Ο διορισμός του κ. Κ. Ζούλα επικεφαλής της ΕΡΤ προκάλεσε, όπως θα πρέπει να ήταν αναμενόμενο, αντιδράσεις. Όταν κατηγορείς την προηγούμενη κυβέρνηση για κομματική μεροληψία είναι παράδοξο να διορίζει ο πρωθυπουργός, στη θέση του προέδρου της δημόσιας τηλεόρασης, τον υπεύθυνο του γραφείου τύπου του. Κι αυτό ανεξάρτητα από την διαπιστωμένη επαγγελματική επάρκεια τόσο του κ. Ζούλα όσο και του διευθύνοντος συμβούλου, του κ. Γ. Γαμπρίτσιου. Και οι δύο έχουν όλες τις προϋποθέσεις να διαψεύσουν όσους αμφισβητούν, καλοπροαίρετα ή όχι, την πρόθεσή τους να υπερασπιστούν την δεοντολογία.
Όμως η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της ΕΡΤ ενδεχομένως να είναι το μικρότερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει ο κ. Ζούλας. Στο κάτω κάτω από αυτόν εξαρτάται, από την θέλησή του δηλαδή να υπερασπιστεί την επαγγελματική του αξιοπρέπεια. Πολύ σοβαρότερο είναι αυτό που δεν συζητάμε: θέλουμε δημόσια τηλεόραση και αν ναι, με ποιο περιεχόμενο και για ποιο σκοπό. Η απάντηση δεν είναι αυτονόητη.
Θέλουμε για παράδειγμα άλλο ένα «ιδιωτικό» κανάλι που θα χτυπάει υψηλές τηλεθεάσεις; Ή ένα κανάλι αντιθέτως που θα καλύπτει όσους δεν περιλαμβάνονται στα target group των ιδιωτικών καναλιών τα οποία πρέπει αναγκαστικά να ζήσουν από την διαφήμιση και διαμορφώνουν ανάλογα το πρόγραμμά τους; Κι αν ισχύει το δεύτερο, αν ξεχάσει τις τηλεθεάσεις, τι σημαίνει και πώς δεν θα γίνει η ΕΡΤ το κανάλι της ήσσονος προσπάθειας και των κολλητών; Για να μην πούμε ότι ακόμα και μια τόσο βασική διάκριση, στην πράξη είναι δύσκολο να γίνει και συχνά μπορεί να δημιουργηθούν ζητήματα «αθέμιτου» ανταγωνισμού. Μια τηλεοπτική σειρά με υψηλές ποιοτικές προδιαγραφές, για παράδειγμα, σε ποια κατηγορία ανήκει;
Από εκεί και πέρα μπορεί κανείς να θέσει μια σειρά από ζητήματα, το κάθε ένα από τα οποία προϋποθέτει σοβαρό διάλογο. Τι σχέση πρέπει να έχει η ΕΡΤ με την πολιτιστική παραγωγή της χώρας; Οφείλει να την ενισχύει με ποιο τρόπο και με ποιες προϋποθέσεις; Είναι στο ρόλο της δημόσιας τηλεόρασης η ενίσχυση του ερασιτεχνικού αθλητισμού; Του επαγγελματικού; Η κοινωνία των πολιτών, πέρα από την εκκλησία που έχει μόνιμο στασίδι, θα έχει ρόλο και ποιο; Η εκπαιδευτική τηλεόραση; Οι τοπικοί σταθμοί; Και ποια θα είναι γενικότερα η θέση της ΕΡΤ σε ένα εξελισσόμενο τεχνολογικά τοπίο όπου το βάρος της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας πέφτει όλο και περισσότερο στο ίντερνετ και τα κοινωνικά δίκτυα; Ένα τοπίο δηλαδή όπου οι ρυθμίσεις και οι «άδειες» έχουν προ πολλού χάσει κάθε νόημα. Όλα αυτά μάλιστα μέσα στο πλαίσιο μιας επείγουσας και ριζικής αναδιοργάνωσης καθώς επανειλημμένα στο παρελθόν η δημόσια τηλεόραση ήταν ένα μέσο κομματικού ρουσφετιού, σπατάλης και ενδημικής διαφθοράς.
Τα ζητήματα αυτά θα αποτελούσαν αντικείμενο δημόσιου διαλόγου που θα οργάνωνε το «Εποπτικό Συμβούλιο», το διοικητικό όργανο που θα αντικαθιστούσε τον υπουργό σύμφωνα με το νομοσχέδιο Αλιβιζάτου. Ένα νομοσχέδιο το οποίο προέβλεπε το οριστικό κόψιμο του ομφάλιου λώρου της ΕΡΤ με την κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτίμησε για προφανείς λόγους να επαναφέρει το προηγούμενο καθεστώς της κυβερνητικής ΕΡΤ. Θα είναι μεγάλη ήττα, για την διακηρυσσόμενη αποκομματικοποίηση, αν δεν επανέλθει ο νόμος Αλιβιζάτου.
Φυσικά δεν χρειάζεται να περιμένουμε την αλλαγή του νόμου για να υπάρξουν αλλαγές. Είναι προφανές ότι βασικό στοιχείο του δημόσιου φορέα δεν μπορεί παρά να είναι η ενημέρωση. Με ελάχιστες εξαιρέσεις τα ιδιωτικά κανάλια την έχουν περιορίσει τις ενημερωτικές εκπομπές στην πρωινή ζώνη. Τι όμως σημαίνει ενημέρωση; Το να διοργανώνεις «τραπέζια» όπου θα εμφανίζονται ειδικοί και εκπρόσωποι των κομμάτων, είναι ίσως αναπόφευκτο, είναι όμως ταυτόχρονα και εύκολη τηλεόραση, το κάνουν ήδη όλοι. Σοβαρή ενημέρωση είναι ντοκιμαντέρ όπως αυτά του Σκάι για την τραγωδία στο Μάτι. Είναι δηλαδή η δημοσιογραφική έρευνα και η ανάδειξη θεμάτων πέρα από την τρέχουσα και εν πολλοίς κατευθυνόμενη από την κυβέρνηση και τα κόμματα, ειδησεογραφία. Ενημέρωση που προϋποθέτει επένδυση σε μέσα και σε πρόσωπα, αν θέλεις να γίνει αποτελεσματικά και σε μόνιμη βάση. Κι αυτό είναι σοβαρή εκδοτική και πολιτική απόφαση. Γιατί βέβαια είναι εύκολο να ορίσεις ότι όλα τα κόμματα θα έχουν τον χρόνο που τους αναλογεί, θα έχεις το κεφάλι σου ήσυχο και θα λες ότι είσαι και αντικειμενικός. Είναι τελείως διαφορετικό όμως να ανοίγεις εσύ ζητήματα που ενοχλούν, να μην υποκύπτεις στις αντιδράσεις και να προστατεύεις την ανεξαρτησία των συνεργατών σου. Να κάνεις τελικά την διαφορά. Την θέληση και τις αντοχές για μια τέτοια τηλεόραση πρέπει να έχει ο κ. Ζούλας. Κι αν χρειαστεί να κλείσει το τηλέφωνο σε έναν εξοργισμένο υπουργό, να το κάνει.