση, εκπαίδευση) και β) τις πνευματικές ανάγκες, όπως οι ανάγκη για ελεύθερο χώρο και χρόνο για διάβασμα, άθληση και ψυχαγωγία.
2.2 Περιεκτική Δημοκρατία ή η εσωτερική Κατάργηση.
Τα κιμπούτς ανέπτυξαν ένα ολοκληρωμένο δημοκρατικό τρόπο ζωής ο οποίος περιελάμβανε τόσο οικονομικές όσο και κοινωνικές πτυχές της ζωής τους, με όρους άμεσης συμμετοχικής δημοκρατίας.
Ο πιο σημαντικός θεσμός ήταν η Γενική Συνέλευση, η οποία συνήθως συγκαλείτο μία φορά την εβδομάδα, και κατά την οποία όλες οι σημαντικές αποφάσεις προέκυπταν μετά από συζήτηση. Ένα άλλο σημαντικό όργανο ήταν οι διάφορες επιτροπές που αφορούσαν όλους τους τομείς της ζωής (πολιτισμός, εκπαίδευση, οικονομικά θέματα, εργασία, προσωπικά θέματα, αθλητικά, κλπ) οι οποίες επέτρεπαν στα μέλη να συμμετάσχουν στη διαμόρφωση της ζωής τους στις διάφορες διαστάσεις της.
Σε όλους τους κλάδους της οικονομίας του κιμπούτς, οι αποφάσεις που αφορούν την καθημερινή λειτουργία γίνονταν από τα μέλη της που εργάζονται στον κάθε κλάδο. Οι διάφορες επιτροπές των κιμπούτς και οι επί μέρους κλαδικές συνεδριάσεις ήταν μια αποκεντρωμένη δημοκρατική διαδικασία.
Τα περισσότερα από τα μέλη, αν όχι όλα από αυτά, θα μπορούσαν να συμμετάσχουν διαρκώς και ισότιμα στη διαμόρφωση των διαφόρων πτυχών της κοινωνίας τους. Αν ορίσουμε την κατάσταση αυτή ως κεντρικό φορέα διαχείρισης των δημοσίων υποθέσεων, τότε μπορούμε να πούμε πως το κιμπούτς πέτυχε την εσωτερική κατάργηση του «κράτους».
3. Ο αναρχισμός, ο σιωνισμός και τα κιμπούτς
Το αρχικό όραμα της ριζοσπαστικής ευρωπαϊκής νεολαίας που ίδρυσε τα πρώτα κιμπούτς κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου μεταναστευτικού κύματος (Aliyah), να χτίσουν μία α-κρατική κοινωνία βασισμένη στην αυτοδιοίκηση, την ισότητα και τη συνεργασία με το γηγενή πληθυσμό σε τοπικό επίπεδο, υπήρξε μέρος της γενικότερης της πορείας προς την Άμεση Δημοκρατία και την Αταξική Κοινωνία δια μέσου των αιώνων. Πορεία που όπως αναφέρει ο Κώστας Λάμπος στο βιβλίο του «Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία» σηματοδοτείται από τον «Πρωτόγονο Κομμουνισμό», την Αθηναϊκή Δημοκρατία, την Ιδανική Πολιτεία του Πλάτωνα, την Άριστη Πόλη του Αριστοτέλη, τα πρωτοχριστιανικά κοινόβια, το «Κράτος του Θεού», την Αγροτική Επανάσταση της Αγγλίας, την Κομμούνα της Θεσσαλονίκης, την Ουτοπία του Τόμας Μουρ, την Παρισινή Κομμούνα, το Πρόταγμα του Σοσιαλισμού, τη Συμβουλιακή Δημοκρατία, τα Ρώσικα Κοινόβια Μιρ, τα Κιμπούτς, την Κινέζικη Κομμούνα, τη Μεξικανική Επανάσταση, την Ισπανική Επανάσταση, τη Λαϊκή Εξουσία στην Ελλάδα, το Συνεταιριστικό Κίνημα και το Αγροτοβιομηχανικό συγκρότημα του Μοντραγκόν, το Γαλλικό Μάη, την Αυτοδιαχείριση στη Λατινική Αμερική, το Σάμμερχιλ, τη Μαριναλέντα και πολλούς ακόμα σταθμούς, μέχρι τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα των αντικαθεστωτικών, των «αγανακτισμένων», της Άμεσης Δημοκρατίας και της αλληλέγγυας και αχρήματης οικονομίας.
O James Horrox (καθηγητής πολιτικής και φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ) το 2009 σε διάλεξη με τίτλο «Ριζοσπαστική Ιστορία - Εναλλακτικό μέλλον, ο αναρχισμός, ο σιωνισμός και τα κιμπούτς» πιάνει το νήμα από την αρχή:
«Για τη ριζοσπαστική ευρωπαϊκή νεολαία που ίδρυσε τα πρώτα κιμπούτς κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου μεταναστευτικού κύματος (Aliyah1), ο σιωνισμός δεν ήταν απλά το τέλος της εξορίας και η επαναδημιουργία του Μεγάλου Ισραήλ (Eretz Israel). Ήταν η δημιουργία από την αρχή μιας ολοκληρωτικά νέου τύπου κοινωνίας σε ένα καινούριο μέρος. Οι πρωτοπόροι των κιμπούτς, μη βρίσκοντας κρατικές δομές, πέρα από τα καταρρέοντα αποικιακά τεχνάσματα των Οθωμανών, και αργότερα της βρετανικής κυριαρχίας, αναγνώρισαν στον καινούριο τους τόπο ένα πρωτόγνωρο κενό εξουσίας. Επιδιώκοντας να αποτρέψουν την ανάδυση του καπιταλισμού, με τη δημιουργία πρωτότυπων χώρων αυτόνομης παραγωγής, είδαν στη δημιουργία των κολλεκτιβικών κιμπούτς έναν τρόπο μετάφρασης του ουτοπικού ιδανικού μιας «συνεργατικής κοινότητας χωρίς εκμεταλλευτές ή εκμεταλλευόμενους σε ένα μόνιμο κοινωνικό σύστημα ικανό να ηγηθεί της κάλυψης του προαναφερθέντος κενού.
Ο στόχος τους ήταν να χτίσουν μία α-κρατική κοινωνία βασισμένη στην αυτοδιοίκηση, την ισότητα και τη συνεργασία με το γηγενή πληθυσμό σε τοπικό επίπεδο. Οι ιδέες του Κροπότκιν, του Τολστόι, του Προυντόν και του Λαντάουερ ήταν γνωστές και κατανοητές στον εργατικό σιωνιστικό κοινωνικό περίγυρο των αρχών του 20ου αιώνα και το περιεχόμενό τους επηρέασε πολλούς εξέχοντες ιδεολόγους, όπως επίσης και κινήματα. Επιπλέον, το κίνημα των κιμπούτς πριν το 1948 κατάφερε εύλογα να υλοποιήσει αυτές τις ιδέες σε μεγαλύτερο βαθμό από οποιοδήποτε άλλο ουτοπικό πείραμα, χτίζοντας με επιτυχία μία ολόκληρη εθνική υποδομή στη βάση της συνεργατικής δουλειάς (cooperative labour) που ήταν οργανωμένη μέσω μιας ομοσπονδοποιημένης συμμαχίας κομμούνων (communes) ουσιαστικά ολόιδιων με αυτές που οραματίζονταν οι αναρχικοί θεωρητικοί του 19ου αιώνα. Μέσα σε αυτές τις κοινότητες η περιουσία ήταν κοινή, το μισθολογικό σύστημα είχε εγκαταλειφθεί, η παραγωγή και η κατανάλωση οργανωνόταν συλλογικά με άμεση δημοκρατία, με την αυτοδιαχείριση και την κυκλική εργασία να διασφαλίζουν τη διατήρηση ενός αντι-ιεραρχικού οικονομικού πολιτισμού. Η κατανομή των αγαθών και των πόρων γινόταν ανάλογα με τις ανάγκες και όλα τα μέλη επωφελούνταν (ή υπέφεραν) από τη συσσώρευση του συνολικού προϊόντος της υπερεργασίας. Δίχως εξαναγκαστικούς μηχανισμούς, η πολιτική εξουσία ανήκε στη γενική συνέλευση των μελών των κιμπούτς (την Asefa), στην οποία όλα τα ζητήματα που σχετίζονταν με τη ζωή στην κοινότητα συζητούνταν σε ανοιχτές συναντήσεις και οι αποφάσεις λαμβάνονταν με ομοφωνία (στα πρώτα, οικεία kvutzot) και αργότερα με πλειοψηφία. Με λίγα λόγια, το κίνημα των κιμπούτς όσο υπήρχε πριν την εγκαθίδρυση του κράτους του Ισραήλ λειτουργούσε πάνω κάτω ως ένα βιώσιμο μοντέλο συμμετοχικής οικονομίας και πολιτικής, καθιστώντας το, όπως παρατήρησε και ένας ανταποκριτής της λονδρέζικης αναρχικής εφημερίδας Freedom τo 1962, «ένα από τα καλύτερα παραδείγματα δημοκρατίας που υπάρχει και σίγουρα το πιο κοντινό στην εφαρμογή του αναρχισμού. Οποιαδήποτε προσφιλής στον αναρχισμό θεωρία είναι τμήμα του καθημερινού προτύπου επιβίωσης. Εδώ στο μικρόκοσμο μπορούν να ιδωθούν οι αρχές αυτού που μπορεί να συμβεί σε μία αυθεντικά ελεύθερη κοινωνία».
4. «Από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του.»
Karl Marx: Kritik des Gothaer Programms,(1875).
Ο Αρβαάμ Μπεναρόγια επιστρέφοντας από μια επίσκεψή του στο κράτος του Ισραήλ το 1952. μετέφερε τις εντυπώσεις του στις στήλες της εφημερίδας «Μάχης» σχετικά με το κοινωνικό πείραμα που είχε ξεκινήσει στις αρχές του 20 αι. και από το 1948 λάμβανε την σφραγίδα της κρατικής προστασίας και ενίσχυσης. Η «Μάχη» στις 31.05.52 δημοσίευσε τις εντυπώσεις αμερικανού δημοσιογράφου σε άρθρο που τιτλοφορήθηκε «Δεν υπάρχει πια έρημος».
Ο Μπεναρόγια γράφει:
« Υπάρχουν εκεί (στο Ισραήλ) πραγματικά κολεκτιβιστικά χωριά, κομμουνιστικά, σοσιαλιστικά, ακόμα και θρησκευτικά, ιδίως όμως σοσιαλιστικά. Και υπάρχουν συνεταιριστικά χωριά και ομάδα χωριών, τα οποία είναι υπόδειγμα σοσιαλιστικής οργάνωσης της γεωργίας. Υπάρχουν κα ελεύθερα κεφαλοχώρια –κφαρ- εβραϊκά και αραβικά τα οποία βασίζονται στην ατομική ιδιοκτησία και ατομική διάθεση της εσοδείας των χωραφιών των. Υπάρχουν εταιρείες ημικρατικές (συνδυασμοί ξένου και ντόπιου κεφαλαίου) και άλλες ημικοινωνικές (συνδυασμοί συνεταιριστικών και κρατικών κεφαλαίων) οι οποίες παίζουν σημαντικότατο ρόλο στην όλη οικονομία του τόπου. Υπάρχουν παραγωγικοί συνεταιρισμοί στη βιομηχανία, στην οικοδομή, στις τράπεζες, στη τεχνητή παραγωγή ψαριών κ.λ.π. Υπάρχουν συνεταιρισμοί καταναλώσεως που αγκαλιάζουν σημαντικούς κλάδους του όλου εμπορίου της χώρας που περιλαμβάνουν μεγάλο μέρος της όλης διανομής των αγαθών. Οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί συναγωνίζονται τις μεγαλύτερες ιδιωτικές επιχειρήσεις και καπιταλιστικές εταιρίες»
Ο Μπεναρόγια καταγράφει πέντε είδη «χωριών» στο Ισραήλ
1. Κβούτσα: Μικρή κολεκτιβιστική ομάδα (χωριουδάκι) που αποτελείται από 100-200 μέλη
2. Κιμπούτς: Κολεκτιβιστικό χωριό που αποτελείται από 500-1500 μέλη
3. Μοσιάβ: Το συνεταιριστικό χωριό
4. Καφάρ: Ελεύθερο κεφαλοχώρι
5. Μοσιαβά: Γκρούπ (ομάδα) συνεταιριστικών χωριών ή καλλίτερα συνεταιριστική γεωργική κωμόπολη.
Με τον ίδιο περίπου τρόπο περιγράφει τις πόλεις και τα χωριά στο Ισραήλ ο Νίκος Ανδρέου στη συνοπτική κοινωνιογραφική μελέτη του 1964 «Το Κιμπουτσικό κίνημα του Ισραήλ»
«Για να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τη θέση του Κιμπουτσικού Κινήματος μέσα σ’αυτό το σιωνιστικό σύμπλεγμα, πρέπει, εισαγωγικά, να μιλήσουμε σύντομα για τους εξής τρόπους ζωής:
Ι. Πόλεις
α) Πόλεις κερδοσκοπικές σαν τις δικές μας.
β) Συνεταιριστική πόλη.
ΙΙ. Χωριά
α) Χωριά κερδοσκοπικά, σαν τα δικά μας
β) Συνεταιριστικά χωριά. Τα Μοσσαβίμ
γ) Ημικολλεκτιβιστικό χωριό: Το Μοσσάβ-οσιτουφί
δ) Κολλεκτιβιστικό χωριό: Το Κιμπούτς»
Αυτά που ο Μπεναρόγια καταγράφει στο βιβλίο «Ελπίδες και Πλάνες» δεν θα ήταν εφικτά εάν για τους πρώτους ιδρυτές των κιμπούτς το όργωμα του χώματος της «αρχαίας πατρίδας» τους και η μετατροπή των κατοίκων της πόλης σε αγρότες δεν ήταν μια ιδεολογία και όχι απλά ένας τρόπος για να κερδίσουν τα προς το ζην. Μέσα από ένα συνδυασμό της σκληρής χειρονακτικής δουλειάς και των προηγμένων μεθόδων καλλιέργειας που αναπτύσσονταν με τα χρόνια, πέτυχαν αξιοσημείωτα αποτελέσματα, ώστε σήμερα να αντιπροσωπεύουν ένα μεγάλο ποσοστό της γεωργικής παραγωγής του Ισραήλ (Σήμερα το 33% της συνολικής γεωργικής παραγωγής της χώρας).
Η Οργάνωση των Κιμπούτς
Τα περισσότερα κιμπούτς οικοδομήθηκαν σύμφωνα με ένα παρόμοιο σχέδιο. Η κατοικημένη περιοχή περιλαμβάνει τα σπίτια των μελών με τους κήπους τους, παιδικά σπιτάκια και παιδικές χαρές για κάθε ηλικιακή ομάδα, και κοινόχρηστες εγκαταστάσεις, όπως μια τραπεζαρία όπου σερβίρεται φαγητό για τα μέλη τρεις φορές την ημέρα, αμφιθέατρο, βιβλιοθήκη, πισίνα, γήπεδο τένις, ιατρείο, κοινόχρηστα πλυντήρια, και παντοπωλείο . Σε μια απόσταση από τους χώρους διαβίωσης βρίσκονται υπόστεγα για βοοειδή γαλακτοπαραγωγής και κοτέτσια, καθώς και μία ή περισσότερες βιομηχανικές εγκαταστάσεις.
Γεωργικές εκτάσεις και οπωρώνες συναντά κανείς γύρω από την περίμετρο, σε μικρή απόσταση με τρακτέρ από το κέντρο. Για να φτάσουν τα μέλη και οι επισκέπτες από το ένα μέρος στο άλλο μέσα στα κιμπούτς, μπορούν είτε με τα πόδια, είτε με ποδήλατα, ενώ ηλεκτρικά καροτσάκια παρέχονται για τα άτομα με αναπηρία και τους ηλικιωμένους.
Στα κιμπούτς λειτουργεί η άμεση δημοκρατία. Η γενική συνέλευση όλων των μελών της, διαμορφώνει την πολιτική, εκλέγει τους αντιπροσώπους, εγκρίνει τον προϋπολογισμό και την αποδοχή των νέων μελών. Χρησιμεύει όχι μόνο ως ένα όργανο λήψης αποφάσεων, αλλά και ως ένα φόρουμ όπου τα μέλη μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις και τις αντιρρήσεις τους.
Τα καθημερινά ζητήματα τα χειρίζονται εκλεγμένες επιτροπές οι οποίες έχουν ευθύνες για ζητήματα όπως η στέγαση, τα οικονομικά, ή ζητήματα που αφορούν την υγεία και τον πολιτισμό. Οι προϊστάμενοί αυτών των επιτροπών, μαζί με τον γενικό γραμματέα ο οποίος έχει την υψηλότερη θέση στο κιμπούτς αποτελούν την εκτελεστική επιτροπή.
Οι θέσεις του γενικού γραμματέα, του υπευθύνου οικονομικών και του συντονιστή εργασίας ως πάγια πρακτική είναι πλήρους απασχόλησης. Όλες οι άλλες θέσεις είναι επιπλέον καθήκοντα παράλληλα με τις δουλειές που κάνουν τα μέλη του κιμπούτς (πχ εργάτες στα χωράφια, οδηγοί κτλ.)
Στα πολλά χρόνια λειτουργίας των κοινοτήτων αυτών ο συνδυασμός σκληρής δουλειάς και η χρήση εξελιγμένων αγροτικών πρακτικών βοήθησε ώστε τα κιμπούτς να αυξήσουν κατά πολύ την αγροτική παραγωγή του Ισραήλ και να συμμετέχουν καθοριστικά στην οργάνωση της εθνικής οικονομίας. Οι παραγωγικές δραστηριότητες είναι οργανωμένες σε πολλά ανεξάρτητα πεδία. Παρότι συνεταιρισμοί κιμπούτς κατασκευάζουν μια μεγάλη γκάμα προϊόντων, από είδη μόδας μέχρι αρδευτικά συστήματα, σήμερα ο η παραγωγή επικεντρώνεται σε 3 κυρίως πεδία: επεξεργασία μετάλλων και μεταλλευμάτων, πλαστικών ειδών και επεξεργασία τροφών.
Ο πληθυσμός των κιμπούτς (1910-2000)
Έτος Αριθμός
Κιμπούτς Πληθυσμός
1910 1
1920 12 805
1930 29 3,900
1940 82 26,550
1950 214 67,550
1960 229 77,950
1970 229 85,100
1980 255 111,200
1990 270 125,100
2000 268 117,300
Παραγωγή και συμμετοχή της στην Εθνική Οικονομία του Ισραήλ.
Το 2010, υπήρχαν 270 κιμπούτς στο Ισραήλ. Εργοστάσια και αγροκτήματα τους αντιπροσωπεύουν 9% της βιομηχανικής παραγωγής του Ισραήλ, αξίζει 8 δισεκατομμύρια δολάρια, και το 40% της γεωργικής παραγωγής της, αξίας άνω των $ 1.700.000.000
Στα κιμπούτς παράγεται σήμερα ένα ευρύ φάσμα προϊόντων ωστόσο στην πλειοψηφία των κιμπούτς η βιομηχανική παραγωγή συγκεντρώνεται σε τρεις κύριους κλάδους: μεταλλουργία, τα πλαστικά και τα επεξεργασμένα τρόφιμα. Οι περισσότερες βιομηχανικές εγκαταστάσεις είναι μάλλον μικρές.�Η συμβολή του κιμπούτς στην παραγωγή της χώρας, τόσο στον τομέα της γεωργίας (33 % των γεωργικών προϊόντων) όσο και στη βιομηχανία (6,3 % των βιομηχανικών προϊόντων) είναι πολύ μεγαλύτερη από ό, τι το μερίδιό τους στον πληθυσμό (2,5 %). Τα τελευταία χρόνια, με την αύξηση του αριθμού των κιμπούτς έχουν δημιουργηθεί αρκετές εγκαταστάσεις για τον τουρισμό καθώς και διάφορες σύγχρονες ψυχαγωγικές εγκαταστάσεις, όπως πισίνες, εκτάσεις για ιππασία, γήπεδα τένις και μουσεία, τόσο για τους Ισραηλινούς όσο και τους ξένους επισκέπτες
Καθώς ο πληθυσμός του Ισραήλ αυξήθηκε και επεκτάθηκαν τα αστικά κέντρα, μερικά κιμπούτς βρέθηκαν σχεδόν προάστια των πόλεων. Λόγω αυτής της εγγύτητας, πολλά από αυτά προσφέρουν πλέον υπηρεσίες στο κοινό, όπως εμπορικά πλυντήρια, catering, μικρά εμπορικά καταστήματα, μονάδες για τη φροντίδα των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων και των θερινών κατασκηνώσεων.
Τομείς όπου εργάζονται τα μέλη των Κιμπούτς
Πίνακας 2
Τομείς %
Γεωργία και Αλιεία 24
Βιομηχανία & Λατομεία 24
Τουρισμός, Εμπόριο & Οικονομικές Υπηρεσίες 11
Μεταφορές & Επικοινωνίες 5
Κτίρια & Utilities 1
Δημόσιες & Κοινοτικές Υπηρεσίες 18
Προσωπικές Υπηρεσίες 1
Τελικές παρατηρήσεις: Το τέλος της ουτοπίας
Είδαμε πως ο μετασχηματισμός των κιμπούτς έχει συνδεθεί, σε κάποιο βαθμό, με τις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές διαδικασίες που έχουν λάβει χώρα στο Ισραήλ από το 1980. Ορισμένες από αυτές τις διεργασίες είναι μέρος των διεθνών διεργασιών, την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού ,την παρακμή του κράτους πρόνοιας, και εν μέρει στη εξασθένιση του ισραηλινού εργατικού κινήματος που έπαψε να έχει την ηγετική φυσιογνωμία στο Ισραήλ από το τέλος της δεκαετίας του 1970.
Η πτώση του Εργατικού Κόμματος δεν υπήρξε μόνο ένα εκλογικό ζήτημα, δηλαδή η απώλεια της πολιτικής εξουσίας που υπέστη, αλλά και μια συνολικότερη ιδεολογική υποχώρηση. Ορισμένες αποφάσεις που ελήφθησαν από τις ισραηλινές κυβερνήσεις που αποτελούνταν τόσο του συντηρητικού Λικούντ και το Εργατικό Κόμμα επηρέασαν άμεσα τα κιμπούτς και άλλων παραγωγικών τομέων της ισραηλινής οικονομίας. Τα μέσα της δεκαετίας του 1980 βρίσκουν το Ισραήλ ήταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση με ένα υψηλό ποσοστό πληθωρισμού με οικονομική στασιμότητα, και ένα πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας. Ένα πρόγραμμα της κυβέρνησης εθνικής ενότητας (στην οποία το Εργατικό Κόμμα ήταν ισότιμος εταίρος) επικεντρώθηκε στον έλεγχο του πληθωρισμού με το πάγωμα των τιμών, των μισθών και των επιτοκίων.
Ως αποτέλεσμα, το πραγματικό επιτόκιο για τις βραχυπρόθεσμες πιστώσεις αυξήθηκε σε ένα επίπεδο 100 τοις εκατό. Τα κιμπούτς τα οποία εκείνη την εποχή είχαν δανειστεί χρήματα, περισσότερο από ότι συνήθως, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη συνεχή παραγωγή και την πλήρη απασχόληση, βρέθηκαν βαθιά χρεωμένα στις τράπεζες και αντιμετώπισαν τον κίνδυνο της πτώχευσης.
Συνέπεια αυτής της κρίσης χρέους, η οποία απείλησε σοβαρά τα κιμπούτς, ήταν πως αυτές οι ομάδες μέσα στο κιμπούτς ανάγκασαν τα μέλη να εγκαταλείψουν τον παραδοσιακό κοινοτικό τρόπος ζωής και να ενσωματώσουν καπιταλιστικά στοιχεία στην οικονομίας των κιμπούτς.
Μια δεκαετία αργότερα, οι τράπεζες και η κυβέρνηση συμφώνησαν να διαγράψουν τα δύο τρίτα του χρέους, αναγνωρίζοντας ότι είχε προκληθεί από την υπερβολική αύξηση των επιτοκίων που είχε επιβληθεί στα κιμπούτς.
Ωστόσο, αυτή η διορθωτική κίνηση δεν ήταν αρκετή ώστε να λυθεί πλήρως το πρόβλημα, και τα κιμπούτς εξακολουθούν να αποπληρώνουν ένα άδικο χρέος. Τα κιμπούτς δεν έχουν ανακάμψει πλήρως από την κρίση χρέους της δεκαετίας του 1980 και του 1990 Επιπλέον, ενώ αποδυναμώνονταν από αυτή την κρίση, θα έπρεπε να διαχειριστούν την παραγωγή τους σε ένα νεοφιλελεύθερο πια περιβάλλον.
Παρόλα αυτά μετά από δεκαετίες μείωσης του αριθμού τους, με πτωχεύσεις και ιδιωτικοποιήσεις, το κίνημα των κιμπούτς του Ισραήλ υφίσταται μια αξιοσημείωτη ανάκαμψη, με αύξηση του αριθμού εκείνων που θέλουν να ενταχθούν σε αυτή τη μορφή της συλλογικής ζωής. Πρόκειται για μεμονωμένα άτομα ή οικογένειες που προσελκύονται από τον τρόπο ζωής των κιμπούτς, από την ποιότητα της εκπαίδευσης, του περιβάλλοντος, του ελεύθερου χρόνου αλλά και της ασφάλειας που παρέχει η ζωή σε αυτά. Όπως αναφέρει άρθρο της η αγγλική εφημερίδα Guardian στις 23.07.2012 «Το κίνημα των Κιμπούτς του Ισραήλ κάνει ένα δυναμικό comeback»