Έκκληση στους τελευταίους ανθρωπιστές τής γλώσσας μας: Γιώργους, Κεχαγιόγλου και Παράσογλου.
Με σεβασμό υποκλίνομαι σε εσάς κορυφαίοι ελπίζοντας
Αποδεσμεύω την παρούσα κραυγαλέα φωνή από τις κλαγγές τών επετείων ημερών και ποιος άλλος ξέρει τι για Παγκοσμιότητες Ελληνικές και Γλώσσες. Προσπερνώ από σίχαμα και ασφυξία. Τα άμοιρα ρήματα που εκφέρω πριν και τώρα είναι φορές που δε μοιάζουν τόσο ακραία και παράσιτα: στα δημόσια οικονομικά ο υπογραφόμενος φέρεται ως και Κασσάνδρα (ει μη και ο Διοικ. τής ΤτΕ, υπό έξοδο ή δίωξη [;] σαν το ρητό προφάσκει). Μα ο Μουσαγέτης αν τη δουλειά του την έκανε καλά κι αυτός (που δεν την κάνει, ελλήνεψε ως φαίνεται από αιώνος) την αρά θα έστρεφε αλλού, την γκροτέσκα του θεραπαινίδα να περιορίσει. Βουλιάξαμε πνευματικά, εκπαιδευτικά, γλωσσικά.
Μας έπνιξε ο Μπαμπινιωτισμός. Αν ο μέγιστος Κριαράς παραπονιόταν μάλλον δικαίως που ουδέποτε πλάι στη λογοτεχνική γενιά τού 30, δεν αναγνωρίστηκε μια αντίστοιχη γενιά διανοοουμένων και φωτισμένων όπως του ίδιου, του Δημαρά, των, νεότερων, συνεπιβαινόντων του στο Ματαρόα, επίσης του/των Κακριδαίων, (προς Θεού εκτός ο Πολίτης), γιατί όχι του Παπανούτσου και του Γεωργακά –μακράν ωφελιμότερων για όλους/ες μας τους/τις γεννηθέντες/θείσες το 22, όσο αναλογιζόμαστε τη ζημιά που επέφερε η γενιά τού 30 στο μυθιστόρημα με τους Μακρυγιανναίους της)‒ δική μου ταπεινή διαπίστωση του πένητος είναι πως η δεκαετία τού 90 μαζί με συλλαλητήρια, παραλογισμούς, αντιμοντέρνα, εθνοκαπηλίες, χασαποσέρβικα, κλιντονιάδες, ολυμπιάδες, πλατείες και σπόρους για χρεοκοπίες μάς κατέλιπε και «πνευματική» κληρονομιά: Ζουράριδες, Γιανναράδες, Αρβάιλερ (τη …σοβαρή), Σώτες (από την αντίστροφη, βλ. στο δικαστήριο σήμερα πώς οι απόψεις Σώτης και JofBooks συντάσσονται με την αντισημιτική υπεράσπιση που η ελληνική δικαιοσύνη παρέχει αφειδώς προς τον αγριώτατο Πειραιώς εις βάρος Πάνου Δημητρά και Παρατηρητηρίου Ρατσιστικών Εγκλημάτων), Θεωδοροπουλαίους. Ρομφαία τής φρίκης τού 90 κατέστησε η γλωσσική άγλωσση παράγλωσση νικητήρια και τροπαιοφόρος γενιά τού 90. Οι, παντελώς ανυπόληπτοι εκτός ελλαδικών συνόρων επιστημονικά, Μπαμπινιώτης, Καραμάνου, Ξανθάκη και οι σιωπηλοί τής ανοχής: Χαραλαμπάκης ή το εγγύς ζεύγος Συμεωνίδη.
Μας διέλυσαν. Μας βούλιαξαν. Τη ευθύνη και του αυτόχειρος Ι.Κ., των εξ ΑΠΘ (αν είναι δυνατόν) Ακαδημαϊκών (εις αμφοτέρων κορδωνόταν πως έγραφε ως νέος … Μαρωνίτης, είχε-έχει-θα έχει Βήμα, παρακαλώντας για μισθά αναδρομικών κ.ά. απρόσωδος ο σβησμενομολοτωφθεολογικοδειλιάρης!) που δορυφόροι εκάστοτε εξουσίας, των προγραμμάτων αντί πλούτου και της κληρονομιάς που απλόχερα και αγαθώς τούς άφησαν ο Δ.Ν., ο Κριαράς, ο Χρ. Τσολάκης και ο πρόωρα χαμένος Φ.-Α. Χριστίδης (αφήνω απέξω Schadewaldt, Kuhlmann, Jacoby, Pfeiffer). Η αντιδημοτικιστική ρεβάνς τού άκομψου συμπιλητή λεξικών (γραμματικών, συντακτικών και πάσης φύσεως ανυπόστατων επιστημονικά εγχειριδίων που διακινεί επίσημα Κράτος και ανεκπαίδευτοι δημόσιοι λειτουργοί!) ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας τού 90 με την επανεισαγωγή τών Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο (αυτό και αν στάθηκε ήττα τού εκσυγχρονισμού). Συνεχίστηκε με την εν κρυπτώ αλλαγή τών βιβλίων τής γλώσσας επί χρεοκόπτη Καραμανλή σε Δημοτικό και Γυμνάσιο για να αντιστοιχούν στην ανεπιστημονική γραμματική και συντακτικό Μπαμπινιώτη! Σκουπίδια ακόμη και από τυπογραφικής άποψης. Πολύ περισσότερο από παιδαγωγικής και γλωσσσολογικής.
Πώς φτάσαμε αφώνως στο τέναγος, να αποτίουμε τιμή εις ρωποπώλας; Το ισορροπημένο, λελογισμένο προϊόν τής διάνοιας ένος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (αυτού που μαζί με Γληνό και Δελμούζο έστησαν κάποτε τον Εκπαιδευτικό Όμιλο), έργο δεκαετιών, μνημείο συνεννόησης και συμφιλίωσης, επιστημονικής εργασίας και ανθρωπιστικού μόχθου, που η μεταπολιτευτική ελληνική Βουλή ανύψωσε σε κορυφή πνευματική τού ελληνισμού να παραγκωνίζεται στην αφάνεια χάριν του πλουτισμού τού κυρ Μπαμπινιώτη, του χαϊδέματος της ελληνικής κοινωνίας υπέρ της ναζίζουσας θεωρίας περί ελληνογλωσσικής συνέχειας, αυτής που μεταξύ άλλων δικαιολογεί την πρόσληψη ολοένα και περισσότερο αγνοούντων τη λογοτεχνία, τη γραφή ή την παιδαγωγική (εκτός εξετάσεων) «φιλολόγων».
Κρατική χώρα. Κρατική γλώσσα. Μπαμπινιωτισμός. Φυσική του συνέχεια και συνέπεια η αγραμματοσύνη. Τούτο αν μη τι άλλο είναι πλεόν πρόδηλο από την πρόώθηση από το Υπουργείο Παιδείας προγραμμάτων για τη γλώσσα που καταρτίζονται από τους/τις φον Ντένιγκεν της πατρικής μας γης. Τους/τις καθωσπρέπει Λιακόπουλους με την άμεση σύνδεση με τους υπουργικούς θώκους. Μαέστροι και μιάστορες.
Δε μιλώ, επειδή συναισθηματοποιούμαι, επειδή είχα την τιμή ο ελάχιστος να υπηρετήσω κατά τύχην το δεύτερο Κοραή μας, τον άνθρωπο εκείνον, ο οποίος στην εφηβεία του από κοντά, σχεδόν συνωμοτικά στα Χανιά, γνώρισε ολόκληρον Ψυχάρη. Ούτε επειδή είμαι φιλόλογος (σιγά τα αυγά!), ούτε επειδή είμαι δάσκαλος. Καμιά δεν έχουν αξία οι ιδιότητες αυτές. Η ανθρώπινη μου όμως ιδιότητα υποδεικνύει την υπό εξέγερση στάση μου, όταν από κοντά εντοπίζω τη βάρβαρη εκπαιδευτική/γλωσσική πολιτική τού παραλόγου και του απανθρωπισμού: των εκατοντάδων ανύπαρκτων και αχρείαστων αγλωσσικών κανόνων ήδη από το Δημοτικό. Κανόνων που ούτε οι δάσκαλοι έχουν αφομοιώσει. Κανόνων ανύπαρκτων. Κανόνων τής νέας καθαρεύουσας (με τη διαφορά πως η πεποιημένη εκείνη υποχρέωνε σε τεχνητό ύφος και όχι στον μπαμπινιωτικό καταναγκαστικό ζουρλομανδύα). Χρόνος για γραφή ελάχιστος και στο Γυμνάσιο μηδενικός. Για να τον καταλαμβάνουν ανίδεα από το πρωτότυπο αρχαία κείμενα και η ισχνή και ατράγωδη Ελένη τής μετάφρασης (που δεν προσβάλλει τα ελληνικά μας ήθη και διορθώνει τη μοιχεία).
Δεν είναι τυχαίο. Γιατί η εκπαίδευση από επιλογή ή αφασία συνιστά μπρουτάλ δρέπανο εκδίωξης της ανθρωπινότητας και του αλλότριου. Ώστε να μην αριστεύσουν, προκειμένου εν τέλει να εκδιωχθούν τα παιδιά τών ξένων, να συνεχίσει η φεουδαρχία όσο το σχολείο διαρκώς απέχει από την τεχνολογική γνώση και την καλλιτεχνική έκφραση, να εμποδιστεί η όποια επικοινωνία τών παιδιών τής χώρας με τη λογική και τη Δύση. Να πάψει ο πεζός λόγος, και να αντικατασταθεί από λογίδρια, δεκάρικους και ψέματα (κι άλλα, πολλά, περισσότερα ψέματα). Να αγοραστούν και άλλα παραλεξικά Μπαμπινιώτη. Να εγκατασταθούν και άλλες καγκελόπορτες στα σχολεία, να φτιάξουμε συμμορίες στρατιωτών και πειθήνιων της αυθαιρεσίας, να δικαιολογήσουμε κι άλλους βιασμούς, να κατεβούμε σε πορείες εναντίον προσφύγων και να βάλουμε απωθητήριες επιγραφές σε πάγκους παγκάκια.
Για φαντάσου: το 1941, λίγο πριν μπουν οι Γερμανοί, τούς ιδεολογικά εχθρευόμενούς του βασιλείς ο Τριανταφυλλίδης έπεισε για τη Γραμματική του, με το αναπότρεπτο επιχείρημα της ανάγκης ενσωμάτωσης των πληθυσμών τής Ελλάδας τού 22. Όταν έφυγε ο κορυφαίος μας μας άφησε την περιουσία του και το λαμπρό Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη. Αντί αυτού σήμερα μας έτυχαν εκείνοι που εχθρεύονται τους νέους πληθυσμούς, τους αλλόγλωσσους, εκείνοι που πλουτίζουν διώκοντας εκείνους που μαζί με τους γηγενείς αποδέχθηκαν το μαρτύριο να παραμένουν στην καθυστερημένη μας χώρα, τη φεουδαλιστική, τη χρεοκοπημένη, αυτή που εδώ και χρόνια αιμάσσει ανθρώπους και όνειρα κι ιδέες και καλοσύνη. Δίπλα τους όσοι προωθούν εαυτούς ποντάροντας στον εθνολαϊκισμό και στην αντιαεροπορική άμυνα (;) σε Αιγαίο και Σαουδική Αραβία.
Αγράμματοι: αφού βαθιά μας ξέρουμε: άλλοι μάς έδωσαν το αλφάβητο. Ή μήπως ο Απόλλων, η Καλαμαριά, η Σμύρνη, το Τσάμπιονς Λιγκ κι ο Αχιλλεύς έχουν έτυμον ελληνικόν; Ακόμη και οι Χούθι για ανυπόληπτους μας παίρνουν. ‘Εχουν μπέσα εκείνοι! Αγαμέμνονες έστω. Αφού Μέμνονες και Αχιλλείς ούτε στο δακτυλάκι. Νέκυια, καταβόθρα; Σώστε μας!!! Εσείς, οι Γ. Αμήν!