Τη δεκαετία του ?80 ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε επισκεφθεί την Τουρκία, επίσημος προσκεκλημένος του Οζάλ. Ο Τύπος της εποχής προεξοφλούσε τη διπλωματική ήττα στις διαπραγματεύσεις και ο γενάρχης της νεότερης σχολή της ελληνικής γελοιογραφίας Γιάννης Ιωάννου είχε δημοσιεύσει μία μακρά σειρά από γελοιογραφίες στην «Πρώτη», στις οποίες οι πρωθυπουργοί Τουρκίας και Ελλάδας είχαν συνάψει ερωτική σχέση, με τον δικό μας σε παθητικό ρόλο. Στο τελευταίο σκίτσο, μάλιστα, είχε τους δύο να ανακοινώνουν με επισημότητα και συγκίνηση ότι ο Ελληνας ήταν έγκυος. Κανείς δεν σκέφτηκε να κατηγορήσει για σεξισμό τον Ιωάννου. Ολοι καταλάβαιναν την αλληγορία – οι πασόκοι γελούσαν πρώτοι με αυτά, και απ? ό,τι ξέρω και ο ίδιος ο Ανδρέας. Βέβαια, αν είχαμε γυναίκα πρωθυπουργό τον Ιωάννου δεν θα τον ξέπλενε ούτε ο Βόσπορος.
Πολλοί έλληνες γελοιογράφοι (οι Ευρωπαίοι περισσότερο) χρησιμοποιούν τον σεξουαλικό συμβολισμό στη δουλειά τους. Είναι από τα αναγκαία στερεότυπα που χρησιμοποιούμε όλοι μας προκειμένου να πατήσουμε σε σταθερό έδαφος για να κάνουμε την ανατροπή. Οπως, π.χ., βάζουμε μία νοικοκυρά με φακιόλι και ποδιά, ενώ ξέρουμε ότι πια όλες φορούν φόρμες. Ή παριστάνουμε τον Ελληνα με φέσι ενώ έχει χρόνια να βάλει. Η δύναμη της εικόνας που έχουμε όλοι στο μυαλό μας είναι αναντικατάστατη. Ετσι και ο πολιτικός έρωτας, το πολιτικό ξεγύμνωμα, το πολιτικό στριπτίζ, ο πολιτικός βιασμός, βασίζονται στην κοινής λήψεως εικόνα για να στηθεί το πολιτικό σχόλιο.
Ο Δημήτρης Χαντζόπουλος, που ανήκε στη σχολή Ιωάννου πριν πάρει τον μοναχικό του δρόμο για να στήσει το δικό του, μοναδικό γελοιογραφικό σύμπαν, είναι από αυτούς που το συνηθίζουν στη δουλειά τους. Εχει παραστήσει ερωτικές σκηνές κάθε λογής και ποικιλίας, ρομαντικού ή αγοραίου έρωτα, με πρωταγωνιστές πρωθυπουργούς, υπουργούς, πρυτάνεις και κάθε λογής δημόσιους άνδρες, με μόνο σκοπό να στήσει το σκηνικό του χιουμοριστικού πολιτικού του σχολίου. Με μεγάλη επιτυχία, κατά γενική ομολογία. Αλλά φαίνεται μόνο όταν μιλούμε για δημόσιους άνδρες. Γιατί αυτό που θεωρείται φυσιολογικό και αναμενόμενο στον αλληγορικό κόσμο της γελοιογραφίας, ξαφνικά γίνεται σεξιστικό, χυδαίο, υβριστικό και δεν ξέρω τι άλλο όταν ο πρωταγωνιστής είναι γυναίκα. Ξαφνικά ο πολιτικός συμβολισμός, η μεταφορά και η παρομοίωση, τα ζωτικά υλικά, δηλαδή, της δουλειάς μας, γίνονται εικονοποίηση και κυριολεξία. Και ο Χαντζόπουλος γίνεται σεξιστής.
Ο σεξισμός, όμως, αφορά το φύλο και όχι το σεξ. Και σεξιστικό είναι το σχόλιο που γίνεται μόνο λόγω του φύλου. Αυτονόητα πράγματα, που όμως η κατάχρηση του όρου τα έχει συσκοτίσει. Δεν είναι σεξισμός όταν γράφονται σχόλια για τα λουσάτα ταγέρ και τα πανάκριβα παπούτσια της κυρίας Τζάκρη, γιατί τότε το αισθητικό ενσωματώνεται στο πολιτικό. Τα παπούτσια κάνουν όσο δύο συντάξεις και τα σχόλια είναι ίδιας τάξεως με εκείνα που αφορούν τα ακριβά κοστούμια του κ. Αβραμόπουλου και τα ρόλεξ ανδρών και γυναικών. Η κυρία Μακρή δεν δέχθηκε σεξιστική επίθεση για την μπλούζα που φορούσε στη Βουλή περισσότερο από αυτήν που δέχτηκε ο Ψαριανός για το γιλέκο. Η ίδια βουλευτής βέβαια έγινε πραγματικά στόχος σεξιστικού κρεσέντο σε εκπομπή του κ. Τράγκα με το ίδιο θέμα, στην οποία όμως συμμετείχε αυτοπροσώπως και ολοθέρμως. Το σχόλιο του κ. Γεωργιάδη περί ιατρικής βοηθείας δεν ήταν σεξιστικό – θα ήταν το ίδιο απρεπές και αν αφορούσε άνδρα. Και μιλώντας για την κυρία Κωνσταντοπούλου, κανείς δεν νομιμοποιείται να την υπερασπίζεται αν δεν έχει καταδικάσει προηγουμένως εμφαντικά τη χυδαία επίθεση που η ίδια είχε κάνει στον κ. Κακλαμάνη.