Με τα όσα συμβαίνουν σε Λονδίνο και Βρυξέλλες γύρω από το Brexit ( αναβολή εξόδου/brexit μεχρι την 22 Μαίου εάν επικυρωθει η Συμφωνία Αποχώρησης , αλλά μεχρι την 12 Απριλίου εαν δεν επικυρωθει από τη Βουλή των Κοινοτήτων, κ.λπ) αυτό που προκύπτει με σαφήνεια είναι ότι η έξοδος ενός κανονικού κράτους μέλους από την Ευρωπαική Ένωση (ΕΕ) είναι πρακτικά εξόχως δύσκολη έως αδύνατη υπόθεση. Εκτός εάν το ενδιαφερόμενο για την έξοδο κράτος είναι πρόθυμο να φθάσει ενδεχομένως στο έσχατο σημείο πολιτικού ευτελισμού και ταπείνωσης. Οι οπαδοί της εξόδου, ήπιοι ή ακραίοι Brexiteers πίστευαν μετά το δημοψήφισμα του Ιουνίου 2016 ότι η έξοδος θα ήταν μια εύκολη υπόθεση καθώς, όπως έλεγαν, “κρατούσαν όλα τα διαπραγματευτικά χαρτιά στα χέρια τους”. Αποδείχτηκε ότι δεν κρατούσαν απολύτως τίποτα. Ότι είναι η Ένωση που, εάν διασφαλίσει την ενότητα όπως τη διασφάλισε στην περίπτωση του Brexit, κρατά όλα τα διαπραγματευτικά όπλα. Ότι το περίφημο άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισσαβώνας για την αποχώρηση κράτους μέλους από την Ένωση παρέχει τη μέγιστη διαπραγματευτική εξουσία στους θεσμούς της Ένωσης (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Κοινοβούλιο) και τα κράτη μέλη. Και πολύ λίγη εξουσία στο υπό αποχώρηση κράτος. Πολύ περισσότερο εάν το εν λόγω κράτος δεν εχει επεξεργασμένη στρατηγική και δεν ξέρει ακριβώς τι θέλει.
Να σημειωθεί εδώ ότι άρθρο για αποχώρηση κράτους από την Ένωση ενσωματώθηκε για πρώτη φορά στο νομικό-συνταγματικό σύστημα της Ένωσης με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας και αυτό κάτω από δύσκολες συνθήκες. Σε όλες τις προηγούμενες Συνθήκες (Ρώμης, Μάαστριχτ, Άμστερνταμ, Νίκαιας) δεν υπήρχε παρόμοιο άρθρο. Υπήρχε μόνο ρύθμιση για την ένταξη χώρας, για το πώς μπορείς να μπεις στην Ένωση αλλά όχι για το πώς να βγεις. Και τούτο γιατί η λογική του συστήματος ήταν ότι από ένα οιονεί ομοσπονδιακό σύστημα όπως είναι η Ένωση δεν νοείται έξοδος χώρας, δεν επιτρέπεται αποχώρηση ή απόσχιση (secession) όπως συμβαίνει σε όλα τα γνήσια ομοσπονδιακά συστήματα. Η ένταξη ήταν ως παλαιός καθολικός γάμος – “μόνο ο θάνατος μπορεί να μας χωρίσει”. Η λογική αυτή έσπασε με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα – Συνθήκη της Λισσαβώνας. Συμμετείχα στη σχετική διαπραγμάτευση και θυμάμαι τα ισχυρά επιχειρήματα εναντίον της ρύθμισης αυτής (άρθ. 50) γιατί ακριβώς παραβίαζε τη λογική της μη εξόδου από ενοποιητικό σύστημα. Παρά ταύτα πέρασε.
Η περιπέτεια του Brexit, ανεξάρτητα από την τελική έκβασή της, στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα προς όλα τα κράτη μέλη: “μην μπείτε στον πειρασμό της εξόδου, δεν πρόκειται να τα καταφέρετε (τουλάχιστον εύκολα). Και αυτό ακριβώς το μήνυμα ήθελε να στείλει η ΄Ενωση και τα κατάφερε με έξοχο τρόπο. Κατά ένα παράδοξο τρόπο με τη διαπραγματευτική διαδικασία του Brexit η Ένωση επιβεβαίωσε τη “μη αναστρεψιμότητα (irreversibility) του ενοποιητικού εγχειρήματος και διαδικασίας. Σήμερα πράγματι καμιά χώρα αλλά και καμιά αξιόλογη πολιτική δύναμη, ακροδεξιά, ευρωσκεπτικιστική ή οτιδήποτε άλλο δεν θέτει ζήτημα αποχώρησης από την Ένωση. Αυτό είναι όντως επιτυχία…