Η κυβέρνηση αποδέχεται και συνομολογεί ότι μεταβλήθηκαν ριζικά οι πολιτικοί συσχετισμοί που την έφεραν στην εξουσία τον Ιανουάριο και τη διατήρησαν σε αυτή, παρά τα όσα μεσολάβησαν, τον Σεπτέμβριο του 2015. Για αυτόν τον πολύ απλό λόγο επισπεύδει τώρα την αλλαγή του εκλογικού συστήματος και επιδιώκει την υπερψήφισή του από τα 2/3 ώστε η λεγόμενη απλή αναλογική να ισχύσει αμέσως, από τις επόμενες εκλογές. Αν το κίνητρο της κυβέρνησης ήταν θεσμικό ή ιδεολογικό, η αλλαγή του εκλογικού νόμου θα έπρεπε να έχει συντελεστεί μετά τις πρώτες εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και πάντως πριν από τις δεύτερες εκλογές του Σεπτεμβρίου. Εδώ και 18 μήνες η χώρα κυβερνιέται από τη ρητορικά ετερογενή, αλλά ομογενοποιημένη χάρη στη νομή της εξουσίας σχετική πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ που μετατρέπεται σε απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία χάρη στο μπόνους που προσφέρεται στο πρώτο κόμμα από τον ισχύοντα εκλογικό νόμο χωρίς άλλες προϋποθέσεις.
Πίσω από την εσπευσμένη αλλαγή του εκλογικού νόμου υποτίθεται ότι βρίσκεται η επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ να διαμορφωθούν νέου τύπου κυβερνητικές συνεργασίες. Μοιράζονται άραγε τη φιλοδοξία αυτή με τους ΑΝΕΛ και τη θυμήθηκαν πότε ακριβώς; Όταν οι δημοσκοπήσεις και η κοινή εμπειρία κατέγραψαν την αλλαγή των συσχετισμών στο κοινωνικό σώμα, δηλαδή την κρίση πολιτικής νομιμοποίησης της σημερινής κυβέρνησης. Η επιδίωξη συνεπώς της κυβέρνησης δεν έχει αφηρημένα θεσμικά χαρακτηριστικά, αλλά κίνητρα συγκυριακά και τυχοδιωκτικά. Θέλει να ελέγξει την πτώση της και να διατηρήσει υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ τον ρόλο του κρίσιμου παράγοντα των εξελίξεων.
Θεμελιώδες όμως στοιχείο των εξελίξεων είναι το να φύγει η σημερινή κυβέρνηση. Θεμελιώδης συνεπώς υποχρέωση των πολιτικών δυνάμεων που σήκωσαν το δυσανάλογο πολιτικό βάρος της υπευθυνότητας και της εθνικής στρατηγικής – πρωτίστως της δημοκρατικής παράταξης – είναι να δώσουν καθαρή εναλλακτική κυβερνητική λύση, βασισμένη σε τέσσερα προτάγματα: την ιστορική αλήθεια, την κοινή λογική, τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και την εθνική ενότητα. Ο ρόλος αυτός δεν μπορεί να διεκδικείται από εκείνους που υπονόμευσαν εν ψυχρώ όλα τα παραπάνω προτάγματα γιατί είδαν στην περιπέτεια των Μνημονίων τη μικροκομματική ευκαιρία να παίξουν ρόλους που ούτε να τους φανταστούν δεν μπορούσαν πριν από το 2010.
Αυτή όμως η κυβέρνηση που με την αλλαγή του εκλογικού νόμου, όπως την προωθεί, συνομολογεί την κρίση νομιμοποίησης και αντιπροσωπευτικότητάς της, διατείνεται ταυτοχρόνως ότι έχει σχέδιο μακράς παραμονής στην εξουσία, μέχρι το τέλος της τετραετίας, μέσω της απροκάλυπτης υπονόμευσης των θεσμών της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου!
Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που, όπως τώρα αποκαλύπτεται, είχε αναθέσει σε αλλοδαπούς ιδιώτες την προετοιμασία σχεδίου (plan Χ) για την ηθελημένη επάνοδο στο εθνικό νόμισμα υπό συνθήκες κατάλυσης των συνταγματικών εγγυήσεων και ελευθεριών. Όχι σχέδιο Β για την περίπτωση που θα συνέβαινε κάτι ακραίο παρά τη βούλησή της, αλλά σχέδιο Χ ως δική της πολιτική επιλογή και πρωτοβουλία χωρίς σχετική δημοκρατική εντολή και νομιμοποίηση που σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να έχει σαφή και ρητό χαρακτήρα.
Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που αφού ευτέλισε τη δημοκρατική διαδικασία του δημοψηφίσματος, ευτέλισε και το αποτέλεσμά του, μετατρέποντας το δήθεν υπερήφανο Οχι, αρχικά μεν στο Μνημόνιο τρία, στη συνέχεια σε διαρκές Μνημόνιο μετά το 2018 και τελικά σε πλήρη παράδοση της δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής κυριαρχίας και των θεσμών της χώρας (υπερταμείο, ΤΧΣ κ.ο.κ.) στην τρόικα.
Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που επιδιώκει να ελέγξει το τηλεοπτικό τοπίο με πρωτόγονο νομικά τρόπο. Για την κυβέρνηση που καταργεί και υποκαθιστά τις συνταγματικά προβλεπόμενες ανεξάρτητες Αρχές και τις προστατευόμενες από το δίκαιο της ΕΕ ρυθμιστικές Αρχές.
Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που θεωρεί ότι μπορεί να εκφράζει, να προκαταλαμβάνει και να ελέγχει τη Δικαιοσύνη με πρωτοφανείς πειθαρχικές και ποινικές διαδικασίες στο εσωτερικό της Δικαιοσύνης.
Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που ισχυρίζεται υποκριτικά ότι τώρα πια επιδιώκει τη συναίνεση που είναι σύμφυτη με την απλή αναλογική και τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, ενώ όλη η πολιτική της βασίζεται στη μετωπική σύγκρουση, στο ψέμα, στη συκοφαντία, στην αλλοίωση της πραγματικότητας.
Πρόκειται για την κυβέρνηση που χαιρόταν το καλοκαίρι του 2015 για τη διεθνή συμπαράσταση που συγκέντρωνε κατά των κακών Ευρωπαίων με το σύνθημα «this is a coup» και τώρα βλέπουμε ότι δεν είχε πρόβλημα να ετοιμάζει plan X που ήταν το ίδιο ένα coup καθώς προέβλεπε εκ των πραγμάτων την κατάλυση των δημοκρατικών και δικαιοκρατικών θεσμών.
Το μεγαλύτερο όμως coup είναι αυτό που αποπειράται και πάλι η κυβέρνηση κατά της κοινής λογικής, κατά της κοινωνικής και εθνικής συναίνεσης και ενότητας που έχει ανάγκη ο τόπος. Αυτό είναι πράγματι ένα ουσιαστικό και επικίνδυνο χτύπημα. This is, λοιπόν, a coup.