Τα τελευταία 70 χρόνια τού Κυπριακού: Μοιραία Ηγεσία, ο Μακάριος και οι συνεχιστές του

19 Ιουλ 2022

Ο Λεόντιος Ιεροδιακόνου για τα τελευταία 70 χρόνια τού Κυπριακού

Γράφει  η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΗΛΙΑΔΗ εφημερίδα Πολίτης της Κύπρου

Στο νέο του βιβλίο, με τον εύγλωττο τίτλο «Μοιραία Ηγεσία (1948 – 2021), ο Μακάριος και οι συνεχιστές», ο Λεόντιος Ιεροδιακόνου συμπυκνώνει τη σύγχρονη ιστορία του Κυπριακού σε 200 σελίδες, φωτίζοντας τα σημαντικά με λόγο δωρικό και ευκολοδιάβαστο. Ο Λεόντιος Ιεροδιακόνου ήταν βουλευτής για 20 χρόνια, την τελευταία πενταετία (1991 – 1996) πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής. Διετέλεσε αντιπρόεδρος τού Δημοκρατικού Συναγερμού, και υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων της κυβέρνησης Κληρίδη (1997 - 1999). Το σημερινό είναι το α΄ μέρος της συνέντευξης τού κ. Ιεροδιακόνου στον «Π», το β’ μέρος θα δημοσιευθεί την ερχόμενη Κυριακή 17/7/2022.

Συναίσθημα Vs Λογικής

«Στην πολιτική, δεν είναι αρκετό να έχεις δίκαιο. Τη δεδομένη χρονική περίοδο που θα επιδιωχθεί ένας πολιτικός ή εθνικός στόχος, πρέπει να υπολογιστούν τα διαθέσιμα μέσα, όπως και να επιμετρηθούν τα εμπόδια και οι κίνδυνοι που μπορεί να παρουσιαστούν στη διαδρομή προς τον στόχο. Αν στην εσωτερική πάλη (στο στάδιο δηλαδή που λαμβάνεται η απόφαση), επικρατήσουν το συναίσθημα και το πάθος έναντι της λογικής, δεν μπορεί να γίνει σωστή πρόβλεψη και αποτελεσματικός προγραμματισμός. Η δε σωστή πρόβλεψη είναι εκ των ων ουκ άνευ στην πολιτική».

Σταθμοί του Κυπριακού

«Στον περιορισμένο χώρο που παρέχει μια συνέντευξη, είναι πολύ δύσκολο να διαφωτιστούν ακόμα και οι πιο σοβαροί σταθμοί για τα τελευταία εβδομήντα χρόνια. Γι' αυτό, θα περιοριστώ να αναφερθώ στα πιο χτυπητά χαρακτηριστικά της πολιτικής μας συμπεριφοράς και να τα συγκρίνω με τους χειρισμούς και τις αντιδράσεις μας σε αυτούς που κρίνω ως τους πιο σοβαρούς σταθμούς από τους οποίους πέρασε το εθνικό μας πρόβλημα».

Πολιτική συμπεριφορά

«Τα κύρια χαρακτηριστικά της πολιτικής μας συμπεριφοράς ήταν: Κατά κανόνα θέταμε στόχους, αυτούς που νομίζαμε δίκαιους και επιθυμητούς, αμελέτητα και ανεξάρτητα αν ήταν υλοποιήσιμοι. Ήμασταν σχεδόν πάντοτε αμελέτητοι όσον αφορά το περιφερειακό και διεθνές πολιτικό περιβάλλον. Αδυνατούσαμε να προσαρμόσουμε τους χειρισμούς μας και όταν ακόμη αποδεικνύονταν λανθασμένοι στην πράξη. Υπήρχε εξόφθαλμη ευθυνοφοβία για την έγκαιρη λήψη σημαντικών και αναγκαίων αποφάσεων».

Ένωση και μόνο Ένωση

«Οι Βρετανοί, τέλος της δεκαετίας του ’40 και αρχές της δεκαετίας του ’50, αφού έχασαν την αυτοκρατορία τους, επικέντρωσαν τα ζωτικά τους συμφέροντα στη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα στις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες. Από το 1954, μετέφεραν το στρατηγείο τους στην Κύπρο, στο μοναδικό έδαφος που τους απέμεινε στην περιοχή. Άρα, δεν θα ήταν παρακινδυνευμένο να λεχθεί ότι ήταν αποφασισμένοι να διατηρήσουν την κυριαρχία τους με κάθε τρόπο στην Κύπρο. Η Ελλάδα (μετά από τέσσερα χρόνια κατοχής και άλλα τόσα εμφυλίου πολέμου) είχε πολλές πληγές. Οι δε κυβερνήσεις της ήταν αδύνατες, βραχύβιες και με πολλές εξαρτήσεις από τους Βρετανούς, αργότερα και από τους Αμερικανούς. Ο Μακάριος επέστρεψε στην Κύπρο από τις σπουδές του το 1948 και ανέλαβε τη διεύθυνση του γραφείου της Εθναρχίας. Από τη θέση αυτή άρχισε έναν έντονο, μονολιθικό και άκαμπτο αγώνα με σύνθημα την «Ένωση και μόνο Ένωση». Το κύριο μέσο με το οποίο πίστευε ότι θα φτάσει αυτόν τον στόχο ήταν να πείσει την ελληνική κυβέρνηση να προσφύγει στον ΟΗΕ, με στόχο να επιτύχει ψήφισμα υπέρ του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του κυπριακού λαού. Παράλληλα, συζήτησε με τον Γρίβα για τη διεξαγωγή ένοπλου αγώνα (με ομολογία και των δύο), όχι όμως για να νικήσει τον αγγλικό στρατό, αλλά απλώς να βοηθήσει στη διεθνοποίηση του προβλήματος».

Μακάριος και Αθήνα

«Τον Οκτώβριο του 1955, ο Μακάριος διαδέχθηκε τον Μακάριο τον Β’ στη θέση του Αρχιεπισκόπου. Ως Αρχιεπίσκοπος, πνευματικός ηγέτης και εθνάρχης, άρχισε πιο τακτικές επισκέψεις στην Αθήνα, προσπαθώντας να ξεσηκώσει τον ελληνικό λαό και τα ΜΜΕ υπέρ του αγώνα για την Ένωση. Παράλληλα, πίεζε τις ελληνικές κυβερνήσεις να προσφύγουν στον ΟΗΕ και να ζητούν ψήφισμα υπέρ του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης - ένωσης του κυπριακού λαού. Όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις τον συμβούλευαν να σταματήσει, ή πιο σωστά, να αναβάλει αυτά τα σχέδια που αναπόφευκτα θα τους έφερναν σε σύγκρουση με το Λονδίνο. Τον διαβεβαίωναν δε ότι θα ρύθμιζαν το όλο θέμα με τους φίλους και σύμμαχους Βρετανούς σε καταλληλότερο χρόνο στο μέλλον. Ο Μακάριος ανένδοτος και αδιαφορώντας για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις, το 1953 προσέφυγε ο ίδιος με επιστολή του στον ΓΓ των ΗΕ, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση Παπάγου να αρνηθεί να υποστηρίξει την εγγραφή του θέματος. Συνέχισε όμως να πιέζει. Δεν δίστασε ακόμα να αφήσει να νοηθεί ότι πιθανόν να αναγκαστεί να ζητήσει από άλλη χώρα υποστήριξη για εγγραφή του θέματος στον ΟΗΕ».

Σχετικά άρθρα

Αποτυχία στα ΗΕ

«Τελικά, τον επόμενο χρόνο, ο Παπάγος ενέδωσε και τον Αύγουστο του 1954 έστειλε επιστολή στον ΓΓ των ΗΕ και ζητούσε να εγγραφεί το θέμα στην ημερήσια διάταξη της ΓΣ. Στη ΓΣ των ΗΕ, η ελληνική πλευρά δεν κατάφερε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Ήταν μια αποτυχία. Εγκρίθηκε ένα ψήφισμα που απλώς ανέβαλε αόριστα τη συζήτηση του θέματος. Αυτό όμως ήταν η μικρή ζημιά. Η μεγάλη και θανάσιμη ζημιά ήταν ότι, μέσα από τη συζήτηση που διεξήχθη, φάνηκε καθαρά ότι οι Βρετανοί, στην προσπάθειά τους να αντισταθμίσουν τα ελληνικά συμφέροντα στην Κύπρο, άνοιγαν διάπλατα τον δρόμο εισόδου της Τουρκίας στο Κυπριακό. Φάνηκε καθαρά ότι παλεύαμε εναντίον ενός γεωγραφικά πολύ απομακρυσμένου αντίπαλου και χρονικά προσωρινού, και ανοίγαμε διάπλατα τον δρόμο εισόδου σ’ έναν στενό γείτονα και μόνιμα θανάσιμο αντίπαλο. Με άλλα λόγια, στα πρώτα βήματα διεθνοποίησης του Κυπριακού φυτεύτηκαν οι περισσότεροι σπόροι που προδιέγραφαν τη μετέπειτα πορεία του εθνικού μας προβλήματος».

4266947893704191 ImgSrc

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κωνσταντίνος Καραμανλής υποδέχεται στο αεροδρόμιο τον Βρετανό ομόλογό του Harold Macmillan [7 Αυγούστου 1958].

Η Τουρκία στο Κυπριακό

«Ο Μακάριος, επιστρέφοντας στην Κύπρο, παρουσίασε τα συμβάντα στη Νέα Υόρκη ως επιτυχία. Απλώς και μόνο το ότι ενεγράφη το θέμα και συζητήθηκε στη ΓΣ το θεωρούσε ως πρόοδο και μιλούσε για την επόμενη προσφυγή. Μέσα στο ίδιο πνεύμα, κινήθηκαν και οι ανακοινώσεις της Εθναρχίας. Το συνταρακτικό γεγονός εισόδου της Τουρκίας στο Κυπριακό περνούσε σχεδόν απαρατήρητο. Ο Μακάριος δεν φαίνεται να τροποποίησε καθόλου τα σχέδιά του. Εκατόν περίπου μέρες μετά τη λήξη της συζήτηση στον ΟΗΕ, άρχισε ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ, πολιτικός προϊστάμενος τού οποίου ήταν ο Αρχιεπίσκοπος. Με την έναρξη εκείνου του αγώνα, οι Βρετανοί που είχαν απόλυτο το διοικητικό αστυνομικό και στρατιωτικό έλεγχο στην Κύπρο, ίδρυσαν το επικουρικό αστυνομικό σώμα, το οποίο επάνδρωσαν αποκλειστικά με Τ/Κ. Το κύριο καθήκον αυτού του αστυνομικού σώματος ήταν, μαζί με τα βρετανικά στατεύματα, να καταστείλουν τον αγώνα της ΕΟΚΑ. Αυτή η εξέλιξη από μόνη της έθετε τη μια κοινότητα εναντίον της άλλης. Τρεις μήνες μετά την έναρξη του ενόπλου αγώνα, ο βρετανός Πρωθυπουργός Eden κοινοποίησε προσκλήσεις στην Αθήνα και στην Άγκυρα, καλώντας τις να στείλουν αντιπροσώπους τους στο Λονδίνο για να συζητήσουν ‘πολιτικά και αμυντικά θέματα’ της ανατολικής Μεσογείου, ‘περιλαμβανομένης της Κύπρου’. Η Τουρκία αποδέχθηκε την πρόσκληση αμέσως και εύκολα. Στην Ελλάδα, υπήρχαν επιφυλάξεις αλλά τελικά έγινε αποδεχτή και από την Ελλάδα. Ο Αρχιεπίσκοπος ζήτησε από την Ελλάδα να απορρίψει την πρόσκληση. Μάλιστα, μετέβη και ο ίδιος στην Αθήνα και πίεσε την κυβέρνηση να προσφύγει στον ΟΗΕ πριν την έναρξη της Τριμερούς».

Η Τριμερής του ’55

«Η συμπεριφορά του Μακαρίου φαινόταν αρκετά οξύμωρη. Από τη μια, σωστά, ανησυχούσε ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στην Τριμερή αποτελούσε πολύ αρνητική εξέλιξη. Ταυτόχρονα όμως, πίεζε για προσφυγή στη ΓΣ των ΗΕ, αδιαφορώντας για την παρουσία της Τουρκίας και στη Νέα Υόρκη. Η μόνη ερμηνεία που μπορεί να δοθεί είναι ότι η προσφυγή στον ΟΗΕ ήταν πάγια και επίμονη θέση του ιδίου. Εγκατάλειψή της θα φανέρωνε ότι ήταν άκαιρη και λανθασμένη. Οι εργασίες της Τριμερούς άρχισαν στις 28 Αυγούστου και τερματίστηκαν στις 6 Σεπτεμβρίου, ημέρα κατά την οποία έλαβαν χώρα (οργανωμένες από τις τούρκικες αρχές) σφοδρές και καταστροφικές εχθροπραξίες εναντίον των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη, που αποτέλεσαν την απαρχή της εκδίωξης της ζωτικής ελληνικής μειονότητας στη Μ. Ασία. Σίγουρα, η σύγκληση της Τριμερούς και η συζήτηση που διεξήχθη, συνέβαλαν στην περαιτέρω εδραίωση του τουρκικού παράγοντα στο Κυπριακό».

Ήθελε ο Μακάριος, αλλά...

«Σε λιγότερο από έναν μήνα, οι συντηρητικοί του Λονδίνου προχώρησαν στην αλλαγή του κυβερνήτη. Στην προσπάθειά τους να καταστείλουν τον αγώνα της ΕΟΚΑ, διόρισαν στρατιωτικό κυβερνήτη τον στρατάρχη Harding. O νέος κυβερνήτης, στην πρώτη του ανακοίνωση, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι πρόθεσή του ήταν να συζητήσει και για Σύνταγμα εσωτερικής αυτοκυβέρνησης. Πράγματι, μόλις ανέλαβε καθήκοντα, άρχισε διαπραγματεύσεις με τον Μακάριο, οι οποίες συνεχίστηκαν για πέντε μήνες. Τον Ιανουάριο του 1956, ο Harding έδωσε στον Μακάριο δεύτερη επιστολή για το θέμα αυτοδιάθεσης, με την οποία αποδεχόταν με αρνητικό τρόπο το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης: Η ορολογία που χρησιμοποιήθηκε ήταν: Δεν είναι η θέση της βρετανικής κυβέρνησης ότι το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης δεν μπορεί ποτέ να εφαρμοστεί στην Κύπρο. Είναι η θέση της ότι δεν είναι, επί του παρόντος, ρεαλιστική και υλοποιήσιμη πρόταση, ένεκα των στρατιωτικών αναγκών της Βρετανίας. Παράλληλα, οι θέσεις των δυο πλευρών πλησίασαν και στα θέματα του Συντάγματος για αυτοκυβέρνηση. Ο Ν. Κρανιδιώτης, ο οποίος ουσιαστικά συμμετείχε στις συνομιλίες, ομολογεί ότι ο Μακάριος ήθελε να αποδεχθεί τις προτάσεις Harding. Όμως, δίσταζε διότι έφερναν ένσταση κύκλοι της Μητρόπολης Κερύνειας, όπως και ο Γρίβας».

«Μακάρι ο Θεός να σώσει τον λαό σου»

«Τέλος Φεβρουαρίου, έφτασε στην Κύπρο ο τότε υπουργός Αποικιών Lennox Boyd. Μόλις το πληροφορήθηκε ο Μακάριος, ζήτησε να τον συναντήσει. Η συνάντηση ορίστηκε για την 29η του μήνα. Ο Κρανιδιώτης, ο οποίος συνόδευσε τον Αρχιεπίσκοπο σ’ εκείνη τη συνάντηση, γράφει ότι πρώτος πήρε τον λόγο ο υπουργός. Ο Μακάριος τον διέκοψε και ζήτησε να διευκρινιστούν δυο τρία σημεία για την αυτοκυβέρνηση. Ήγειρε όμως και ένα σοβαρό θέμα: Να συζητηθούν τα χρονικά πλαίσια που θα εφαρμοστεί το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Τότε, ο Lennox Boyd σταμάτησε και συνοφρυώθηκε. Μεσολάβησε ένα χρονικό διάστημα αμήχανης σιωπής. Στη συνέχεια, απευθυνόμενος στον Αρχιεπίσκοπο του είπε: ‘Μακάρι ο Θεός να σώσει τον λαό σου’, τερματίζοντας έτσι και τη συνάντηση. Μερικές μέρες αργότερα, ο Harding συνέλαβε και εξόρισε τον Μακάριο στις Σεϋχέλλες. Δύο μήνες αργότερα, σε επιστολή του προς τον εργατικό βουλευτή Noel Baker, o Μακάριος εξέφρασε τη λύπη του για την απότομη διακοπή των συνομιλιών, κατά τις οποίες υπήρξε σημαντική προσέγγιση, και εξέφρασε την ελπίδα να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες από εκεί που είχαν μείνει».

4266949010528335 ImgSrc (1)

«Η αδυναμία του (Μακαρίου) όμως να μην δυσαρεστήσει μερικούς κύκλους της Μητρόπολης Κερύνειας και τον Γρίβα, τον οδήγησε σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις που τελικά κατέληξαν στο θλιβερό τέλος που έδωσε ο Lennox Boyd».

Μισόλογα και ατολμία

«Έναν χρόνο αργότερα, οι Βρετανοί απελευθέρωσαν τον Μακάριο από τις Σεϋχέλλες, αλλά δεν επέτρεψαν την άφιξή του στην Κύπρο. Όταν τον Απρίλιο του 1957 έφτασε στην Αθήνα, φαίνεται ότι ο Αρχιεπίσκοπος (με την υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης) κατέληξε σε δυο πολύ σοβαρές αποφάσεις. Πρώτον, να προτείνει λύση ανεξαρτησίας και παράλληλα τερματισμό του ένοπλου αγώνα. Αυτό το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα από την αλληλογραφία που είχε ο Αβέρωφ και ο ίδιος ο Μακάριος με τον Γρίβα, κατά την επιστροφή του από τις Σεϋχέλλες. Όμως, και οι δυο αυτές αλλαγές δεν παρουσιάστηκαν ποτέ από τον Μακάριο στον Γρίβα ως πολιτικές αποφάσεις. Παρουσιάζονταν με μισόλογα και ως εισηγήσεις και προτάσεις για προβληματισμό. Από τον Απρίλιο του 1957 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1958, διέρρευσε ο χρόνος άκαρπα. Στην πραγματικότητα, οι Βρετανοί δεν ξανασυνομίλησαν με τον Μακάριο. Ο Harding αντικαταστάθηκε από τον Ser Hugh Foot, έναν διπλωμάτη καριέρας. Ο Foot ετοίμασε και το δικό του σχέδιο για λύση του Κυπριακού. Το παρουσίασε μόνο στην τουρκική κυβέρνηση, η οποία, προς έκπληξή του, το απέρριψε, παρόλο που ήταν πολύ ευνοϊκό για τα τουρκικά συμφέροντα. Όταν η Τουρκία το απέρριψε, το σχέδιο αποσύρθηκε».

Τριχοτόμηση - Ανεξαρτησία

«Το καλοκαίρι του 1958, ετοίμασε δικό του σχέδιο ο Macmillan, o οποίος διαδέχθηκε τον Eden στη θέση του Πρωθυπουργού. Το σχέδιο Macmillan οδήγησε σε πλήρη καταβαράθρωση τής ε/κ πολιτικής. Ουσιαστικά, τριχοτομούσε διοικητικά την Κύπρο. Εκτός των άλλων πτυχών, καλούσε τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας να στείλουν στην Κύπρο από έναν αντιπρόσωπο, οι οποίοι θα συμμετέχουν ως διοικητικοί σύμβουλοι του βρετανού κυβερνήτη στη διακυβέρνηση του τόπου. Η κυβέρνηση Καραμανλή το απέρριψε αμέσως και προέβη σε έντονες παραστάσεις στην έδρα του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία το αποδέχθηκε και μάλιστα δήλωσε και το όνομα του αντιπροσώπου της. Παρόλο που το σχέδιο απορρίφθηκε από την Ελλάδα, η κυβέρνηση Macmillan ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει στην εφαρμογή του. Η όλη κατάσταση άρχισε να γίνεται εκρηκτική. Ο ανταγωνισμός που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο κοινοτήτων, εκτός από τις μεγάλες υλικές καταστροφές, οδήγησε σε πρωτοφανείς αιματηρές εχθροπραξίες που κόστισαν τη ζωή σε 53 Τ/Κ και σε 56 Ε/Κ. Μέσα σ’ αυτό το πολιτικό περιβάλλον, ο Μακάριος ανακοίνωσε την πρότασή του για λύση ανεξαρτησίας. Η πρόταση αυτή, μέσα σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα, βοήθησε στο να σπάσει το αδιέξοδο από την απελπιστική κατάσταση που επικρατούσε και τελικά οδήγησε σε μερικούς μήνες στις συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου, τον Φεβρουάριο του 1959».

Ατολμία

«Φαίνεται ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της πολιτικής συμπεριφοράς του Μακαρίου ήταν η αδυναμία του να παίρνει αποφάσεις, οι οποίες δεν είχαν γενική ή οικουμενική αποδοχή. Όπως αποκαλύπτει ο πολύ στενός συνεργάτης του Ν. Κρανιδιώτης, ζυγίζοντας στις αρχές του 1956 πού οδηγήθηκε το Κυπριακό, κυρίως ένεκα της δικής του πολιτικής, έκρινε ότι ήταν προς το συμφέρον των Ε/Κ η αποδοχή των προτάσεων Harding. Όντως, αν εσυναρμολογήτο μια συμφωνία αυτοκυβέρνησης τότε και εφαρμοζόταν στην πράξη, κατά τεκμήριον, το Κυπριακό θα είχε μια πολύ πιο ομαλή πορεία. Μάλιστα, μακροπρόθεσμα θα συνέβαλλε και στη σταδιακή απομάκρυνση της Τουρκίας. Η αδυναμία του όμως να μην δυσαρεστήσει μερικούς κύκλους της Μητρόπολης Κερύνειας και τον Γρίβα, τον οδήγησε σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις που τελικά κατέληξαν στο θλιβερό τέλος που έδωσε ο Lennox Boyd».

4266949713375901 ImgSrc (2)

«Όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις τον συμβούλευαν να σταματήσει, ή πιο σωστά, να αναβάλει αυτά τα σχέδια που αναπόφευκτα θα τους έφερναν σε σύγκρουση με το Λονδίνο. [...] Ο Μακάριος ανένδοτος και αδιάφορος για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις».

Φοβία και καχυποψία

«Επίσης, την ίδια αδυναμία έδειξε ο Μακάριος όταν έφτασε στην Αθήνα από τις Σεϋχέλλες. Δεν τόλμησε να εξωτερικεύσει τις δύο αποφάσεις του. Δηλαδή, τη στροφή προς την ανεξαρτησία σε συνδυασμό με τον τερματισμό του ένοπλου αγώνα. Τις κοινοποίησε ενάμιση χρόνο μετά, όταν η κατάσταση χειροτέρευσε πολύ και απαιτούσε επιπρόσθετες υποχωρήσεις. Ήδη, μέσα στο 1957, οι Τ/Κ δημοτικοί σύμβουλοι παραιτήθηκαν απ’ όλα τα κοινά δημοτικά συμβούλια των μεγάλων πόλεων και αργότερα προχώρησαν στην ίδρυση χωριστών δημαρχείων. Τον επόμενο χρόνο και με την προώθηση του σχεδίου Macmillan, οι δύο κοινότητες οδηγήθηκαν σε σοβαρές αιματηρές συγκρούσεις με πολλά θύματα, που είχαν ως αποτέλεσμα να καλλιεργηθεί αθεράπευτη φοβία και καχυποψία. Αν η λύση ανεξαρτησίας προβαλλόταν πριν μεσολαβήσουν τα πιο πάνω θλιβερά γεγονότα, είναι λογικό να υπολογίσουμε ότι το καθεστώς ανεξαρτησίας που μπορούσε να είχε συμφωνηθεί, θα είχε πολύ λιγότερα διαιρετικά στοιχεία από ό,τι η Συμφωνία Ζυρίχης. Το δε διεθνές status της Κύπρου θα είχε λιγότερες εξωτερικές εξαρτήσεις».

«Ο Αβέρωφ, από τον Απρίλιο του 1963, έστειλε μακροσκελή επιστολή στον Μακάριο και του εξηγούσε γιατί η Αθήνα ήταν έντονα εναντίον μιας μονομερούς αναθεώρησης του Συντάγματος και τον προειδοποίησε μάλιστα, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να εκφράσει ανοικτά τη διαφωνία της»

Το σημερινό είναι το β΄ μέρος της συνέντευξης τού Λεόντιου Ιεροδιακόνου στον «Π», με αφορμή το νέο του βιβλίο με τίτλο «Μοιραία Ηγεσία (1948 – 2021), ο Μακάριος και οι συνεχιστές». Ο κ. Ιεροδιακόνου διετέλεσε βουλευτής, αντιπρόεδρος τού ΔΗΣΥ και υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων της κυβέρνησης Κληρίδη (1997 - 1999). Το α’ μέρος της συνέντευξης δημοσιεύθηκε την περασμένη Κυριακή, και το γ’ και τελευταίο μέρος θα δημοσιευθεί την ερχόμενη Κυριακή 24 Ιουλίου 2022.

Τα γεράκια

«Ο έντονος δικοινοτικός χαρακτήρας του Συντάγματος, με τα veto του αντιπροέδρου στην εκτελεστική εξουσία και τις χωριστές πλειοψηφίες στη Βουλή, μπορούσαν εύκολα να οδηγήσουν σε συνταγματικά αδιέξοδα. Επίσης, οι άσχημες εμπειρίες από τις εχθροπραξίες του παρελθόντος (ιδιαίτερα οι μαζικές δολοφονίες του 1958), ήταν πολύ νωπές όταν ανακηρύχθηκε η ανεξαρτησία το καλοκαίρι του 1960. Είναι γεγονός ότι οι συμφωνίες Ζυρίχης δεν διασφάλιζαν μόνο καθεστώς μειονότητας στους Τ/Κ. Παραχωρούσαν πολλά προνόμια. Είναι επίσης γεγονός ότι μερικές πρόνοιες του Συντάγματος ήταν πρακτικά δύσκολο να υλοποιηθούν. Ιδιαίτερα η αναλογία 70:30, στη δημόσια υπηρεσία, πέραν του ότι θα απαιτούσε μακροχρόνια διαδικασία, θα παραβίαζε και τη στοιχειώδη αρχή της ίσης μεταχείρισης. Σύμφωνα με τον τότε πρόεδρο της Bουλής Γλαύκο Κληρίδη, ο Μακάριος θεωρούσε όλες τις πρόνοιες του Συντάγματος, που παραχωρούσαν προνόμια στους Τ/Κ, ενοχλητικές και απαράδεκτες. Έτσι, έβαλε στόχο να τις καταργήσει. Από την αρχή, τηρούσε μια αλαζονική στάση έναντι στον Τ/Κ αντιπρόεδρο και μαζί με μερικούς συνεργάτες (τους οποίους ο Κληρίδης αποκαλεί γεράκια), προσπαθούσε να αποδείξει ότι το Σύνταγμα δεν ήταν λειτουργίσιμο».

Διαφωνούσε η Αθήνα

«Την πρόθεση του Μακάριου να αναθεωρήσει το Σύνταγμα σε κάποιο στάδιο, την ψηλάφισε και η ελληνική κυβέρνηση. Ο Αβέρωφ, από τον Απρίλιο του 1963, έστειλε μακροσκελή επιστολή στον Μακάριο και του εξηγούσε γιατί η Αθήνα ήταν έντονα εναντίον μιας μονομερούς αναθεώρησης του Συντάγματος και τον προειδοποίησε μάλιστα, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να εκφράσει ανοικτά τη διαφωνία της. Το καλοκαίρι του 1963, μεσολάβησαν ριζικές αλλαγές στην Ελλάδα. Η έντονη διαμάχη μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης Καραμανλή και της αντιπολίτευσης οξύνθηκε ακόμα περισσότερο, με τη δολοφονία του βουλευτή της Aριστεράς, Λαμπράκη. Έτσι, τον Ιούλιο του 1963, η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτήθηκε. Ο Μακάριος εκμεταλλεύτηκε το κενό εξουσίας και επίσπευσε τα σχέδιά του για αναθεώρηση του Συντάγματος, χωρίς διαβούλευση με την Αθήνα».

Δημιουργία τ/κ θυλάκων

«Οι αναθεωρητικές προτάσεις Μακαρίου (γνωστές ως 13 σημεία) επιδόθηκαν στην Τ/κ ηγεσία και στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, στις 30 Νοεμβρίου 1963. Όπως ήταν αναμενόμενο, η τουρκική πλευρά απέρριψε τις προτάσεις. Έτσι, η ήδη ανησυχητική κατάσταση που επικρατούσε μεταξύ των δυο κοινοτήτων, επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο. Το αποτέλεσμα ήταν, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1963, να ξεσπάσουν ένοπλες συγκρούσεις, μεταξύ των παραστρατιωτικών οργανώσεων των δύο πλευρών. Με το ξέσπασμα των εχθροπραξιών, η Ε/κ πλευρά προσπαθούσε να ελέγξει, όσο γίνεται, περισσότερο έδαφος, ενώ οι Τ/Κ, σε μέρη στα οποία είχαν σημαντική πληθυσμιακή υπεροχή, δημιούργησαν θύλακες, στους οποίους προσέφυγαν Τουρκοκύπριοι και από άλλες περιοχές. Η κατάσταση επί του εδάφους παρέμεινε όπως είχε διαμορφωθεί τους πρώτους ένα-δυο μήνες, μετά το ξέσπασμα των συγκρούσεων, μέχρι το πραξικόπημα και την εισβολή το 1974. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι μάχες της Τυλληρίας και οι βομβαρδισμοί από την τουρκική αεροπορία το καλοκαίρι του 1964, και η μάχη της Κοφίνου το φθινόπωρο του 1967, που είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο».

Ευκταίο - Εφικτό

«Με τη φυγή των ελληνικών στρατευμάτων, ο Μακάριος ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει τον αγώνα του ευκταίου (που ήταν η αυτοδιάθεση-ένωση) και υιοθετεί το εφικτό (που ήταν η διατήρηση της ανεξαρτησίας με τροποποίηση του Συντάγματος). Μάλιστα, προκήρυξε και προεδρικές εκλογές, το αποτέλεσμα των οποίων θα ερμηνευόταν και ως έγκριση της νέας πολιτικής. Το εκλογικό σώμα τού έδωσε τότε συντριπτική πλειοψηφία, πέραν του 90%. Τον Ιούνιο τού ίδιου χρόνου, άρχισαν διακοινοτικές συνομιλίες, για αναθεώρηση τού Συντάγματος. Παρ’ όλα αυτά, ο Μακάριος συνέχισε να παλινδρομεί και πάλι στο ευκταίο. Κουβαλώντας μαζί του το σύνδρομο της οικουμενικής αποδοχής του, έκανε δηλώσεις που απευθύνονταν και σε εκείνους του μικρού ποσοστού, που δεν τον ψήφισαν. Μια πολύ κτυπητή περίπτωση ήταν η ομιλία του στη Γιαλούσα, στις 14/3/1971, στην οποία διακήρυξε ότι 'Η Κύπρος ήτο ελληνική από την αυγή της ιστορίας της και θα παραμείνει ελληνική. Ελληνικήν και αδιαίρετον την παραλάβαμεν, ελληνικήν και αδιαίρετον θα τη διατηρήσομεν. Ελληνικήν και αδιαίρετον θα την παραδώσουμεν εις την Ελλάδα'».

Αδιέξοδο

«Τον επόμενο χρόνο, ο Κληρίδης (συνομιλητής της Ε/κ κοινότητας για αναθεώρηση του Συντάγματος) διαπίστωσε ότι οι Τ/Κ είχαν προβεί σε ουσιαστικές υποχωρήσεις. Στην πραγματικότητα, είχαν αποδεχτεί και τα 13 σημεία που είχε προτείνει ο ίδιος ο Μακάριος, εννιά χρόνια προηγουμένως. Έτσι, ο Κληρίδης επισκέφτηκε τον Μακάριο, στις 12 Σεπτεμβρίου του 1972, για να εξασφαλίσει την εξουσιοδότησή του να προχωρήσει σε συμφωνία. Ο Μακάριος αρνήθηκε πεισματικά. Αναφερόμενος σε εκείνη τη συνάντηση, ο Κληρίδης γράφει: 'Ήταν μοιραία, γιατί αν είχα κατορθώσει να πείσω τον Μακάριο να δεχτεί την άποψή μου, το πραξικόπημα θα είχε αποφευχθεί, η εισβολή δεν θα γινόταν και η Κύπρος θα είχε γλυτώσει από ένα πλήθος καταστροφών'. Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η άρνηση του Μακάριου να αποδεχτεί μία εθνικά αξιοπρεπή λύση, έγινε όταν μέσα στην Ε/κ κοινότητα προχωρούσε ένας θανάσιμος διχασμός. Ήδη πέρασε ένας χρόνος από τη μυστική κάθοδο του Γρίβα και την ίδρυση της ΕΟΚΑ Β΄. Παράλληλα, άρχισε να διαφαίνεται και η διάσπαση στους κόλπους της Εκκλησίας. Δηλαδή, ήταν οφθαλμοφανές ότι η κατάσταση στην Ε/κ κοινότητα ήταν προβληματική και χειροτέρευε. Αυτές οι εξελίξεις έπρεπε να πείσουν τον Μακάριο να είναι πιο διαλλακτικός. Η συνεχής επιδείνωση τής κατάστασης στην Ε/κ κοινότητα οδήγησε την τουρκική πλευρά να σκληρύνει τη στάση της και να επαναφέρει θέματα προς επαναδιαπραγμάτευση. Έτσι, το αδιέξοδο επικράτησε μέχρι την εισβολή».

4273024009512568 image

Μακροχρόνιος αγώνας

«Μετά την εισβολή, ο Μακάριος συνέχισε να συμπεριφέρεται (συνήθως) με αδιευκρίνιστη πολιτική γραμμή. Στην αρχή, ήταν έντονα τοποθετημένος εναντίον της διζωνικής και υπέρ της πολυπεριφερειακής ομοσπονδίας. Τον Ιούλιο του 1975, στη διάσκεψη του Ελσίνκι, αποδέχθηκε τη διζωνική ενώπιον του Καραμανλή και άλλων δυτικών ηγετών. Όμως, δεν το κοινοποίησε ούτε στους στενούς του συνεργάτες. Το 1975, υιοθέτησε την πολιτική του μακροχρόνιου αγώνα, τον οποίο με τη σειρά τους υιοθέτησαν σχεδόν όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Ήταν μια πολιτική γραμμή που ευνοούσε ουσιαστικά τα τουρκικά συμφέροντα. Η Τουρκία, όταν είχε καταλάβει πέραν του 1/3 του κυπριακού εδάφους, ήθελε χρόνο για να εμπεδώσει τα τετελεσμένα. Ο μακροχρόνιος τής παρείχε αυτό που ήθελε. Μάλιστα, όταν η τουρκική πλευρά δεχόταν διεθνή πίεση να συνομιλήσει, επιστράτευε όλα τα πιθανά διαδικαστικά εμπόδια, για να αποφευχθεί η συζήτηση της ουσίας. Ο μακροχρόνιος θα είχε νόημα, αν υπήρχε προοπτική να αλλάξουμε αισθητά το στρατιωτικό ισοζύγιο υπέρ μας. Από την αρχή, όμως, όλες οι πολιτικές δυνάμεις (ακόμα και αυτές που πλειοδοτούν σε πατριωτισμό), σωστά εκτίμησαν ότι τέτοια προοπτική δεν υπήρχε. Γι' αυτό και όλοι υποστήριζαν να βρεθεί λύση με ειρηνικές συνομιλίες. Με την πρώτη συμφωνία κορυφής, επιβεβαιώθηκε ότι ο Μακάριος αποδέχθηκε τη διζωνική και, επίσης, ότι εγκατέλειψε και τον μακροχρόνιο αγώνα. Πέντε μήνες αργότερα, τον Ιούλιο τού 1977, επανέφερε το σύνθημα του μακροχρόνιου».

4273024197862356 image

Γόητρο, δημοτικότητα

«Ο Μακάριος ήταν και δύσκολος συνομιλητής/διαπραγματευτής. Δεν ήταν σταθερός και συνεπής στις θέσεις του. Τόσο πριν την ανεξαρτησία όσο και μετά, δεν κατάφερε να συνεργαστεί ομαλά με καμία ελληνική κυβέρνηση. Όταν οι κυβερνήσεις των Αθηνών, για σχεδόν τριάντα χρόνια, τον θεωρούσαν δύστροπο, ακόμα και κατά καιρούς αναξιόπιστο, δεν είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πως τον έβλεπαν και οι κυβερνήσεις των άλλων χωρών. Συνοψίζοντας, ο Μακάριος ξεκίνησε έναν πεισματικό αγώνα για τη διεθνοποίηση του Κυπριακού, αμελέτητα και πρόχειρα. Όταν παρουσιάστηκαν οι συνέπειες και τα εμπόδια από τις ενέργειές του, έδειξε αδικαιολόγητη αδυναμία να αναπροσαρμόσει τα σχέδιά του και να πάρει έγκαιρα δύσκολες, αλλά και αναγκαίες αποφάσεις. Αλλαγή των σχεδίων θα αποκάλυπτε προηγούμενες, λανθασμένες εκτιμήσεις, οι οποίες θα πλήγωναν τη δημοτικότητά του, για την οποία έδινε ιδιαίτερη σημασία. Τρεις πολύ στενοί και μακροχρόνιοι συνεργάτες του, οι οποίοι ποτέ δεν τον επέκριναν κακόπιστα, διατυπώνουν: (Α) Μ. Χριστοδούλου: 'Τον κυριαρχούσαν ανάμεικτα αισθήματα', (Β) Ν. Κρανιδιώτης: 'Είχε πάντα μια εξαιρετική ευαισθησία απέναντι σε εκείνους που δεν συμφωνούσαν μαζί του και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποφύγει τις επικρίσεις και να τους εξευμενίσει', Γ) Γ. Κληρίδης: Γνώριζα 'πόσο ευαίσθητος ήταν στο δημόσιο αίσθημα, ως και το πόσο αντιπαθούσε την ιδέα μείωσης του γοήτρου του'».

4273022799277922 image

«Ο Κυπριανού κατάφερε -άλλοτε με αρνήσεις, άλλοτε με μισόλογα του τύπου: δεν απορρίπτουμε, αλλά και ούτε αποδεχόμαστε, και άλλοτε με επιτήδειες υπεκφυγές- να απορρίψει και να ματαιώσει όλες τις πρωτοβουλίες»

Η απόρριψη του Αγγλοαμερικανοκαναδικού σχεδίου

«Ankara is not negative»

«Μετά τον θάνατο του Μακαρίου, σύμφωνα με το Σύνταγμα, την Προεδρία του κράτους ανέλαβε ο τότε πρόεδρος της Βουλής Σπύρος Κυπριανού, μέχρι το τέλος εκείνης της πενταετίας, που έληγε τον Φεβρουάριο του 1978. Συνέχισε, όμως, για ακόμα δυο πενταετίες, 'τον Φεβρουάριο του 1978, χωρίς ανθυποψήφιο και τον Φεβρουάριο του 1983, εξελέγει και με την υποστήριξη του ΑΚΕΛ, στα πλαίσια συνεργασίας του μίνιμουμ προγράμματος ΔΗΚΟ-ΑΚΕΛ. Τον επόμενο χρόνο, παραδόθηκε στον υπουργό Εξωτερικών της Κύπρου (Νίκο Ρολάνδη), στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, το Αγγλοαμερικανοκαναδικό σχέδιο, λέγοντάς του ότι βολιδοσκοπήθηκε η Άγκυρα (and Ankara is not negative) και δεν είναι αρνητική. Το σχέδιο εκείνο υιοθετούσε τις κατευθυντήριες γραμμές της πρώτης συμφωνίας κορυφής. Προέβλεπε την απόσυρση των ξένων στρατευμάτων, εκτός εκείνων που θα παρέμειναν κατόπιν συμφωνίας. Καθόριζε κριτήρια για το εδαφικό. Το πιο σημαντικό, όμως, ήταν που προνοούσε την επιστροφή των μονίμων κατοίκων 'των Βαρωσίων, με την έναρξη των συνομιλιών, οι οποίοι θα παρέμειναν στα σπίτια τους ανεξάρτητα από την έκβαση των συνομιλιών'. Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ήταν μόλις τέσσερα χρόνια μετά που η περιοχή είχε εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της και κατά τεκμήριο, οι δρόμοι, οι εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών και τα σπίτια, θα ήταν σε λειτουργίσιμη κατάσταση. Ο ΔΗΣΥ τάχθηκε υπέρ της αποδοχής του σχεδίου. Το ίδιο και η κυβέρνηση Καραμανλή. Το ΑΚΕΛ, ενώ στην αρχή τοποθετήθηκε θετικά, στη συνέχεια και με παρέμβαση της Μόσχας, το απέρριψε. Σύμφωνα με τον Ρολάνδη, 'κατά βάθος ο Κυπριανού δεν ήθελε το σχέδιο, αλλά ούτε ήθελε να το απορρίψει'. Τελικά, ο τότε Πρόεδρος και η ηγεσία αυτού του τόπου κατάφεραν να το απορρίψουν».

Δείκτες Κουέγιαρ

«Μετά που το απέρριψε ο Κυπριανού, ζήτησε από τον Ρολάνδη να βολιδοσκοπήσει τον Βαλντχάιμ, να το επαναφέρει κάτω από τον μανδύα των Ηνωμένων εθνών. Αντί να αρνηθεί ο Ρολάνδης να προβεί σε μια τόσο απρεπή ενέργεια, προχώρησε και ασφαλώς ο Βαλντχάιμ απέρριψε το αίτημα. Μετά από πέντε χρόνια, ο τότε Γενικός Γραμματέας Ντε Κουέγιαρ παρουσίασε μια καινούργια προσπάθεια: Τους δείκτες Ντε Κουέγιαρ (indicators). Ο Νίκος Ρολάνδης, ο οποίος με παρότρυνση και του Κυπριανού, ενεθάρρυνε τον ΓΓ να ετοιμάσει και προωθήσει το νέο του σχέδιο, θεώρησε το περιεχόμενο ικανοποιητικό και αποδεκτό. Όταν ο Πρόεδρος το απέρριψε, ο Ρολάνδης διαφώνησε και υπέβαλε την παραίτησή του. Ο Κουέγιαρ συνέχισε τις συνομιλίες και επαφές με τις δύο πλευρές, και προς το τέλος του επόμενου χρόνου έκρινε ότι είχε ουσιαστικά επιτευχθεί συμφωνία».

Λέω – ξελέω

«Πράγματι, στις 12 Δεκεμβρίου του 1984, ο Κυπριανού έστειλε αισιόδοξα μηνύματα στη Λευκωσία. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον γ.γ του ΑΚΕΛ, του έλεγε ότι 'το κλείσαμε και είναι το καλύτερο που μπορούσαμε να έχουμε'. Ο Παπαϊωάννου 'συνεχάρη τον Πρόεδρο γι' αυτήν την επιτυχή εξέλιξη'. Την ίδια μέρα, συμφώνησαν οι δύο πλευρές με τον Γενικό Γραμματέα να συναντηθούν στις 17 Ιανουαρίου 1985, για οριστική υπογραφή της συμφωνίας. Στη μοιραία εκείνη συνάντηση, ο Ντενκτάς παρουσιάστηκε έτοιμος να υπογράψει, ενώ ο Κυπριανού ήθελε να επαναδιαπραγματευτεί σημεία, τα οποία θεωρούνταν ήδη συμφωνημένα. Έτσι ναυάγησε και εκείνο το σχέδιο, με αποτέλεσμα η Ε/κ πλευρά να επωμιστεί όλη την ευθύνη. Παρά τις αποτυχίες και τις απογοητεύσεις, ο Κουέγιαρ συνέχισε τις επαφές του με τις δύο πλευρές και στις 29 Μαρτίου του 1986 παρουσίασε νέο έγγραφο, το οποίο τιτλοφόρησε 'Προσχέδιο Πλαισίου Συμφωνίας'. Αυτό ήταν και το τελευταίο σχέδιο που αποδέχθηκε ο Ντενκτάς ή, πιο σωστά, παρουσιάστηκε ότι αποδέχεται. Γιατί, ο Τ/Κ ηγέτης γνώριζε ότι το σχέδιο δεν θα γινόταν αποδεκτό από τους Ε/Κ».

Η Πρόταξη

«Γύρω από εκείνο το σχέδιο ξέσπασαν έντονες διαφορές μεταξύ των ε/κ κομμάτων, που οδήγησαν σε σύσκεψη στην Αθήνα, όπου παρευρέθηκαν ο Έλληνας Πρωθυπουργός, ο Πρόεδρος της Κύπρου και οι αρχηγοί ή εκπρόσωποι των κυπριακών κομμάτων. Σ’ εκείνη τη συνάντηση, συμφωνήθηκε η λεγόμενη 'Πρόταξη', που σήμαινε ότι τα βασικά θέματα του προβλήματος, ήτοι η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και των εποίκων, οι διεθνείς εγγυήσεις και η εφαρμογή των τριών βασικών ελευθεριών, έχουν προτεραιότητα. Όλα αυτά έγιναν γνωστά. Ο δε Κυπριανού, μετά τη σύσκεψη των Αθηνών, υιοθέτησε πιο επιθετική διπλωματία. Με επιστολή του στον ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών, 'ζητούσε σύγκλιση Διεθνούς Διάσκεψης για τις διεθνείς πτυχές του Κυπριακού: α) την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και των εποίκων, β) αποτελεσματικές διεθνείς εγγυήσεις'. Όλα αυτά που συμφωνήθηκαν ήταν άπιαστα όνειρα. Ο Ντενκτάς τα γνώριζε και πιθανό να αποδέχθηκε το σχέδιο, γνωρίζοντας ότι θα το ματαίωνε η δική μας πλευρά, για να επωμισθεί και την ευθύνη».

«Όχι» σε όλα

«Μετά τον Μακάριο, η πιο κρίσιμη Προεδρία ήταν αυτή του Κυπριανού, που κράτησε δεκάμισι χρόνια. Ήταν όλα πιο ρευστά. Δεν είχαν ακόμα διαμορφωθεί δύσκολα και δισεπίλυτα τετελεσμένα. Παράλληλα, ο Κουέγιαρ ήταν ο ΓΓ των ΗΕ, που προσπάθησε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, για να σπάσει το αδιέξοδο στο Κυπριακό. Παρ’ όλα αυτά, ο Κυπριανού κατάφερε -άλλοτε με αρνήσεις, άλλοτε με μισόλογα του τύπου: δεν απορρίπτουμε, αλλά και ούτε αποδεχόμαστε, και άλλοτε με επιτήδειες υπεκφυγές- να απορρίψει και να ματαιώσει όλες τις πρωτοβουλίες».

4273021621888301 image

«Ο Πρόεδρος, όχι μόνο δεν προέβη σε διαπραγμάτευση για να επιτύχει οποιαδήποτε βελτίωση, αλλά φρόντισε να έχει μυστικές επαφές με το Σερντάρ Ντενκτάς, στην προσπάθειά του να πείσει και την τ/κ αντιπροσωπεία να απορρίψουν από κοινού το σχέδιο Ανάν»

Βασιλείου, Κληρίδης, Τάσσος

«Στις προεδρικές εκλογές του 1988, Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξελέγη ο Γιώργος Βασιλείου. Από την ανάληψη των καθηκόντων του και για ολόκληρη την πενταετία της Προεδρίας του, συμπεριφέρθηκε εποικοδομητικά και δημιουργικά για λύση. Όμως, 14 χρόνια μετά την εισβολή, ο Ντενκτάς έγινε εντελώς αρνητικός. Από το 1986 και μετά, απέρριπτε οποιαδήποτε πρωτοβουλία ή πρόβαλλε όρους εκτός των πλαισίων των Ηνωμένων Εθνών, για να παρακαθίσει σε συνομιλίες. Την ίδια συμπεριφορά ακολούθησε και κατά τη δεκαετία 1993-2003, επί Προεδρίας Κληρίδη. Είναι γεγονός ότι και ο Κληρίδης -στην προσπάθειά του να ψηφιστεί και από το ΔΗΚΟ, στις εκλογές του 1993– είχε διαφοροποιήσει την παραδοσιακή του συμπεριφορά, σε σχέση με το εθνικό πρόβλημα. Όμως, ήταν τόσο αρνητικός ο Ντενκτάς, που δεν υπήρχε έδαφος για συνομιλίες. Ζητούσε, ουσιαστικά, αναγνώριση κυριαρχίας του 'τ/κ κρατιδίου', ως προϋπόθεση, για έναρξη συνομιλιών».

Σχέδιο Ανάν

«Αρχές του 1997, ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών ανέλαβε ο Κόφι Ανάν. Δύο χρόνια μετά, ο Κόφι Ανάν διόρισε τον Άλβαρο Ντε Σότο ως ειδικό αντιπρόσωπό του στο Κυπριακό, ο οποίος με μια ομάδα εμπειρογνωμόνων των Ηνωμένων εθνών, επεξεργάστηκαν το σχέδιο Ανάν. Το σχέδιο Ανάν αποτελούσε ένα ολοκληρωμένο στη λειτουργία του έγγραφο. Ρύθμιζε όλες τις λειτουργίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, όπως και της ομοσπονδίας με τις συνιστώσες πολιτείες. Ταυτόχρονα, ρύθμιζε λεπτομερώς το εδαφικό και περιουσιακό. Το σχέδιο υποβλήθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη τον Νοέμβριο του 2002. Εκείνη η χρονική περίοδος δεν ήταν τυχαία. Είχε συνδυαστεί με την προοπτική ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Κληρίδης, ο οποίος είχε δώσει προτεραιότητα στην ένταξη, στις συμπληρωματικές συνομιλίες ήταν συνεργάσιμος με τον ΓΓ, ενώ ο Ντενκτάς ακολουθούσε και πάλι αρνητική τακτική».

Συναντήσεις με Σερντάρ

«Τον Φεβρουάριο του 2003, έληγε η θητεία του Κληρίδη. Στις προεδρικές εκλογές που διεξήχθησαν, με την υποστήριξη του ΑΚΕΛ και του ΚΙΣΟΣ(ΕΔΕΚ), επικράτησε ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ, Τάσσος Παπαδόπουλος. Όπως ήταν ήδη γνωστό, ο νέος Πρόεδρος πίστευε ότι μια διαπραγματευτική λύση αναπόφευκτα θα άφηνε τέτοια δικαιώματα στους Τ/Κ και στην Τουρκία, που θα τους καθιστούσαν 'κυρίαρχους στον Βορρά και συνέταιρους στον Νότο'. Αυτός ο συλλογισμός τον οδηγούσε στο δεύτερο συμπέρασμα, ότι η διατήρηση του status quo ήταν καλύτερη από οποιαδήποτε διαπραγματευτική λύση. Μετά από πολλές επαφές και ζυμώσεις, αποφασίστηκε όπως διεξαχθεί η τελική και οριστική διαπραγμάτευση για το σχέδιο στο Μπούρκενστοκ τής Ελβετίας. Σε εκείνη τη διάσκεψη, ο Πρόεδρος όχι μόνο δεν προέβη σε διαπραγμάτευση για να επιτύχει οποιαδήποτε βελτίωση, αλλά φρόντισε να έχει μυστικές επαφές με το Σερντάρ Ντενκτάς, στην προσπάθειά του να πείσει και την τ/κ αντιπροσωπεία να απορρίψουν από κοινού το σχέδιο Ανάν. Τόσο στις μυστικές συναντήσεις στην Ελβετία όσο και στην Κύπρο (όπου συνεχίστηκαν οι υπόγειες συναντήσεις), διαβεβαίωνε την τουρκική πλευρά ότι ο ίδιος και οι Ε/Κ θα απέρριπταν το σχέδιο Ανάν».

Το βροντερό «όχι»

«Σε διάγγελμά του στις 7 Απριλίου, σε όλα τα ΜΜΕ, αντί ως Πρόεδρος να παρουσιάσει με ισορροπημένο τρόπο τα κύρια σημεία του περιεχομένου του σχεδίου, υπογράμμισε μόνον τα αρνητικά και με πολλή συναισθηματική φόρτιση. Ακόμη, σε πρόνοιες που μπορεί να ακούγονταν θετικές στα αφτιά των Ε/Κ, τις παρουσίαζε και αυτές με αρνητικό τρόπο. Σε ένα σημείο του διαγγέλματός του, διακήρυξε: 'Ακόμη και στις πρόνοιες που έχουν βελτιωθεί, διαπιστώνουμε λειτουργικές δυσκολίες, περίπλοκες διαδικασίες και επικίνδυνες ασάφειες'. Τελικά, το σχέδιο καταψηφίστηκε από τους Ε/Κ και απορρίφθηκε. Αυτή η εξέλιξη πλήγωσε ανεπανόρθωτα, διεθνώς, την αξιοπιστία μας. Ο Ευρωπαίος επίτροπος για τη διεύρυνση, ο οποίος υποστήριζε θερμά και βοήθησε για την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντανακλούσε την αποκαρδιωτική εικόνα της Κύπρου, στους κύκλους των Βρυξελλών. Σε δήλωσή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπογράμμισε: 'Προσωπικά, αισθάνομαι ότι έχω εξαπατηθεί'. Αναφερόμενος στη συμπεριφορά τού Προέδρου, πρόσθεσε: 'Ενώ έλεγε πως συμφωνούσε με τις γενικές αρχές του σχεδίου, τώρα εισηγείται την απόρριψή του'».