Στις τελευταίες εκλογές η ήττα των δύο τάσεων του εγχώριου δημοκρατικού σοσιαλισμού υπήρξε συντριπτική. Το ΠΑΣΟΚ, με τη βοήθεια βέβαια και του ψυχολογικά ερμηνευόμενου διασπαστικού εγχειρήματος του Γεωργίου Παπανδρέου, βρέθηκε τελευταίο κόμμα στη Βουλή, ενώ η ΔΗΜΑΡ κυριολεκτικά εξαερώθηκε. Οι συνέπειες της ήττας αυτής, εκτός από τις φυσιολογικά αναμενόμενες για τα ίδια τα κόμματα, είναι σοβαρότατες για όλο το πολιτικό σκηνικό.
Η απομείωση του ρόλου και του λόγου του ΠΑΣΟΚ και η περιθωριοποίηση της ΔΗΜΑΡ έχουν αναδείξει ως βασικό αντιθετικό δίπολο στην κεντρική πολιτική διαμάχη τον κυβερνητικό πλέον ΣΥΡΙΖΑ και την αντιπολιτευόμενη Νέα Δημοκρατία. Από τη μια μεριά εκφέρεται ένας ακραίος, ακόμα, δημαγωγικός καταγγελτικός και σχεδόν αντιευρωπαϊκός λόγος, ενώ από την άλλη αναβιώνει μια συντηρητική κινδυνολογική ρητορική. Ο κυρίαρχος δε ΣΥΡΙΖΑ, με τα όσα πολλά λέει και τα λίγα που πράττει, αναπαράγει και εγχαράσσει στην ελληνική κοινωνία μια λατινοαμερικάνικου τύπου λαϊκίστικη αντίληψη και εικόνα της Αριστεράς.
Και όλα αυτά βέβαια ενώ διαρκούν πάντα η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια για το ατομικό και το συλλογικό μέλλον. Στη δυσοίωνη αυτή συγκυρία το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ διοργανώνουν τα συνέδριά τους. Εκείνο που εκπλήσσει πρωτίστως είναι ότι οι δύο σχετικά όμοροι χώροι ούτε και τώρα, μετά από τέτοιες ήττες, προσπαθούν να βρουν διαύλους επικοινωνίας και διαλόγου μεταξύ τους. Εκπλήσσει εξίσου όμως, αν όχι περισσότερο, το γεγονός ότι εκείνα που απασχολούν τις συρρικνωμένες κομματικές γραφειοκρατίες είναι διάφορα οργανωτικά ζητήματα και κυρίως το πρόσωπο του ηγέτη. Φυσικά και είναι σημαντικό θέμα το ποιος εκπροσωπεί και ηγείται ενός κόμματος.
Σήμερα όμως με τα δεδομένα της εκλογικής απίσχνανσης του ΠΑΣΟΚ και της σχεδόν εξαέρωσης της ΔΗΜΑΡ, εκείνο που έπρεπε να προέχει είναι η αναζήτηση των κοινωνικών στρωμάτων που επιθυμούν να εκφράσουν πολιτικά και η αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους. Η διαδικασία αυτή βέβαια είναι εξαιρετικά δύσκολη, αφού σήμερα ο όποιος κόσμος της χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας, αλλά και εκείνος της ανεργίας -ο κόσμος δηλαδή που πρέπει να ενδιαφέρει τα σοσιαλιστικά κόμματα- αναγνωρίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ και στη δημαγωγική ρητορική του. Η διάψευση όμως της υποσχεσιολογικής πολυσυλλεκτικής ρητορικής του ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να απελευθερώσει σημαντικές κοινωνικές δυνάμεις. Απαραίτητος όρος γι’ αυτό βέβαια είναι, με την ευκαιρία των συνεδρίων που διεξάγονται, η έναρξη των διαδικασιών για την πολιτική ενοποίηση του σοσιαλδημοκρατικού χώρου, την επανασύνδεση με τους διάσπαρτους κεντροαριστερούς πολίτες και την επανεύρεση των κοινωνικών αναφορών.