Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι εξαιρετικά γαλαντόμο όταν εισηγείται ελαφρύνσεις με τα λεφτά των άλλων. Πολύ περισσότερο όταν αυτές διασφαλίζουν τα δικά του έσοδα. Δείτε, για παράδειγμα, το χρέος: Το ΔΝΤ εισηγείται να «κουρευτεί» το χρέος προς όλους τους άλλους πλην του ίδιου. Επιδιώκει, έτσι, να διασφαλίσει ότι (μη πληρώνοντας τους άλλους…) θα πληρώσουμε το χρέος μας στο ίδιο. Με το «κούρεμα», το χρέος –λέει το ΔΝΤ– γίνεται βιώσιμο. Ητοι, αφού «ρίξουμε» όλους τους άλλους, το ΔΝΤ θα είναι βέβαιο ότι θα του επιστρέψουμε όσα του χρωστάμε, μέχρι το τελευταίο σεντ, και άρα θα συνεχίσει να μας δανείζει.
Απλοχεριά!…
Το ΔΝΤ χρησιμοποιεί διπλωματική γλώσσα όταν πρόκειται για τις δικές του επιδιώξεις. Οταν αναφέρεται σε άλλους, μιλά πιο καθαρά. Παράδειγμα, η έκθεση που δημοσιοποίησε την Τετάρτη, σχετικά με την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Είπε καθαρά δύο σημαντικές αλήθειες: (α) Το αρχικό πρόγραμμα δεν προέβλεπε «κούρεμα» χρέους, προκειμένου να μην πληγούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Εγινε πολύ αργότερα, αφού οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είχαν μεταφέρει τα ελληνικά ομόλογα στους φορολογούμενους πολίτες τους. (β) Η δημοσιονομική προσαρμογή έπρεπε να είναι ήπια και σε βάθος χρόνου, ώστε να αποφευχθεί η δραματική ύφεση και η εκτίναξη της ανεργίας. Εγινε απότομα και βίαια όμως, επειδή η Ευρώπη δεν ήθελε να δώσει μεγαλύτερη χρηματοδότηση στην Ελλάδα. Ετσι, απλά.
Τι ο μύθος δηλοί; Αυτό που το πολιτικό προσωπικό δείχνει ανίκανο (ή απρόθυμο…) να κατανοήσει. Βεβαίως το μνημόνιο πρέπει να εφαρμοστεί γρήγορα, βεβαίως η σημερινή κυβέρνηση μπορεί και έχει αποφασίσει να το εφαρμόσει, ωστόσο δεν αρκεί αυτό για να επιτευχθεί οικονομική μεγέθυνση, να σταματήσει η καταστροφή θέσεων εργασίας και να δημιουργηθούν νέες. Γιατί τα μνημόνια έχουν σαφείς στόχους (α) να μειώσουν τον κίνδυνο Ελλάδας για τον υπόλοιπο κόσμο, και δη την Ευρωζώνη, όπερ υπηρετείται και με τη σμίκρυνση της ελληνική οικονομίας και (β) να διασφαλίσουν ότι θα αποπληρώσουμε τα χρέη ώστε να ξαναβγούμε στις αγορές. Οπως παραδέχεται το ΔΝΤ, τα μνημόνια τείνουν να διασφαλίζουν τους δανειστές, όχι τη μεγέθυνση-ανάπτυξη της οικονομίας μας. Η ανάπτυξη είναι ελληνική υπόθεση. Και προϋποθέτει εθνικό σχέδιο.
Αλλά, ενώ οι εταίροι μας διαθέτουν σχέδιο προστασίας των δικών τους συμφερόντων, η χώρα μας δεν διαθέτει κανένα.
Δεν διαθέτει, όχι επειδή αποσύρθηκε, έστω μέχρι νεωτέρας, το «παράλληλο πρόγραμμα». Δεν θα διέθετε τίποτα έτσι ή αλλιώς. Γιατί το λεγόμενο «παράλληλο πρόγραμμα» δεν είναι πρόγραμμα. Φάνηκε ότι ήταν ένα προπαγανδιστικής χρησιμότητας σκαρίφημα, ένα συνονθύλευμα ατάκτως ερριμμένων ρυθμίσεων, καινούργιων και ανακυκλωμένων, γραμμένο στο πόδι, χωρίς κοστολόγηση και, κυρίως, χωρίς (οποιονδήποτε) φιλόδοξο στόχο.
Κι οι στόχοι δεν μπορεί να είναι πολλοί. Η χώρα χρειάζεται ένα πραγματικό πρόγραμμα με ριζοσπαστικές δράσεις (για αξιοκρατία, διαφάνεια, σταθερό φορολογικό πλαίσιο, για ασφάλεια δικαίου και απονομή δικαιοσύνης…), για να προσελκυστούν ξένα μακροπρόθεσμα κεφάλαια, να ξεκινήσουν επενδύσεις και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Η Ελλάδα είναι ένα μικρό σκάφος, εύκολα θα μπορούσε να πάρει απότομα μια στροφή και να αλλάξει ρότα, με κατεύθυνση προς την οικονομική μεγέθυνση – δεν είναι ένα βαρύ υπερωκεάνιο που αργά και δύσκολα στρίβει. Αλλά όλα δείχνουν ότι το πολιτικό προσωπικό είναι ανίκανο και ανήμπορο να οργανώσει και διευθύνει μια τέτοια προσπάθεια. Eτσι, «μνημονιακοί» και «αντιμνημονιακοί» πολιτικοί (απολύτως αδιάφορο…) από κοινού καταδικάζουν τη χώρα σε δίνη ύφεσης και ανεργίας, ανταλλάσσοντας σφοδρά τηλεοπτικά πυρά με αφορμή τα όσα λέει ή δεν λέει το ΔΝΤ