Ταξιδεύοντας με τον Αλέξη…

Παύλος Τσίμας 02 Φεβ 2013

Τα ταξίδια του Αλέξη Τσίπρα είναι το πιο πολυσυζητημένο θέμα των ημερών. Τalk of the town – αφού ανακαλύψαμε πια την Αμερική.

Οχι αδίκως. Τα ταξίδια επισφραγίζουν, νομίζω, μια στροφή. Μια αλλαγή. Οχι ενός πολιτικού υποκειμένου – του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά μιας εποχής ολόκληρης. Η εποχή όπου η σύγκρουση μνημονιακών – αντιμνημονιακών μονοπωλούσε την ατζέντα και «σιδέρωνε» τις επιμέρους αντιθέσεις δίνει τη θέση της σε μια νέα εποχή, που τα διλήμματά της μόλις αρχίζουν να σχηματίζονται.

Ας αρχίσουμε από τις πιο απλές και αφελείς ταξιδιωτικές εντυπώσεις.

n Στο Βερολίνο και στην Ουάσιγκτον ο Αλέξης Τσίπρας δεν συνάντησε εκπροσώπους δυνάμεων κατοχής. Με τις δυνάμεις κατοχής, ως εκπρόσωπος της εθνικής αντίστασης, δεν θα είχε να συζητήσει παρά την παράδοση του οπλισμού και την τύχη των αιχμαλώτων. Με τον Σόιμπλε και τον Λίπτον, όμως, ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ αντάλλαξε απόψεις. Οπως είναι φυσικό να κάνεις με δυνάμεις με τις οποίες διαφωνείς, διαπραγματεύεσαι, συγκρούεσαι – αλλά συνυπάρχεις σε έναν περίπλοκο, αλληλοεξαρτώμενο κόσμο.

n Αλλά, αν εκείνοι δεν είναι δυνάμεις κατοχής, τότε και οι ελληνικές κυβερνήσεις της τριετίας δεν ήταν κυβερνήσεις προδοτών, Κουίσλινγκ, Τσολάκογλου. Ηταν κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν μια χρεοκοπία ασυγχώρητα απαράσκευες, δίχως πυξίδα, δίχως σχέδιο και με λάθη μεγάλα, εγκληματικά ίσως, που η αποτίμησή τους είναι στην κρίση του καθενός. Μα κυβερνήσεις προδοτών δεν ήταν.

n Και αν το ευρώ είναι «το εθνικό μας νόμισμα», αδιαπραγμάτευτο. Και αν η συμμετοχή μας στην ευρωζώνη αδυναμία μα ταυτόχρονα το ισχυρό, πολύτιμο όπλο μας, τότε υποθέτω πως αν μπαίναμε στη μηχανή του χρόνου και γυρίζαμε πίσω, στη μοιραία άνοιξη του 2010, πολλά μπορεί να κάναμε διαφορετικά, θα αντιδρούσαμε ασφαλώς πιο έγκαιρα, θα υιοθετούσαμε καλύτερη διαπραγματευτική τακτική, θα αντιδρούσαμε επιτυχέστερα στα προγράμματα εσωτερικής υποτίμησης, που τώρα ομολογούν οι εμπνευστές τους ότι είχαν λάθος «πολλαπλασιαστή», θα βρίσκαμε ίσως περισσότερους συμμάχους. Αλλά η βασική στρατηγική επιλογή, η επιδίωξη επίλυσης του ελληνικού προβλήματος, ως ευρωπαϊκού προβλήματος, εντός ευρωζώνης, δεν θα άλλαζε. Δεν θα ψάχναμε ανέφικτα δάνεια στο Πεκίνο ή στην Μόσχα ούτε θα καταγγέλλαμε το «επονείδιστο χρέος».

Και αν συμφωνήσουμε σε αυτά, τα αυτονόητα, δεν είναι δύσκολο να συμφωνήσουμε και στη διατύπωση ενός κοινώς – ή, έστω, πλειοψηφικά – αποδεκτού άμεσου, εθνικού στόχου που υπακούει στο τρίπτυχο: διασφάλιση της παραμονής στο ευρώ και άρση της νομισματικής αβεβαιότητας· ανακοπή και αναστροφή, με κάθε τρόπο, του θανάσιμου σπιράλ της ύφεσης· και επιδίωξη μιας νέας απομείωσης του χρέους που βρίσκεται πια σε χέρια θεσμικά. Ο,τι, πάνω – κάτω, είπε εις την Εσπερίαν και ο Αλέξης Τσίπρας.

Ολα αυτά συνθέτουν μια ευπρόσδεκτη «ενηλικίωση» του δημόσιου διαλόγου, της πολιτικής ατζέντας. Από την εποχή των συνωμοσιολογικών «ψεκασμών» στην εποχή της ωριμότητας. Αλλά δεν συνιστούν διόλου την κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών. Αντίθετα. Αφού ξοδέψαμε τρία χρόνια στοιχιζόμενοι πίσω από την άγονη διαχωριστική γραμμή Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο, είναι καιρός να ξαναβρούμε τις αληθινές διαχωριστικές γραμμές, τα πραγματικά και κρίσιμα διλήμματα.

n Αν, τρία χρόνια τώρα, τα βάρη της δημοσιονομικής προσαρμογής κατανέμονται άδικα, αν στα χρόνια της κρίσης η ψαλίδα των κοινωνικών ανισοτήτων ανοίγει αντί να κλείνει, πώς μπορεί η αδικία να αποκατασταθεί και η ψαλίδα να κλείσει; Πώς μπορεί η λιτότητα, έστω και εκ των υστέρων, να γίνει δίκαιη;

n Αν η κρίση, όπως εμείς τη βιώσαμε, έφερε και την κατάρρευση ενός πολιτικού συστήματος που επιβίωνε αναπαράγοντας τα αναχρονιστικά, πελατειακά, μετα-οθωμανικά χαρακτηριστικά του, πώς μπορεί να γίνει η κρίση ευκαιρία νέας μεταπολίτευσης, θεσμικής και πολιτικής αλλαγής; Και σε ποια βάση;

n Και αν, τέλος, η φούσκα που έσκασε αποκάλυψε τον βαθιά παρασιτικό χαρακτήρα ενός «καπιταλισμού made in Greece», αντιπαραγωγικού και εξαρτημένου από το φθηνό και δανεικό με κρατική εγγύηση χρήμα, πώς, με ποιο σχέδιο μπορεί να οργανωθεί η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας;

Οι απαντήσεις σε ερωτήματα όπως αυτά έχουν πρόσημο. Είναι προοδευτικές ή συντηρητικές, αριστερές ή δεξιές. Και είναι δύσκολες. Καλώς ορίσατε, λοιπόν, στην εποχή όπου η πολιτική αντιπαράθεση μπορεί να αποκτήσει, και πάλι, νόημα.