Μέχρι σήμερα, υπάρχουν δύο βασικές άτυπες κατευθύνσεις στη δημόσια συζήτηση από τα δύο οριζόντια? κόμματα που ήδη έχουν δημιουργηθεί για το πώς θα πρέπει να τοποθετηθεί η ελληνική κοινωνία στο ζήτημα της ανάπτυξης. Κατά το αντίστοιχο των δύο άτυπων οριζόντιων κομμάτων της δεκαετίας του 1990, του ?εθνικιστικού? και του ?ευρωπαϊκού-κοσμοπολιτικού? που διέτρεχαν ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, σήμερα έχουμε εκείνους που προτείνουν ένα μοντέλο εθνικής αυτοτέλειας και εκείνους που μιλούν για ένα μοντέλο εξωστρεφές, που θα βασίζεται στις εξαγωγές και τον τουρισμό.
Ας ξεκινήσουμε από το ?κόμμα της εξωστρέφειας?. Η βασική υπόθεση εργασίας είναι ότι η Ελλάδα θα ανακάμψει με ορισμένες κινήσεις μεγάλης κλίμακας. Μία αφήγηση θέλει να βγάζουμε τον πακτωλό του φυσικού αερίου, τον οποίο θα εξάγουμε στις ευρωπαϊκές αγορές, εξασφαλίζοντας μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας και θηριώδεις πόρους που θα λύσουν τα προβλήματά μας. Αν και όλες οι ενδείξεις κινούνται προς την κατεύθυνση της επιβεβαίωσης μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου, θα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η αξιοποίηση του αερίου δεν παράγει εντυπωσιακούς αριθμούς θέσεων εργασίας, ενώ τα ζητήματα της ?κατοχύρωσης? των κοιτασμάτων με την χάραξη ΑΟΖ δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση, καθώς τα κράτη με όμορες ΑΟΖ (Αίγυπτος, Λιβύη, Τουρκία κλπ) έχουν επίσης θεμιτά συμφέροντα στην περιοχή, καθώς πέρα από τον προσδιορισμό των ορίων των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών, οι υπόγειες φυσικές κοιλότητες ενδεχομένως συνδέονται. Έτσι, αν η Ελλάδα ?τρυπήσει? πρώτη ίσως αντλεί και φυσικό άεριο που ανήκει στην αιγυπτιακή ΑΟΖ κοκ. Αν και πολλοί θα το ήθελαν, η αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου περνάει αναγκαστικά από διαύλους περιφερειακής συνεννόησης και συνεργασίας.
Άλλες αφηγήσεις θέλουν την Ελλάδα να γίνεται Ελντοράντο επενδύσεων: εμίρηδες από το Κατάρ θα χτίσουν εντυπωσιακά καζίνο και εμπορικά κέντρα στο Ελληνικό, η παραλία της Αττικής θα γίνει η νέα περιζήτητη ?Ριβιέρα?, ποιος ξέρει πόσες πολυεθνικές θα σπεύσουν να επενδύσουν σε εργοστάσια στην Ελλάδα. Έτσι, σε λίγους μήνες θα βρέχει θέσεις εργασίας και πολύ σύντομα ο σημερινός εφιάλτης θα σβήσει και η κατάσταση θα γίνει όπως πριν. Αυτές οι ?επενδυτικές φαντασιώσεις? όμως δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα: το κόστος παραγωγής και η φορολογία των επιχειρήσεων εξακολουθούν να παραμένουν υψηλές για την Ελλάδα και σίγουρα υπάρχουν πολλές άλλες χώρες με πιο ανταγωνιστικό πλαίσιο για βιομηχανική ανάπτυξη. Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες “επιτυχείς επενδυτικές ιστορίες”, ακόμη και αν παραβλέψουμε σοβαρά ερωτήματα όπως πχ το πόσο αναπτυξιακό είναι ένα καζίνο ή αν στον σχεδιασμό της οποιασδήποτε Ριβιέρας θα διασφαλισθεί το πολύτιμο περιβαλλοντικό κεφάλαιο -που άλλωστε γι αυτό θα αγοράσουν εξοχικά στην φαντασιακή μας Ριβιέρα οι ξένοι-, πολύ απέχουν από το να δημιουργήσουν ένα αντίρροπο ρεύμα ανάκαμψης της βίαια αποδομημένης ελληνικής οικονομίας, προσθέτοντας τόσες θέσεις εργασίας ώστε η ανεργία να επιστρέψει στα προ του 2009 επίπεδα.
Στο κόμμα της εξωστρέφειας υπάρχουν και άλλες αφηγήσεις, όπως το να κάνουμε εξαιρετικά αγροτικά προϊόντα και να τα εξάγουμε. Εξαιρετικές σκέψεις, αλλά το μισογεμάτο ποτήρι των αβεβαιοτήτων στις υψηλού εισοδήματος καταναλωτικές αγορές (ας μην ξεχνάμε πόσες ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκονται σήμερα σε έστω και μικρή ύφσεη) και η ανεπίλυτη ακόμη διεθνής κρίση χρέους, όπως ήδη σημείωσα, απαιτούν πολύ συστηματικές κινήσεις.
Συνεχίζοντας την καταγραφή των αναπτυξιακών απόψεων, στην απέναντι όχθη του κόμματος της εξωστρέφειας βρίσκουμε το ?κόμμα της αυτοτέλειας?. Η οικονομική αυτοδυναμία και η απεξάρτηση της Ελλάδας από τις εισαγωγές, δεν είναι καθόλου ανέφικτη: είμαστε μια χώρα με σημαντικούς ενεργειακούς πόρους (λιγνίτης, μεγάλο πεδίο για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, πολλά υποσχόμενες ανακαλύψεις νέων ενεργειακών πόρων, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο), έχουμε γαίες που αν τις καλλιεργήσουμε με σχέδιο επαρκούν για την εξασφάλιση της σιτιστικής ασφάλειας των Ελλήνων, έχουμε ένα πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο τεχνικού κόσμου, ικανό να αναστήσει την ελληνική βιομηχανία, έχουμε τέλος μεγάλους τουριστικούς πόρους. Επομένως, μία εξίσωση όπου η Ελλάδα θα έβγαινε από την Ε.Ε. και με εθνικό νόμισμα θα επιδοτούσε την ανάπτυξη, βασιζόμενη στην καλά σχεδιασμένη αξιοποίηση του φυσικού της πλούτου, λογικά θα λειτουργούσε. Έστω και αν δεν θα μπορούσαμε να εισάγουμε φθηνά την τελευταία λέξη των αγαθών πληροφορικής και αυτοκινήτων (αν και με την εμπορία της ενέργειας θα μπορούσαμε να έχουμε μεγάλα αποθεματικά σε συνάλλαγμα). Λόγω του μεγάλου σοκ που έφερε η κρίση, η αντίληψη αυτή σίγουρα θα είναι ολοένα πιο δημοφιλής. Ωστόσο, με την εσωστρέφεια, ένα μεγάλο εύρος ευκαιριών θα χανόταν: η εξαγωγή ποιοτικών προϊόντων στο εξωτερικό που θα προσέθετε σημαντικούς πόντους ΑΕΠ θα εγκαταλειπόταν, η προσέλκυση ειδικών τουριστικών ακροατηρίων δεν θα προχωρούσε και θα χάνονταν μεγάλες δυνατότητες για το χτίσιμο μιας οικονομίας ευημερίας για τις επόμενες γενιές, οι οποίες θα πληρώνουν εξίσου το δυσβάστακτο κόστος της σημερινής χρεωκοπίας.
Το πλέον αρνητικό είναι ότι με την εσωστρέφεια θα χανόταν ο πολιτικός, πολιτιστικός και κυρίως ο γεωπολιτικός σύνδεσμος της Ελλάδας με την κοινότητα των κρατών και των κοινωνιών της Δύσης. Αλλά η Ελλάδα, μαζί με την Ιταλία είναι οι κεντρικές ιδρυτικές δυνάμεις της Δύσης ως κληρονόμοι του ελληνο-ρωμαϊκού πολιτισμού, πάνω στις βασικές αξίες του οποίου βασίστηκε η δημιουργία του πλέον επιτυχημένου φεντεραλιστικού κράτους, των ΗΠΑ, αλλά και η σταδιακή οικοδόμηση της ενιαίας Ευρώπης. Χτίζοντας πάνω σε αυτήν την κληρονομιά, η Δύση δημιούργησε το ιστορικά δικαιότερο μέχρι σήμερα πλαίσιο για την κατάσταση του ανθρώπου, ένα πλαίσιο που εδράζεται στην ελευθερία, την δημοκρατία και την προστασία θεμελιωδών δικαιώματων.
Παρά τις μεγάλες χρονικά και γεωγραφικά ?παρενθέσεις? αδικίας και ανελευθερίας που δημιουργήθηκαν και εξακολουθούν να υφίστανται, μάλιστα με μεγάλη ένταση στην Ελλάδα και τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου σήμερα, εξαιτίας της αχαλίνωτης λειτουργίας των αγορών ή αυταρχικών και διεφθαρμένων εξουσιών σε ορισμένες περιπτώσεις, το μοντέλο της Δύσης είναι το μοναδικό ?ανθρώπινο? μοντέλο πάνω στο οποίο μπορεί να βασιστεί η συνέχιση της πολιτικής μάχης για δικαιότερη κοινωνία, η περαιτέρω συνένωση και συνεργασία της Ευρώπης με τις ΗΠΑ, την υπόλοιπη Αμερική, την Ρωσία και αργότερα την Αφρική, την Ασία και την Ωκεανία, με απώτερο στόχο την σταδιακή ενοποίηση και αδελφοποίηση της ανθρωπότητας. Το όραμα μιας παγκόσμιας ομοσπονδίας είναι ένα όραμα που σήμερα μπορεί να φαντάζει περιθωριακό, ωστόσο αποτελεί τη μοναδική μη-πολεμική οδό διέλευσης που έχει να βαδίσει η ανθρωπότητα προς ένα καλύτερο και κυρίως δικαιότερο μέλλον για όλους.
Οι αναπτυξιακές ευκαιρίες για την Ελλάδα κρύβονται σε πολλά και διαφορετικά πεδία που έχουν ώς κοινό παρονομαστή τον μόνο μη ανακαλυφθέντα ακόμη θησαυρό: την κληρονομιά του πολύπτυχου κεφαλαίου της ελληνικής γης και την μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά που φέρει αυτή η γη.
Ο ορυκτός πλούτος, ενεργειακός και μεταλλευτικός, τα παραγωγικά εδάφη για την γεωργία, την κτηνοτροφία και την παραγωγή αγρο-δασικών προϊόντων, τα αναρίθμητα πανέμορφα φυσικά τοπία, το γιαγαντιαίο ενεργειακόν δυναμικό των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, η αναξιοποίητη γιγαντιαίων διαστάσεων αρχαιολογική κληρονομιά, η πολιτιστική κληρονομιά ιστορικών οικισμών και γεωγραφικών ενοτήτων, μαζί με το ποσοτικά και ποιοτικά τεράστιο απόθεμα του ελληνικού πολιτισμού, είναι οι πολύ σημαντικοί πόροι που διαθέτει η Ελλάδα. Αν αξιοποιηθούν έξυπνα, με υπομονή και με σεβασμό είναι ικανοί να εξασφαλίσουν όχι μόνο την επιβίωση αλλά και την συλλογική ευημερία μακροχρόνια για τους κατοίκους της χώρας.
Ως συμπέρασμα: Για να επέλθει η “Οικονομική Μεταπολίτευση” είναι απαραίτητο να περάσει η ελληνική κοινωνία σε μια φάση ?παραγωγικού ακτιβισμού?, με τον οποίο θα επιδιώκει ταυτόχρονα την αυτονομία αλλά και την εξωστρέφεια, έτσι ώστε να διαμορφωθεί μια νέα οντολογία που θα εδραιώσει γενικό αίσθημα ασφάλειας, αγαθό που σήμερα έχει συντριβεί. Η αναζήτηση μιας ?έξυπνης? αξιοποίησης των πολύτιμων πόρων της χώρας σημαίνει την εκδίπλωση ενός υβριδικού παραγωγικού μοντέλου: κάθε Έλληνας είναι σημαντικό να γίνει και λίγο αγρότης, και λίγο χειροτέχνης και λίγο αυτοκαταναλωτής και λίγο αυτο-οργανωμένος καταναλωτής. Και παράλληλα να ενημερώνεται, να καταρτίζεται, να αυτο-εκπαιδεύεται, να εκπαιδεύεται στο πλαίσιο συλλογικότητων, να εργάζεται με οδηγό την δημιουργικότητα και την αισθητική.
Με άλλα λόγια είναι απαραίτητο δίπλα στις βασικές οικονομικές δραστηριότητες να ανθίσει η κοινωνική οικονομία.
[Συνέχεια στο επόμενο].
.
* Ο Γιάννης Σακιώτης είναι Πολιτικός επιστήμων – διεθνολόγος, Διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου, με ειδίκευση σε θέματα περιβαλλοντικής πολιτικής και αειφόρου ανάπτυξης. Έχει συμμετάσχει ενεργά ως συντάκτης σε περιοδικές εκδόσεις (Γεωτρόπιο, Νέα Πολιτική, Νέα Οικολογία, Οικοτοπία, Δαίμων της Οικολογίας, Nέα Κοινωνιολογία), σε πολιτικούς χώρους της Αριστεράς, του Κέντρου και της Οικολογίας και σε ΜΚΟ για το περιβάλλον και την κοινωνία (Οργάνωση Γη). Εργάζεται σε διεθνή οργανισμό.Το παραπάνω κείμενο εκφράζει αυστηρά προσωπικές απόψεις του αρθρογράφου.