Θα σας λέω όλους Γιάννη, λέει ένα τραγούδι του Χατζή, για να περιγράψει την κοινή μοίρα μιας κατηγορίας ανθρώπων. Δανειστήκαμε λοιπόν την έμπνευσή του για να κατηγοριοποιήσουμε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά πολιτικών και πολιτών.
Οι πολιτικοί δεν πέφτουν από τον ουρανό σε μια δημοκρατία, είναι σαφές. Τους προτιμούν οι πολίτες της. Γι αυτό και είναι σοφό να λέγεται ότι οι λαοί έχουν τις κυβερνήσεις που τους αξίζουν. Εννοείται, κατά πλειοψηφία. Όχι όμως μόνο τις κυβερνήσεις. Αλλά και τους πολιτικούς ηγέτες όλων των κομματικών χώρων. Δεν μας αξίζει μόνο η ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κυβέρνηση, ο Αλέξης και ο Καμένος. Μας αξίζει και ο Μιχαλολιάκος, ο Λεβέντης, ο Σταύρος η Φώφη κλπ. Τα μικρά ονόματα, χωρίς ειρωνεία. Όπως λέγαμε Αντρέα τον Α.Γ.Π.
Όσο για το σόφισμα περί σοφού λαού, ας το αφήσουμε καλύτερα στο μουσείου του λενινισμού – λαϊκισμού. Η προσωπική συμπεριφορά εκάστου, επειδή ενίοτε χειραγωγείται, δεν απαλλάσσεται κι από την ευθύνη. Και η αθώωση που επιχειρείται μέσα από κολακείες περί σοφίας, είναι ένας δόλιος έρανος ψήφων.
Η μικρή μας αφήγηση λέει ότι ο καθένας μας είναι υπεύθυνος ατομικά για την όποια συλλογική κατρακύλα. Και θέλει να τον δείξει με το δάχτυλο, να τον πει ένοχο αν φταίει, όσο φταίει.
Το κίνητρο του πολιτικού, θα έπρεπε να είναι η προσφορά στο σύνολο και φυσικά είναι θεμιτή η φιλοδοξία της καταξίωσης για ότι προσφέρει.
Ως γνωστόν το κίνητρο του πολιτικού μεταβάλλεται ταχτικά σε μια άκρατη φιλοδοξία, μαζί με το άλλο κίνητρο, του τζάμπα βιοπορισμού ή της ευτελούς κονόμας. Δόξα και χρήμα με λίγα λόγια, πάσει θυσία. Κι εκεί χάνεται ο ορισμός και η έννοια του πολιτικού όντος, επειδή όταν προέχει η προσφορά στον εαυτό του και όχι στους συμπολίτες του, καταργεί τον ορισμό του Περικλή περί πολίτη, που τον θέλει να βάζει πάνω απ’ όλα το συμφέρον της Πολιτείας.
Και ας μην απαντήσει κάποιος ότι στην ιστορία μένει ως ρεζίλης και όχι ως δοξασμένος ένας τέτοιος πολιτικός. Η πρέζα της εξουσίας είναι μάλλον το πιο ισχυρό ψυχότροπο.
Όμως αυτό δεν συμβαίνει μόνο στους πολιτικούς, σ αυτούς που οδηγούν.
Ο πολίτης που δεν ενδιαφέρεται να προκόψει μέσα από τη συνολική προκοπή αλλά ατομικά και σε βάρος του συνόλου, σε τι διαφέρει από τον ανάλογο πολιτικό; Σε τίποτα.
Μετά ακολουθεί ο εμμονικός οπαδός που φιλοδοξεί να είναι «κάποιος» μέσα από την επιλογή του, που εστιάζεται στο αυστηρό εγώ του. Που καίγεται κυρίως να δικαιωθεί και να δοξαστεί στο περιβάλλον που εκτέθηκε με κάποιες απόψεις. Που δεν επιχειρεί να κάνει δεύτερη σκέψη και να κρίνει σφαιρικά με γνώμονα το κοινό όφελος επειδή είναι πολύ απασχολημένος με το υπαρξιακό του όφελος. Δεν είναι κι αυτός αφοσιωμένος στην πρεζούλα του, στην προσωπική του φιλοδοξία, άσχετα με το αν είναι λιγότερη από εκείνη του πολιτικού?
Κατά τη γνώμη μας πρόκειται ακριβώς για το ίδιο πολιτισμικό μελάνωμα.
Άρα το προσωπικό συμφέρον και η ματαιοδοξία, πολιτικών και πολιτών, έχουν μερικές φορές ένα υπέροχο ραντεβού, το οποίο μπορεί έως και να καταστρέψει τη χώρα τους. Η ευθύνη είναι κοινή.
Μέσα απ’ αυτό το πρίσμα θα θέλαμε να δούμε και την υπόθεση της αναγέννησης – ή σκέτο γέννησης – μιάς σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, η οποία θα ηγηθεί ή θα συνδράμει στην αναγέννηση της χώρας.
Το πρώτο ερώτημα που εγείρεται είναι αν το ΠΑΣΟΚ μπορεί να συσπειρώσει και να ηγηθεί.
Η δική μας απάντηση είναι, όχι, δεν μπορεί.
Το ΠΑΣΟΚ έχει χρεωθεί στη μέση συνείδηση πρώτα απ όλα την κρίση. Αλλά αυτό από μόνο του, σηκώνει αντίλογο. Εύκολα μπορεί να αποδείξει κανένας ότι το τελικό ξεχείλωμα της οικονομίας ήρθε από την Καραμανλική πενταετία.
Το μείζον όμως που έχει χρεωθεί το ΠΑΣΟΚ δεν είναι το ποιος πήγε τη σκυτάλη στην τελευταία διαδρομή μέχρι την χρεοκοπία. Είναι η αδρανοποίηση έως και διάλυση των θεσμών ώστε να εξυπηρετηθεί ο κρατισμός και τα οφέλη από τη νομή της εξουσίας. Έχει χρεωθεί την κρίση θεσμών και αξιών που προηγήθηκε της οικονομικής κρίσης. Διότι παρέλαβε κομματικό κράτος από τη δεξιά και το «τελειοποίησε» αντικαθιστώντας τους παλιούς κομματάρχες με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες και τα διορισμένα στελέχη του στους κόμβους του κράτους που έρεε συμφέρον. Δόξα και χρήμα. Είναι η πραγματικότητα που ζήσαμε και δεν διαφεύγει κανενός.
Ακόμη και όσοι έχουν την ψυχραιμία να μοιράζουν σωστά την τράπουλα σχετικά με τα ορθά και τα λάθη της ιστορίας του, αυτό δεν μπορούν να το παραβλέψουν.
Αυτονόητα, το ίδιο το ΠΑΣΟΚ και κάθε στέλεχός του που συμμετείχε στις κυβερνήσεις του πρωταγωνιστικά, δεν πείθει να ηγηθεί στην αποκατάσταση της παράταξης και της χώρας.
Όχι πως δεν υπήρξαν στις τάξεις του κι εκείνοι που αντιστάθηκαν και ώθησαν προς την σωστή κατεύθυνση. Αλλά σε μια εποχή κρίσης αυτό γίνεται δυσδιάκριτο από την κοινωνία και δεν συσπειρώνει ούτε το ίδιο το κόμμα, που ανέκαθεν υπήρξε διχασμένο ανάμεσα στο λαϊκισμό – κρατισμό από τη μια και την εκσυγχρονιστική σοσιαλδημοκρατία από την άλλη. Κι αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι πολύτιμη η συμμετοχή τους στην ίδρυση της μεγάλης προοδευτικής παράταξης. Σημαίνει μόνο πως σ αυτή τη φάση, ο συμβολισμός και η ουσία του ηγέτη έχει να κάνει με έναν καχύποπτο και απαιτητικό ακροατή.
Στο ρόλο του ηγέτη που θα φέρει την ενότητα στον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς, δεν τα κατάφερε ούτε ο Βενιζέλος, παρ’ όλο που η προσφορά του υπήρξε τεράστια στην υπόθεση της ύστατης σωτηρίας και που στην ευφυΐα του υποκλίνονται εχθροί και φίλοι.
Σαν ποιος άλλος θα μπορούσε?
Η Φώφη?
Της το αρνούνται τα γκάλοπ και η πραγματικότητα, πρώτα απ όλα για τους λόγους που αναφέραμε.
Επί πλέον δεν έχει μπορέσει να δώσει ταυτότητα στο μετά Βενιζέλο ΠΑΣΟΚ, και συντηρεί διχασμένο το ίδιο το κόμμα της. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι μπορεί να κερδίσει και την εμπιστοσύνη του άστεγου κεντροαριστερού πολίτη ή των υπολοίπων κομμάτων του χώρου.
Η επίθεση σ’ έναν νεοφιλελευθερισμό που δεν υπάρχει πουθενά, η υπεράσπιση του «δημόσιου» χαραχτήρα των αστικών συγκοινωνιών που την κάνει συριζότερη του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με το χάος που τη χωρίζει από μια δεξιά που μόλις συνεργάστηκε για τη σωτηρία της χώρας, αγγίζουν συναισθηματικά κάποιους που έζησαν πριν μισό αιώνα τα συνθήματα και το θρίαμβο του Κινήματος αλλά δεν έχουν επαφή με την σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία. Αν προσθέσουμε και το αντιμνημονιακό άρωμα των ανακοινώσεων με φράσεις όπως «υποταγή στον Σόιμπλε» κλπ πολλά τέτοια, δεν βγάζει νόημα η σοσιαλδημοκρατία της Φώφης.
Το γεγονός επίσης ότι αλληθωρίζει προς τον ΣΥΡΙΖΑ και βιάζεται να τον ανακηρύξει συγκυβερνήτη μιας μελλοντικής κυβέρνησης, δείχνει πως δεν την απασχολεί η απόλυτη απάτη που έζησε η χώρα. Δεν δείχνει να έχει τέτοια κόκκινη γραμμή προς την καταστροφική διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Αλλά η συντριπτική πλειονότητα δεν κατανοεί το πάντρεμα της σοσιαλδημοκρατίας με τον αυταρχικό κρατισμό των κυβερνώντων. Δηλαδή με την γκρίζα πλευρά του ιστορικού ΠΑΣΟΚ που την έφτασαν στο μαύρο οι Συριαζανέλοι. Είναι σαφές ότι κι εκείνοι που πιστεύουν πως εξαπατήθηκαν και ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν λόγο εφ’ όσον τον εγκαταλείψουν, να τον συναντήσουν στα σχέδια συμμετοχής στην εξουσία, καμιάς Φώφης.
Η πολιτική της μοιάζει να είναι ένα αναπροσαρμοζόμενο διαρκώς σχέδιο που κινείται στην οροφή και υπολογίζει από πού θα πάρει ψήφους. Το οποίο δεν φαίνεται να χειρίζεται τις τύχες της χώρας αλλά την τύχη της ηγεσίας.
Είναι τόσο φανερό, όλα τα μηνύματα είναι σαφή, ότι εκείνο που θα προκαλούσε τη συσπείρωση των προοδευτικών πολιτών, θα ήταν, μια συγκροτημένη πολιτική πρόταση, με νέο και ικανό ηγέτη και ένα νέο κόμμα στέρεης δημοκρατικής δομής.
Η Φώφη δεν το ξέρει?
Το περιβάλλον της το στενό, το ηγετικό, δεν το ξέρει?
Κατά την γνώμη μας το ξέρει, όλοι το ξέρουν, αλλά δεν είναι στα άμεσα ενδιαφέροντά τους η ανασυγκρότηση της παράταξης, χωρίς τους ίδιους στην κορυφή. Τόσο απλό.
Με οποιαδήποτε Φώφη από τα παλιά, – στην περίπτωσή της κι από τα παθογενή ξεπερασμένα που ήδη αποτελούν την ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ, – δεν προμηνύεται κανένα μέλλον ενότητας και αναγέννησης της κεντροαριστεράς.
Τελευταία σπουδαία προσφορά της θα ήταν η παραίτησή της
προκειμένου να διευκολύνει την εκλογή νέου ηγέτη σε έναν ανανεωμένο και ενωμένο χώρο, με τα χαραχτηριστικά που ήδη αναφέραμε. Μια προσφορά που την οφείλουν όλα τα ιστορικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ και είναι πολλά εκείνα που προς τιμή τους, την επωμίζονται.
Μακάρι να κάνουμε λάθος αλλά τέτοια γενναιότητα δεν περιμένουμε από τη Φώφη.
Η φιλοδοξία της μοιάζει να την οδηγεί έως να φωνάξει όλους τους άλλους χώρους να καθίσουν κάτω από ένα καπέλο στο οποίο η ίδια θα είναι η κορδέλα. Τους οποίους σχεδιάζει να υποσκελίσει με μια επανεκλογή της, μέσα από το μηχανισμό του κόμματος που έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Και γύρω της φυσικά υπερθεματίζουν όσοι προσδοκούν την νομή μιάς φέτας εξουσίας.
Αλλά ο φιλόδοξος αυτός χαρταετός που αποτελείται από την Φώφη μαζί με την αυλή της, την νομενκλατούρα, δεν πετάει χωρίς ουρά. Και ουρά είναι εκείνοι οι πολίτες που στηρίζουν το ΠΑΣΟΚ και την κάθε Φώφη, κυρίως συναισθηματικά. Εγωιστικά και υστερόβουλα, επειδή έχουν εκτεθεί σε οπαδικούς καυγάδες. Αλλά τα ψυχολογικά τους, δεν αφορούν την κοινωνία, παρά μόνο τους ίδιους.
Τέτοιο κίνητρο δεν έχει πολλά ονόματα, πρόκειται για προσωπική φιλοδοξία, ματαιοδοξία για την ακρίβεια, – ταχτικά μαζί με μικροσυμφέροντα, – η οποία τηρουμένων των αναλογιών, είναι όμοια μ’ αυτή που υπαγορεύει την συμπεριφορά και της ηγεσίας.
Το πάθος να παρακολουθούν οι τέτοιοι συμπολίτες μας το Γιώργο ή τη Φώφη και λοιπούς αρχηγούς, δεν διαφέρει από το πάθος για εξουσία των ίδιων των αρχηγών. Το περιτύλιγμα του αγνού πολίτη, ξεγελάει ψυχωσικά τους εαυτούς τους, αλλά όχι την κοινωνία και ούτε την πραγματικότητα που φωνάζει για το αδιέξοδο.
Από την άλλη, υπάρχουν οι οπαδοί της απόστασης σε οτιδήποτε αφορά το ΠΑΣΟΚ. Ο Σταύρος αρνήθηκε οποιαδήποτε ώσμωση με το ΠΑΣΟΚ και φυσικά στηρίχτηκε από οπαδούς που δεν ήθελαν να «λερώσουν» το όνομά τους σε προσεγγίσεις με το παλιό. Γεγονός που διαβάζεται με τον ίδιο τρόπο. Ναι στην ενωμένη προοδευτική παράταξη αλλά με αρχηγό το Σταύρο. Και με οπαδούς φρέσκους και αθώους, καθαρμένους δηλαδή, αφού έτσι κι αλλιώς κάπου στεγάζονταν πριν εφευρεθεί ο Σταύρος.
Χάριν συντομίας, αρχηγούς και τέτοιους οπαδούς, λέμε να τους λέμε όλους Φώφη. Ανήκουν όλοι μαζί σε έναν πολιτισμό που ορθώνει εμπόδια στη σοσιαλδημοκρατική παράταξη και αδιαφορεί στην πράξη για την αποκατάσταση της χώρας.
Καμιά Φώφη δεν μπορεί να προκόψει στην ηγεσία αν δεν την στηρίξει η Φώφη της βάσης.
Μέσα στο ΠΑΣΟΚ υπάρχουν δυνάμεις που ασφυκτιούν. Ίδιες τέτοιες δυνάμεις υπάρχουν μέσα ή στις όχθες του ΠΟΤΑΜΙ, καθώς και σε μικρότερους σχηματισμούς. Μιλάμε για πολιτικούς και πολίτες μαζί.
Είναι εκείνοι που εστιάζουν στο συμφέρον της χώρας πάνω απ όλα, στη συγκρότηση ενός σοσιαλδημοκρατικού φορέα, σύγχρονου, ευρωπαϊκού. Και δεν δείχνουν πρόθυμοι να δεθούν σε καμία καλούμπα καμιάς πολιτικής αποκριάς. Δεν μοιάζουν διαθέσιμοι να παραστήσουν τα ζύγια και ούτε την ουρά, σε έναν τέτοιο χαρταετό που θα πετάει όπου φυσάει ο άνεμος, αρκεί να πετάει.
Κι όλα αυτά λένε, πως η επιλογή της συμβολής στον κατακερματισμό ή στην ενότητα, είναι προσωπικό βάρος. Και το επωμίζεται έκαστος ολόκληρο.
Ένα σημαντικό έργο, το πρόγραμμα, βρίσκεται σε καλό σημείο.
Και το δημοκρατικό κόμμα σε νέα πρότυπα, είναι ώριμο να δημιουργηθεί.
Η ηγεσία λείπει.
Και δυστυχώς αναδεικνύεται στο πιο δύσκολο πρόβλημα, όχι τυχαία, τα είπαμε.
Η λύση κάποτε θα δοθεί είτε με συναίνεση είτε με ρήξη. Επειδή η δυναμική και οι ανάγκες της κοινωνίας χρειάζονται την προοδευτική παράταξη.
Η ρήξη όμως σημαίνει χαμένος πολιτικός χρόνος. Πολύτιμος για την ιστορική φάση που διανύει η χώρα.
Όσοι εμμένουν στις ματαιοδοξίες τους, σε ένα πρόβλημα του οποίου η εκφώνηση έχει κατά την γνώμη μας ολοκληρωθεί, δεν θα κριθούν από τις προθέσεις που διακηρύσσουν. Θα κριθούν από το αποτέλεσμα, το οποίο εν προκειμένω σέρνεται.