Θα περιμένουμε το θαύμα;

Γιάννης Μεϊμάρογλου 10 Αυγ 2019

Η λαϊκή ετυμηγορία του Μάρτη του 2004 διέκοψε μια συνεπή προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας. Με όλες τις επιφυλάξεις και τις διαφωνίες που μπορεί να εκφράσει κανείς, η διακυβέρνηση Σημίτη ήταν η τελευταία που κινήθηκε βάσει οράματος, σχεδίου και συγκεκριμένων στόχων. Η καταστροφική κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, που ανέλαβε στη συνέχεια την εξουσία, άνοιξε ουσιαστικά την πόρτα στο ΔΝΤ, στα μνημόνια και τον λαϊκισμό. Η πρόσφατη εκλογική αποδοκιμασία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ-γέφυρες αποτέλεσε, μετά από μια 10ετία σκληρής κρίσης, μια βαθιά ανάσα για τους πολίτες.

Η ΝΔ και κυρίως ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε να πείσει σημαντικό μέρος πολιτών κερδίζοντας και την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Ανέλαβε έτσι και την ευθύνη να οδηγήσει τη χώρα στη νέα, μεταμνημονιακή εποχή. Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι ευνοήθηκε σκανδαλωδώς από τη συγκυρία. Η ψήφος οργής του εκλογικού σώματος κατά της ανεύθυνης και επικίνδυνης λαϊκιστικής συγκυβέρνησης Τσίπρα έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Όπως και η ουσιαστική εγκατάλειψη από το Κίνημα Αλλαγής του χώρου του πολιτικού Κέντρου εξ αιτίας της αυταπάτης ότι θα άνοιγε ευκολότερα έτσι ο δρόμος της επιστροφής ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Θα καταφέρει να γυρίσει οριστικά τη σελίδα της κρίσης και να οδηγήσει τη χώρα στο δρόμο της ανάπτυξης η ΝΔ; Οι αυτονόητες ευχές όλων όσων βάζουν το μέλλον της χώρας πάνω από το κομματικό και προσωπικό τους πολιτικό μέλλον δεν είναι αρκετές. Είναι σίγουρα πολύ νωρίς για να βγάλει κανείς συμπεράσματα. Στο επίπεδο της στελέχωσης των δομών – που κάθε άλλο παρά συμβολικό είναι – έχουν ωστόσο διαφανεί οι αντιφάσεις στο εσωτερικό της κυβερνώσας παράταξης. Τα θεαματικά ανοίγματα του πρωθυπουργού προς τον ευρύτερο κεντρώο χώρο «διανθίζονται» καθημερινά με αποφάσεις και επιλογές που έρχονται να θυμίσουν έντονα ότι στο τιμόνι της χώρας βρίσκεται η συντηρητική παράταξη.

Ο ρόλος των πολιτικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης δεν είναι βέβαια να παρακολουθούν το κυβερνητικό έργο και να εύχονται – ή να απεύχονται – να πετύχει. Ούτε και να αρκούνται σε μια «υποχρεωτική» και εξ επαγγέλματος αρνητική κριτική. Απαιτούνται ολοκληρωμένες και συγκεκριμένες εναλλακτικές προτάσεις, όπου υπάρχει προγραμματική διαφωνία, απαιτείται στήριξη των θετικών, μεταρρυθμιστικών κατευθύνσεων απέναντι στον λαϊκισμό των κεκτημένων.

Ο υπεύθυνος αυτός αντιπολιτευτικός ρόλος εναποτίθεται αποκλειστικά σχεδόν στο Κίνημα Αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ ψάχνει ήδη για τη νέα μεταμφίεση που θα τον επαναφέρει στην εξουσία, αξιοποιώντας φρέσκα και πιο πειστικά αυτή τη φορά προγεφυρώματα ενώ το ΚΚΕ βολεύεται στη δική του πραγματικότητα. Για να ανταποκριθεί ωστόσο με αποτελεσματικότητα στην αποστολή του, το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να εκπληρώσει τις προσδοκίες που γεννήθηκαν με τη συγκρότησή του. Η χώρα χρειάζεται μια υπεύθυνη προοδευτική παράταξη που δεν θα σκιαμαχεί για το παρελθόν αλλά θα εργάζεται για το μέλλον. Που θα υπερασπίζεται τα ανθρώπινα και τα κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών και θα αποτελεί ανάχωμα στην επέλαση του λαϊκισμού.

Το δεκαπενταύγουστο που πλησιάζει δεν πρέπει να δημιουργεί σε κανέναν την προσμονή ενός θαύματος από τη Μεγαλόχαρη. Το θαύμα της αναγέννησης της χώρας θα γίνει μόνο με την επίμονη και συνεπή μεταρρυθμιστική προσπάθεια των πολιτικών δυνάμεων  που είναι αποφασισμένες να πρωταγωνιστήσουν στη νέα εποχή.

Δημοσιεύεται και στα ΝΕΑ Σ/Κ