liberal.gr
Η εξέλιξη της διαδικασίας του Brexit θυμίζει ένα αγγλικό ανέκδοτο: Κάποιος περαστικός από ένα ιρλανδικό χωριό ερωτά από πού πάνε στο Δουβλίνο? και παίρνει την εξής σουρεαλιστική απάντηση από τον συνομιλητή του: «στη θέση σου, δεν θα ξεκινούσα από εδώ».
Κάπως έτσι θα αισθάνονται σήμερα οι Βρετανοί εμπρός στα συνεχή αδιέξοδα, αλλά και στις συνεχείς ταπεινώσεις που, από δικό τους κατά κύριο λόγο φταίξιμο, υφίστανται κάθε μέρα. Ότι δεν θα έπρεπε να έχουν ξεκινήσει από το σημείο στο οποίο βρίσκονται.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με την απόφασή του τα ξημερώματα της Πέμπτης για την παράταση της προθεσμίας του Brexit μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2019, υποχρεώνει το Ηνωμένο Βασίλειο να αποδεχθεί κατά τη διάρκεια της παράτασης μια σειρά από θεσμικές πρωτοτυπίες. Η κυριότερη από αυτές είναι η δέσμευσή του να μην μπλοκάρει τη λήψη αποφάσεων -άρα να συντάσσεται με την κάθε φορά διαμορφούμενη πλειοψηφία. Δηλαδή, στην πράξη, τυφλή προεκχώρηση ψήφου. Άλλη υποχρέωση που αναλαμβάνει είναι η μη συμμετοχή του σε συζητήσεις ευρωπαϊκών οργάνων που θα αφορούν θέματα της μετά το Brexit.
Μεγαλύτερο πρόβλημα δημιουργείται από την υποχρέωση του Ην.Βασιλείου να μετάσχει στις ευρωπαϊκές εκλογές – χωρίς, βέβαια, να μπορεί να γίνει και διαφορετικά, εφ’ όσον δεν εγκρίνει τη συμφωνία αποχώρησης μέχρι τις 22 Μαΐου 2019.
Κανείς, για παράδειγμα, δεν πιστεύει ότι οι νεοεκλεγέντες ευρωβουλευτές από το Ην.Βασίλειο θα ακολουθήσουν και εκείνοι τη δέσμευση να συντάσσονται με την κάθε φορά διαμορφούμενη πλειοψηφία. Αυτό εξ άλλου θα ήταν θεσμικά αδύνατο και δημοκρατικά απαράδεκτο.
Το κύριο όμως ζήτημα που προκύπτει είναι ότι, κατά τη διάρκεια ισχύος της παράτασης, οι ευρωβουλευτές του Ηνωμ.Βασιλείου θα ψηφίσουν για την ανάδειξη Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα εγκρίνουν εν συνόλω τη σύνθεση της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα ψηφίσουν για την ανάδειξη του Προέδρου και των Αντιπροέδρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα αναδείξουν, μαζί με τους άλλους συναδέλφους τους τα προεδρεία των επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αρκετά νωρίτερα (20-21 Ιουνίου), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα προτείνει, με ειδική πλειοψηφία, τον νέο Πρόεδρο της Ε.Επιτροπής.
Το ερώτημα που αβίαστα προκύπτει είναι: Ποια θα είναι η νομιμοποίηση του νέου Προέδρου της Ε.Επιτροπής αν εκλεγεί οριακά χάρις στην ψήφο κράτους που σε λίγο δεν θα είναι μέλος της ΕΕ; Ποια θα είναι η νομιμοποίηση του νέου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά και της Ε.Επιτροπής εάν η ανάδειξή τους έχει εξαρτηθεί οριακά από την ψήφο των Βρετανών ευρωβουλευτών, σε περίπτωση που, λίγους μήνες μετά, το Ηνωμένο Βασίλειο, άρα και οι ευρωβουλευτές του, αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Θα ξεκινήσουν, τότε, νέες διαδικασίες ανάδειξης προέδρων, Ε.Επιτροπής κλπ μέσα από τον τότε αναδιαμορφωμένο πολιτικό χάρτη; Και τι κινδύνους συνεπάγεται μια τέτοια αναδιαμόρφωση του πολιτικού χάρτη μετά την έναρξη μιας περιόδου που, ούτως ή άλλως, προεικάζεται ως πολιτικά ευαίσθητη λόγω της προοπτικής δυσχερούς διαμόρφωσης πλειοψηφιών; Και λόγω της προοπτικής ανόδου παρατάξεων που αμφισβητούν θεμελιώδη ευρωπαϊκά κεκτημένα; Και τι θα γίνεται εν τω μεταξύ; Θα παραταθεί, όπως κυκλοφορεί, η θητεία της παρούσας Ε.Επιτροπής μέχρι να υπάρξουν οριστικές αποφάσεις για το Brexit;
Αυτά είναι μόνο μερικά από τα θεσμικά απόνερα των όρων παράτασης της προθεσμίας του Brexit. Είναι βέβαιο ότι στις αμέσως επόμενες εβδομάδες ή μήνες θα προκύψουν και άλλα, όπως π.χ. η αδυναμία έγκρισης του νέου πολυετούς προϋπολογισμού της ΕΕ. Σωστά λοιπόν θα έλεγε κάποιος Βρετανός σήμερα, όπως τότε ο Ιρλανδός του ανεκδότου: δεν θα έπρεπε να έχουμε ξεκινήσει από εδώ.