Αν παρακολουθήσει κάποιος την εξέλιξη στην τεχνολογία και ιδιαιτέρως στην ψηφιακή, στο πλαίσιο της οποίας αξιοποιείται η τεχνητή νοημοσύνη σε διάφορους εργασιακούς τομείς (ιατρική, μεταφορές, βιομηχανία κ.λ.π.) και τις επιπτώσεις στο σύστημα κοινωνικών αξιών και στη ζωή των πολιτών από το ένα μέρος και την παρακμιακή κατάσταση, στην οποία βρίσκεται η ελληνική κοινωνία, σε συνδυασμό με την ποιότητα του πολιτικού συστήματος από το άλλο, τότε η ανησυχία για το μέλλον αυτού του τόπου αποκτά επικίνδυνες διαστάσεις.
Πραγματικά προκαλεί κατάπληξη αυτό, που έφερε στην επιφάνεια της δημοσιότητας μια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
«Το ΣτΕ έκρινε συνταγματικά ανεκτή την διακοπή καταβολής επικουρικής σύνταξης στους συνδικαλιστές, η οποία χορηγούνταν λόγω της συνδικαλιστικής τους ιδιότητας (στους ίδιους ή σε δικαιοδόχους μέλη των οικογενειών τους), πέραν της όποιας κύριας και επικουρικής σύνταξης ελάμβαναν λόγω της εργασιακής απασχόλησης τους» (Έθνος online, 25.3.2016).
Ακόμη και ο πιο αφελής πολίτης αναρωτιέται, εάν τα κόμματα, των οποίων μέλη ήταν και είναι οι συνδικαλιστές, έφτασαν σε αυτό το σημείο κατάπτωσης και ενέκριναν επιπλέον συντάξεις στους «υπηρετούντες» τις πολιτικές τους επιδιώξεις. Και αυτό αφορά στο σύνολο τους τα κόμματα και όχι μόνο αυτά, που διαχειρίσθηκαν κυβερνητική εξουσία.
Όταν έχουμε τέτοια φαινόμενα, είναι ερμηνεύσιμη η «αδυναμία» τους να καταπολεμήσουν την διαφθορά (φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή, φακελάκι, πελατειακό σύστημα κ.λ.π.), η οποία έχει γίνει δομικό στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας.
Και ενώ συμβαίνουν αυτά και σηματοδοτούν, σε συνδιασμό και με πολλά άλλα, την παρακμή της χώρας, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ορισμένα στατιστικά στοιχεία, τα οποία συνέλεξε η εταιρεία «Statista» για λογαριασμό της γερμανικής εφημερίδας «Die Zeit» από έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) το 2013.
Αυτά τα στοιχεία αναφέρονται στις ώρες εργασίας μονογονεακών οικογενειών με δύο παιδιά οι οποίες είναι απαραίτητες για να παίρνουν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (ή μη εγγυημένο), ώστε να είναι ελαφρώς πάνω από το όριο της φτώχειας. Φτωχοί δε θεωρούνται, όσοι εργαζόμενοι έχουν εισόδημα, το οποίο δεν υπερβαίνει το μισό των καθαρών αποδοχών του μέσου εισοδήματος σε κάθε χώρα.
Από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες τις πιο πολλές ώρες εβδομαδιαίως πρέπει να εργάζονται στην Τσεχία (79 ώρες). Δεύτερη είναι η Εσθονία (60 ώρες) και τρίτη η Ελλάδα (59 ώρες).
Στον αντίποδα τις λιγότερες ώρες πρέπει να εργάζονται στην Μεγάλη Βρετανία (16 ώρες), στην Γερμανία (28 ώρες), στην Γαλλία (32 ώρες), στην Ολλανδία (33 ώρες).
Εάν ληφθεί υπόψη, ότι στην Ελλάδα η ανεργία κινείται στο 24,5% και πολλοί εργάζονται περιστασιακά, τότε αναδύεται ανάγλυφη η τραγική κατάσταση της πλειοψηφίας των πολιτών.
Ταυτοχρόνως η χώρα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης του προσφυγικού και μεταναστευτικού προβλήματος, ενώ δεν είναι σε θέση ούτε οικονομικά ούτε πολιτικά να διαχειρισθεί αυτό το φαινόμενο και να προχωρήσει στην ομαλή κοινωνική ενσωμάτωση των προσφύγων, που της αναλογούν με βάση την κατανομή στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επειδή δε και η Ε.Ε. αδυνατεί να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια ολοκληρωμένη πολιτική αντιμετώπισης των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, οι συνθήκες στην Ελλάδα της κρίσης γίνονται όλο και πιο προβληματικές.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση στέκεται το πολιτικό σύστημα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, αδύναμο να την διαχειρισθεί, να οδηγήσει την χώρα έξω από την κρίση και να προσδώσει προοπτική στην δύσκολη πορεία προς το μέλλον.
Αναπτύσει μια εθνικολαϊκιστική ρητορική για τον «αγώνα», που δίνει με στόχο την προστασία των αδύναμων από την «εγκληματική» πολιτική των δανειστών (αυτό αφορά στα κυβερνητικά κόμματα) ή προσπαθεί να φθείρει την κυβέρνηση καταλογίζοντας της έλλειψη σχεδίου και ανικανότητα (αυτό αφορά στην αντιπολίτευση).
Στο πλαίσιο μάλιστα της Εθνικής Εορτής της 25ης Μαρτίου βρίσκουν την ευκαιρία όλοι να αναφέρονται στην «αναγκαιότητα ύπαρξης εθνικής ενότητας», αν και η κοινωνική συνοχή παραπαίει, ενώ ένα μεγάλο τμήμα της νέας γενιάς (δυστυχώς στο μεγαλύτερο ποσοστό πανεπιστημιακής εκπαίδευσης) έχει ήδη μεταναστεύσει σε άλλες χώρες και η κοινωνία γερνάει επικίνδυνα.
Βέβαια για να αναπτύσσεται και λίγο κλίμα φόβου με στόχο το πολιτικό όφελος και τον αποπροσανατολισμό των πολιτών από το βασικό πρόβλημα της ανυπαρξίας προοπτικής με βάση τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, αξιοποιείται και η έξαρση της τρομοκρατίας από όλους.
Η κυβέρνηση συνεδριάζει με αυτό το θέμα στο επίκεντρο, ενώ γνωρίζει, ότι αυτό το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, χωρίς όμως να έχει πρόταση.
Η αξιωματική αντιπολίτευση από το άλλο μέρος ζήτησε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή για θέματα ασφάλειας μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες, με στόχο την λήψη μέτρων κατά ασύμμετρων τρομοκρατικών απειλών.
Έτσι έχουν κάνει όλοι το «καθήκον»τους για την ασφάλεια του ελληνικού λαού.
Εκείνο που δεν κάνουν τα πολιτικά, υποτίθεται, κόμματα, είναι η συμπόρευση με την δυναμική της εξέλιξης, η ανάλυση της συνεχώς μετασχηματιζόμενης πραγματικότητας και ο μακροπρόθεσμος, ρεαλιστικός, συγκεκριμένος και κοστολογημένος σχεδιασμός της πορείας προς το μέλλον, ώστε να συγκρατείται σε χαμηλά επίπεδα ο δείκτης διακινδύνευσης για την ελληνική κοινωνία.
Το μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης δεν είναι πλέον λειτουργικό και αντλεί την νομιμοποίηση του από το παρελθόν. Γι’ αυτό υπάρχει η βραδύτητα στην διεκπεραίωση των διαφόρων κοινωνικών λειτουργιών και η αρνητική στάση κοινωνίας και πολιτικού συστήματος απέναντι σε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού και μεταρρυθμίσεων, που θίγουν τις συντεχνίες και γενικά τις παθογένειες της πραγματικότητας.
Και ενώ αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα, στο ανεπτυγμένο τμήμα της Ευρώπης και γενικότερα του πλανήτη ανοίγουν νέους δρόμους. Με εργαλείο την ψηφιακή τεχνολογία και ιδιαιτέρως την τεχνητή νοημοσύνη διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για ριζικό μετασχηματισμό των κοινωνικών συστημάτων, ο οποίος θα έχει επιπτώσεις ακόμη και στη ζωή του κάθε ατόμου στην διεκπεραίωση των κοινωνικών του ρόλων (εργαζόμενος, γονέας, σύζυγος, φίλος κ.λ.π.).
Με τους ρυθμούς που κινείται η Ελλάδα, θα βρεθεί απροετοίμαστη όχι μόνο οργανωτικά, αλλά και ως προς τις δυνατότητες της κοινωνίας να συμπορευθεί με το ανεπτυγμένο τμήμα του πλανήτη.
Δύο παραδείγματα είναι πολύ χαρακτηριστικά.
Ήδη στον τομέα των μεταφορών έχει προχωρήσει αρκετά η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης στην κατασκευή αυτοκινούμενων (χωρίς οδηγό) οχημάτων. Ο αντίστοιχος δε παραγωγικός τομέας εξαρτά την ανάπτυξη του από την απάντηση, που θα δοθεί, ως προς τα ερωτήματα, που σχετίζονται με την απονομή του δικαίου σε περίπτωση ατυχήματος με εμπλοκή αυτοκινήτου χωρίς οδηγό.
Στην Γερμανία με σημείο αναφοράς τον Σύνδεσμο Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) αναπτύσσεται έντονος προβληματισμός και αναλυτική συζήτηση μεταξύ βιομηχάνων, νομικών και πολιτικών.
Ο Eric Hilgendorf, διευθυντής στο ερευνητικό τμήμα για ρομποτικό δίκαιο του πανεπιστημίου του Wurzburg, επισημαίνει, ότι «στην ουσία το ερώτημα είναι, πως θέλει η κοινωνία μας να κατανείμει τις ευθύνες για τους κινδύνους, τους οποίους συνεπάγεται μια νέα πολλά υποσχόμενη τεχνολογία».
Βέβαια η γενικευμένη αξιοποίηση αυτής της τεχνολογίας θα έχει επιπτώσεις στην αγορά εργασίας. Η απόσταση δε από το χρονικό σημείο εφαρμογής της δεν είναι μακριά, ακόμη και αν στην Ελλάδα μπορεί να φαντάζει για ορισμένους πολύ μακρινό όνειρο.
Στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής οι εταιρείες Volkswagen, BMW, Mercedes-Benz, Honda, Ford και Nissan έχουν εξασφαλίσει την άδεια για την κυκλοφορία «αυτόνομων οχημάτων» πειραματικά στους δημόσιους δρόμους. Από τον Οκτώβριο δε του 2014 έχουν καταγραφεί από τις Αρχές 11 ατυχήματα με εμπλοκή «αυτόνομων οχημάτων».
Στα περισσότερα από αυτά έφταιγαν οδηγοί άλλων οχημάτων.
Επίσης στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Davos(2016) οι ερευνητές του Oxford University Michael Osborn και Carl Frey επεσήμαναν, ότι σε 20 χρόνια κάθε δεύτερη θέση εργασίας, όπως είναι σήμερα, θα γίνει θύμα της ψηφιοποίησης. Άλλες θέσεις θα καταργηθούν, ενώ θα δημιουργηθούν νέες με άλλο περιεχόμενο. Η αγορά εργασίας το 2036 θα είναι εντελώς διαφορετική.
Παρενέργεια αυτής της εξέλιξης είναι η ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων και μακροπρόθεσμων μεταρρυθμίσεων στο χώρο του εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε τα παιδιά, που αρχίζουν τώρα την εκπαιδευτική τους διαδρομή, να είναι έτοιμα για την εργασιακή πραγματικότητα μετά από 20 χρόνια και όχι μόνο.
Η ψηφιοποίηση δεν θα επιφέρει αλλαγές μόνο στον εργασιακό και στον εκπαιδευτικό τομέα. Θα επηρεάσει γενικότερα την καθημερινότητα των ανθρώπων, από την κατοικία τους με την χρησιμοποίηση αισθητήρων για την διεκπεραίωση αρκετών λειτουργιών μέχρι τα αυτοκίνητα τους και τους δημόσιους χώρους.
Στον τομέα της ιατρικής η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης σε άλλες χώρες και ιδιαιτέρως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής αρχίζει να αποκτά γενικευμένες διαστάσεις.
Σύμφωνα με στοιχεία της αμερικανικής Υπηρεσίας Υγείας (FDA) χρησιμοποιήθηκαν ρομπότ χειρουργικής για την υποστήριξη του ιατρικού δυναμικού σε περισσότερες από 1,7 εκατομ. χειρουργικές επεμβάσεις.
Οι ερευνητές, που μελέτησαν τα στατιστικά δεδομένα, διαπίστωσαν, ότι 144 ασθενείς πέθαναν κατά την διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, ενώ περίπου 1400 τραυματίσθηκαν. Για τους τραυματισμούς η ευθύνη κατά 60% χρεώνεται σε λάθη των ρομπότ. Δυστυχώς δεν παρατίθενται και συγκριτικά στοιχεία σε σχέση με λάθη ιατρών. Η τεχνολογία όμως συνεχώς βελτιώνεται.
Το θέμα είναι, ποιός ρόλος θα απομείνει για τον απλό πολίτη και άνθρωπο με βάση τον σχεδιασμό του μέλλοντος.
Και πιο συγκεκριμένα, πως προσεγγίζουν τα ελληνικά κόμματα την προοπτική αυτών των εξελίξεων και ποιά πρόταση κάνουν στην κοινωνία.
Μέχρι τώρα πάντως δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται για αυτά τα ερωτήματα και το μέλλον, που επιφυλάσσεται στους Έλληνες πολίτες. Η ενασχόληση τους με την πολιτική σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαντλείται σε αντιπαραθέσεις χωρίς νόημα για την βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναγγελία από τον εκπρόσωπο τύπου της Νέας Δημοκρατίας για την υποβολή μήνυσης κατά της κυβερνητικής εκπροσώπου, η οποία έκανε λόγο για σχέσεις του εκπροσώπου τύπου της Νέας Δημοκρατίας με άτομα, που εμπλέκονται σε υποθέσεις πολιτικού εκβιασμού, επικαλούμενη δημοσίευμα εφημερίδας.
Δυστυχώς στο ίδιο μήκος κύματος ως προς την δυσοσμία, που αποπνέει, κινήθηκε και η συζήτηση για την δικαιοσύνη και την διαφθορά, η οποία έγινε στην Βουλή στις 29 Μαρτίου 2016.
Πραγματικά η πολιτική ατμόσφαιρα προκαλεί ασφυξία, χωρίς να αφήνει περιθώρια μετάβασης απο την επικοινωνιακή διαχείριση της πολιτικής στην ουσιαστική της αξιοποίηση για την ευημερία της χειμάζουσας ελληνικής κοινωνίας.