Η Ιστορία δείχνει ότι η Ευρώπη ανοίγει δρόμο προς την ολοκλήρωσή της μέσα από την αντιμετώπιση των κρίσεων που κάθε φορά αντιμετωπίζει. Είναι αλήθεια ότι, μετά τριάντα χρόνια παγκόσμιας κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, βρέθηκε ανήμπορη να αντιμετωπίσει την πρώτη συστημική κρίση του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, το 2008. Σήμερα, στα ύφαλα της κρίσης εξοκέλλουν κυβερνήσεις – Ιρλανδίας, Ισπανίας, Πορτογαλίας, Ελλάδας, Ιταλίας, τώρα Γαλλίας, Ολλανδίας και Ρουμανίας. Απειλείται η Ισπανία και ξορκίζει τον κίνδυνο η Ιταλία. Πέφτουν οι ρυθμοί μεγέθυνσης. Το ευρωπαϊκό πιστωτικό σύστημα αναπνέει με τον τεχνητό πνεύμονα που του προσφέρουν Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και φορολογούμενοι. Και τα δημόσια ελλείμματα διευρύνονται: Σύμφωνα με την Eurostat, εξαιτίας της κρίσης, αυτά τα ελλείμματα αυξήθηκαν κατά 603 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 300 δισ. προστέθηκαν στο έλλειμμα του γερμανικού κράτους.
Ωστόσο, μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η Ευρώπη έκανε βήματα. Το 2010, η Ευρωζώνη πέταξε στα άχρηστα τη ρήτρα περί μη διάσωσης κράτους-μέλους της (διασώθηκαν Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία), τροποποίησε την Ευρωπαϊκή Συνθήκη και δημιούργησε ειδικό μηχανισμό διάσωσης κρατών, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), ενώ η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει ομόλογα με κριτήριο τη διάσωση κρατών – με αξιολόγηση Β και C. Το 2011, τα ευρωπαϊκά κράτη για πρώτη φορά εγγυήθηκαν το χρέος κράτους της Ευρωζώνης (ημών…) ακυρώνοντας πρακτικά το άρθρο 125 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης. Και το EFSF απέκτησε την ευλυγισία να παρεμβαίνει προληπτικά υπέρ ενός κράτους, πριν εκδηλωθεί η κρίση του χρέους του. Αν η Ευρώπη είχε μείνει αδρανής, θα είχε σωριαστεί σε ερείπια.
Ηδη, ο Φρ. Ολάντ ζητά μεταρρύθμιση της πολιτικής Σαρκοζί-Μέρκελ. Προχτές, Παρασκευή, οι Μ. Μπαρόζο και Μ. Μόντι συμφώνησαν ότι η δημοσιονομική πειθαρχία δεν αρκεί, πρέπει να συνοδευτεί από στοχευμένες επενδύσεις, ώστε να τονωθεί η ζήτηση. Απέχουμε πολύ από τη διαμόρφωση μιας συνεκτικής ευρωπαϊκής στρατηγικής, αλλά οι συζητήσεις για την παροχή ρευστότητας, για το ευρωομόλογο και για το ρόλο της ΕΚΤ ως τελικού εγγυητή του χρέους, πυκνώνουν. Κι αυτό, επειδή γίνεται κατανοητό ότι απειλείται το ευρώ. Κι αν καταστραφεί το ευρώ, η Ευρώπη δεν θα ισορροπήσει σε κάποιο προηγούμενο επίπεδο συνεργασίας – ούτε στην Ενιαία Αγορά του 1986 ούτε καν στην Ευρωπαϊκή Ενωση Πληρωμών του 1950. Θα συρθεί σε νέο μεγάλο διχασμό, μέσα σε συνθήκες προϊούσας φτώχειας για την ίδια και μεταφοράς της παραγωγής του πλούτου στις αναπτυσσόμενες χώρες. Διακινδυνεύοντας τη δημοκρατία της και, βεβαίως, την ειρήνη.
Η θέση της Ελλάδας είναι στην Ευρώπη. Γιατί αυτή είναι το ευνοϊκό πεδίο για τη δικαίωση αγώνων και θυσιών, με την οικοδόμηση μιας βιώσιμης ανάπτυξης. Αν υποχρεωνόμασταν να αποσυρθούμε από το ευρώ, το κόστος θα ήταν βαρύ: Με μία εύλογη πτώση της ισοτιμίας της δραχμής 50%, το χρέος σε δραχμές θα διπλασιαζόταν, η αξία γης και ακινήτων θα μειωνόταν 50% σε ξένο νόμισμα, η αξία επιχειρήσεων και η μισθωτή εργασία θα φθήναιναν δραστικά λόγω μείωσης τζίρων και υψηλού πληθωρισμού – η χαρά της συμμορίας της δραχμής. Το βιοτικό επίπεδο θα βυθιζόταν σε επίπεδα της 10ετίας του ’50 και ο κοινωνικός ιστός θα διαλυόταν. Σκληροί διχασμοί και τυφλές συγκρούσεις θα γίνονταν το πρόσφορο πεδίο για τους εγκληματίες τρομοκράτες και για αυταρχικούς «σωτήρες». Θα βιώναμε εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις. Η Ελληνική Δημοκρατία θα μάτωνε. Και ουδείς θα ήταν αθώος του αίματος…
Το διακύβευμα των επικείμενων εκλογών είναι αν θα μείνουμε και θα συνεχίσουμε την προσπάθεια μέσα στην Ευρωζώνη. Με την ανάδειξη ισχυρής πλειοψηφίας του ευρύτερου φάσματος των δυνάμεων που έχουν ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Και με την υποχρέωσή τους να συνεννοηθούν, σεβόμενοι τις διεθνείς υποχρεώσεις μας, στη βάση μιας πολιτικής μεταρρυθμίσεων με κοινωνική δικαιοσύνη. Με στόχο να πετύχουμε πρωτογενή πλεονάσματα και να αρχίσουμε να ξεκλειδώνουμε τις διεθνείς αγορές (δει δη χρημάτων για την ανάπτυξη…), να αναστρέψουμε την ύφεση το 2013 και να θεμελιώσουμε μια βιώσιμη ανάπτυξη που θα επιτρέψει την αναπλήρωση των εισοδηματικών απωλειών μετά το 2014.
Δεν υπάρχουν περιθώρια για χαλάρωση. Αλλά η δύσκολη προσπάθεια που κάνουμε διευκολύνεται με τις αλλαγές που κυοφορούνται στην Ευρώπη. Θα ήταν κρίμα, λοιπόν, αν πεταγόμασταν έξω από το ευρωπαϊκό τρένο την τελευταία στιγμή, λίγο πριν αυτό αλλάξει κατεύθυνση. Αν μέναμε μόνοι, σε μια περιοχή που βρίθει εντεινόμενων αβεβαιοτήτων, να βλέπουμε το τρένο να φεύγει προς την κατεύθυνση που επιθυμούσαμε. Αλλά, χωρίς εμάς…