Οι «ενδιάμεσες» εκλογές, στα μισά της προεδρικής θητείας των Ηνωμένων Πολιτειών, είχαν συνήθως τη σημασία ενός δημοψηφίσματος για το έργο του Προέδρου που τον ωθούσαν σε μικρότερες ή μεγαλύτερες διορθωτικές κινήσεις για το υπόλοιπο της διακυβέρνησής του. Από τις αλλαγές που επέφερε το εκλογικό σώμα στους συσχετισμούς των δυνάμεων στα θεσμικά όργανα της εξουσίας εξαρτιόταν το κατά πόσο ο εκλεγμένος Πρόεδρος θα μπορούσε να συνεχίσει να εφαρμόζει απρόσκοπτα την πολιτική του ή θα χρειαζόταν να κάνει συμβιβασμούς. Το ενδιαφέρον, ιδιαίτερα για τον υπόλοιπο κόσμο, ήταν περιορισμένο αφού ούτε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ επρόκειτο να αλλάξει ούτε και οι βασικές κατευθύνσεις της εξωτερικής του πολιτικής.
Την ερχόμενη Τρίτη τα πράγματα δεν θα είναι ακριβώς έτσι. Από το αποτέλεσμα της κάλπης θα κριθεί η διαμόρφωση της πλειοψηφίας στη Γερουσία και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η επικράτηση των υποψηφίων του ρεπουμπλικανικού κόμματος και η ανατροπή των σημερινών συσχετισμών δεν θα αποτελέσει μόνο μια καθαρή αποδοκιμασία της πολιτικής του Τζο Μπάιντεν αλλά, επί της ουσίας, θα ανοίξει το δρόμο στην επάνοδο του Ντόναλτ Τραμπ στην εξουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώην Πρόεδρος ανακοίνωσε ήδη ότι θα κάνει γνωστή την απόφασή του να διεκδικήσει εκ νέου το Προεδρικό αξίωμα στις 14 Νοεμβρίου, μερικές μόλις μέρες μετά τις ενδιάμεσες εκλογές.
Η πιθανότητα επανεκλογής του Τραμπ δεν αφορά μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι εμπειρίες από την προηγούμενη ανεύθυνη και λαϊκιστική θητεία του είναι νωπές και επώδυνες. Η αναζωπύρωση της ελπίδας του διεθνούς «τραμπισμού» θα κλονίσει τις εύθραυστες ισορροπίες σε μια εποχή όπου η απειλή ενός πυρηνικού πολέμου πλανάται πάνω από την ανθρωπότητα. Ο Πούτιν θα αποθρασυνθεί ακόμα περισσότερο στην προοπτική επανόδου του «φίλου» του στην εξουσία, όπως ακριβώς θα χαρεί και ο Ερντογάν ο οποίος παραμένει σταθερός «συνεταίρος» και τοποτηρητής των συμφερόντων τόσο του Πούτιν όσο και του Τραμπ στην περιοχή μας.
Διαβάστε τη συνέχεια
Πηγή: liberal.gr