Η περίφημη «συμφωνία για το Μακεδονικό» που συζητήθηκε τις μέρες αυτές στη Βουλή, ανέδειξε, για άλλη μια φορά, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την εξωτερική πολιτική η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ας ξεκινήσουμε από το ίδιο το «επίτευγμα». Στην πραγματικότητα, για την ώρα, δεν υπάρχει καμία «συμφωνία». Το μόνο που υπάρχει είναι ένας διπλωματικός «οδικός χάρτης» ενταξιακών διαπραγματεύσεων της FYROM σε διεθνή fora? ένας χάρτης που ενδέχεται να καταλήξει μελλοντικά σε μια «συμφωνία», εάν και εφόσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις όλων των επιμέρους σταδίων. Αυτό που έφερε στη Βουλή προς συζήτηση η κυβέρνηση είναι επομένως μια «υποσχετική» επιταγή, με τμηματική επισφράγιση και μακρόχρονη ολοκλήρωση, που ωστόσο παράγει νομικά αποτελέσματα ήδη από τη χτεσινή συνάντηση στις Πρέσπες. Το επόμενο βήμα θα είναι η κύρωση της ένταξης της FYROM στο NATO, για την οποία το ελληνικό Κοινοβούλιο θα πρέπει προφανώς να ψηφίσει χωρίς αστερίσκους αλλά με βάση τα τετελεσμένα, στους αμέσως επόμενους μήνες. Εγκαινιάζεται, έτσι, μια πρωθύστερη διαδικασία με ασαφή ανταλλάγματα, η οποία ακυρώνει το αίτημα για μια συνολική «συμφωνία-πακέτο» και, πάντως, αγνοεί επιδεικτικά την ελάχιστη ίσως εθνική συνεννόηση γύρω από το θέμα? τουλάχιστον με τα εκείνα τα κόμματα που επιθυμούν τη λύση του προβλήματος, μακριά από τη βουή των συλλαλητηρίων και τις εθνικιστικές εξάρσεις.
Η σχετική πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ εμπεριέχει μάλιστα και το παράδοξο της αναγνώρισης του «έντιμου εταίρου» των ΑΝΕΛ, την ώρα όμως που οι ΑΝΕΛ διαφωνούν με τη «συμφωνία» και δηλώνουν ότι θα αποχωρήσουν από την κυβέρνηση, όταν (και αν) έρθει προς ψήφιση στο Κοινοβούλιο. Δεν είναι μόνο το μείζον το θέμα της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης, που μας ενδιαφέρει. Είναι κυρίως ότι η εξάμηνη διαπραγμάτευση έγινε μέσα σε ένα διχαστικό κλίμα μικροκομματικών συμφερόντων χωρίς ενημέρωση των θεσμών, χωρίς σύγκληση του εθνικού συμβούλιου των πολιτικών αρχηγών, χωρίς σύγκληση του υπουργικού συμβουλίου, χωρίς διαβούλευση με τα κόμματα, για όσα θα πρέπει η χώρα να γνωρίζει για την παρούσα αλλά και για την επόμενη μέρα. Η διαπραγμάτευση έγινε εντέλει «με τον τρόπο του ΣΥΡΙΖΑ».
Ο πρόεδρος της Βουλής έσπευσε άλλωστε από νωρίς να φανερώσει τις ιδιοτελείς στοχεύσεις της κυβέρνησης: το «Μακεδονικό» θα προκαλούσε, έλεγε ο κ. Βούτσης, την πλήρη «αναδιάταξη» του πολιτικού σκηνικού. Κατά κάποιο τρόπο την προκάλεσε. Αλλά όχι όπως υπολόγιζε ο κ. Βούτσης και η παρέα των σοφών «σκακιστών» του ΣΥΡΙΖΑ. Από το Σάββατο, ο ΣΥΡΙΖΑ ζει σε μια απόλυτη πολιτική απομόνωση. Όλα τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης είναι απέναντί του, και οι ΑΝΕΛ μετράνε απώλειες που υποχρεώνουν τον πρωθυπουργό να βλέπει πλέον την διακυβέρνηση των επόμενων μηνών ως μετέωρη επιβίωση. Προφανώς, και για τα κόμματα της αντιπολίτευσης, υπερίσχυσε το «κομματικό ταμείο» μέσα σε μια συγκυρία που ένα «εθνικό θέμα» έγινε η νέα πίστα του πατριωτισμού. Θα ήταν αστείο όμως να ισχυριστούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που κάποτε έστελνε την κ. Σωτηρίου στην Ευρωβουλή και έβαζε στο πρόγραμμά του την διάλυση του ΝΑΤΟ, τώρα μπορεί να παραδίδει μαθήματα διπλωματίας και «εξωτερικής πολιτικής» στα κόμματα που βάλανε την Ελλάδα στην ΕΟΚ και την ΟΝΕ.
Πράγματι, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ σύρθηκαν μάλλον απρόθυμα στο «Μακεδονικό» μετά από διεθνείς πιέσεις. Στην πορεία, και για τους δικούς του λόγους, ο καθένας ξεχωριστά από τους εταίρους της κυβέρνησης, θεώρησε πως το «Μακεδονικό» είναι ένα χαρτί μπλόφας απέναντι στους αντιπάλους. Δυστυχώς τα μικροκομματικά κίνητρα μαζί με το ναρκισσισμό της θετικής αποδοχής από τους διεθνείς παράγοντες έκαναν τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να πιστέψουν ότι η υποβάθμιση της εθνικής συνεννόησης μπορεί να συμπίπτει με την αύξηση του διπλωματικού κεφαλαίου της κυβέρνησης. Εδώ και καιρό, άλλοτε με φόντο το λιμάνι στο Καστελόριζο και άλλοτε με φόντο τη λίμνη στις Πρέσπες, άλλοτε για την «καθαρή έξοδο» και άλλοτε για τη «συμφωνία στο Μακεδονικό», ο πρωθυπουργός προσπαθεί να πείσει τους πολίτες για ανύπαρκτες ή θολές επιτυχίες. Αν τα σύμβολα διατηρούν ακόμα τη σημασία τους, οι Πρέσπες θα έπρεπε να ήταν η τελετουργική λήξη μιας γιορτής συμφιλίωσης και όχι η αμήχανη σκηνοθεσία μιας αβέβαιης αρχής. Ενδεχομένως όσοι μελλοντικά ασχοληθούν με το πολιτικό ναυάγιο της κυβέρνησης, να πρέπει να ξεκινήσουν από αυτή τη λίμνη στις Πρέσπες.