Τα Σκόπια μέσα μας

Αγγελική Σπανού 29 Δεκ 2017

Αντικειμενικά, το σκοπιανό δεν είναι πολύ μεγάλο και δύσκολο εθνικό θέμα. Ο γείτονας είναι μικρός, φτωχός και αδύναμος, επομένως εξαιρετικά ευάλωτος σε πιέσεις, η αλυτρωτική επιχειρηματολογία του είναι από θαμπή μέχρι γραφική και η διεθνής θέση του πολύ πιο ασθενής από τη δική μας. Με αυτή την έννοια αποτελεί μείζονα εθνική αποτυχία ότι οι θέσεις της ΠΓΔΜ έχουν τέτοια διεθνή απήχηση με αποτέλεσμα 135 χώρες να την έχουν αναγνωρίσει  ως “Μακεδονία”, όνομα με το οποίο αναφέρονται στα περισσότερα διεθνή ΜΜΕ και fora, με τη δική μας πλευρά να δίνει τη μάχη για το ταμπελάκι όπου μπορεί. Οχι μόνο αυτό αλλά το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, η Εδέμ της ελληνικής διπλωματίας σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά, απεφάνθη ότι η χώρα μας παραβίασε την Ενδιάμεση Συμφωνία με το βέτο στην ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ (Βουκουρέστι, 2008). Το διπλωματικό κεφάλαιο που έχουμε αναλώσει για να συνδέουμε την ευρωτλαντική πορεία των Σκοπίων με το ζήτημα της ονομασίας είναι τεράστιο, έχουμε κουράσει ακόμη και τους πιο καλόπιστους εταίρους μας, το χειρότερο ίσως είναι ότι δεν μας καταλαβαίνουν. Παρόλα αυτά, ένα τμήμα της ελληνικής πολιτικής ελίτ ελπίζει στη διάλυση της ΠΓΔΜ που θα φέρει το φυσικό τέλος του προβλήματος της ονομασίας, ενώ οι περισσότεροι αδιαφορούν για το γεγονός ότι η ΠΓΔΜ είναι μια μαύρη τρύπα στην καρδιά των Βαλκανίων και κινδυνεύει με αποσύνθεση μέσω εθνοτικών εντάσεων, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.

Το σκοπιανό είναι το απολύτως κατάλληλο θέμα για να κινητοποιηθούν τα εθνικά μας συμπλέγματα. Εχουμε δίκιο, μας κλέβουν την ιστορία και την ταυτότητα, μας φθονούν και μας επιβουλεύονται, ζει στις καρδιές μας ο βασιλιάς Αλέξανδρος. Μπορούμε, επιτέλους, και χτυπάμε το χέρι στο τραπέζι, τους βάζουμε στη θέση τους, ορθώνουμε ανάστημα, τραβάμε κόκκινες γραμμές και αντιστεκόμαστε μέχρι τέλους. Πού να τα κάνουμε αυτά με την Τουρκία ή με το ΔΝΤ, τα Σκόπια είναι ο ιδανικός αντίπαλος, πολύ μικρός και πολύ άγαρμπος.

Κάπως έτσι φτάσαμε ως εδώ. Να μας έρχεται ξανά ως πρόταση λύσης το “πακέτο Πινέιρο” που απορρίψαμε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Και καμία πολιτική δύναμη από εκείνες που πρωταγωνίστησαν στην υπόθεση να μην κάνει αυτοκριτική για τις χαμένες ευκαιρίες και τους κακούς χειρισμούς. Κρύβονται όλοι πίσω από τα πέπλα της δήθεν σοβαρότητας και της δήθεν υπευθυνότητας, προτάσσουν το erga omnes (χρήση έναντι όλων), σαν είναι πρωτίστως ζήτημα τεχνικό και όχι πολιτικό ο συμβιβασμός. Μια πρόχειρη σύνοψη είναι ότι η κυβέρνηση προωθεί μια λύση που θα την απορρίπτει ένα μέρος της, οι ΑΝΕΛ, και η αντιπολίτευση χρησιμοποιεί την άρνηση του Καμμένου για να μην συγκατατεθεί.

Ας δεχτούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει έναν τακτικισμό για να εγκλωβίσει την αντιπολίτευση, οι ΑΝΕΛ βρίσκουν τον εθνικιστικό εαυτό τους, ενώ η αντιπολίτευση απαντά με τον δικό της τακτικισμό για να μην δώσει σωσίβιο σε μια κυβέρνηση που δεν έχει αποδείξει ότι πιστεύει στην εθνική συνεννόηση. Αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, υπάρχουν τρία ενδεχόμενα: Η πέφτει η κυβέρνηση και πάμε σε εκλογές ή εξασφαλίζεται κοινοβουλευτική πλειοψηφία λόγω αποχής πολλών βουλευτών της αντιπολίτευσης ή δεν έρχεται καμία συμφωνία στη Βουλή.

Υπάρχει και άλλο σενάριο: Το πολιτικό μας σύστημα δεν προτάσσει το κομματικό του εθνικού, οπότε τελικά κάπως τα βρίσκουν. Ας υποθέσουμε ότι οι Μακεδόνες βουλευτές έχουν το θάρρος να υποστηρίξουν τη συμφωνία αν την συνυπογράψουν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί του δημοκρατικού τόξου. Ας πάρουμε ως δεδομένο ότι η Εκκλησία δεν θα παρέμβει με ακραίο τρόπο και ότι τα ΜΜΕ δεν θα υψώσουν εθνικιστικά λάβαρα για να αφιονίσουν το πλήθος. Αλλά πόσες πιθανότητες  έχει μια τέτοια εκδοχή; Λίγες ή ελάχιστες.

Ας δείξουμε ρεαλισμό: Ενα θέμα εξωτερικής πολιτικής καταλήγει ααντικείμενο εσωτερικής αντιπαράθεσης και κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να εξηγήσει την αλήθεια, ότι δηλαδή αφού η ΠΓΔΜ απέκτησε διαλλακτική πολιτική ηγεσία, ενώ η αμερικανική και η γερμανική διπλωματία εργάζονται για την ένταξή της στο ΝΑΤΟ επειδή είναι σημαντική για τη σταθερότητά της, ένας συμβιβασμός σε σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό ή άλλο προσδιορισμό θα είναι εθνικά επωφελής. Οτι αν το αδιέξοδο παραμείνει με δική μας ευθύνη η απάντηση του διεθνούς παράγοντα θα είναι σκληρή και ότι ο χρόνος κυλάει και σε βάρος μας, όχι μόνο σε βάρος της άλλης πλευράς.

Ακόμη και αν η κυβέρνηση Ζάεφ δεν αποδείξει την ευελιξία της, ακόμη και αν προκύψει διπλωματικό ατύχημα στην πορεία της διαπραγμάτευσης, ακόμη και αν το ελληνικό κοινοβούλιο δεν επικυρώσει μια συμφωνία, ας έχουμε τουλάχιστον λύσει το πρόβλημα μέσα μας, ας έχουμε αποδεχτεί ότι το όνομα θα περιέχει τη λέξη Μακεδονία, ότι αυτό δεν είναι κακό, ότι ο συμβιβασμός δεν συνιστά ήττα, ότι πατριωτισμός δεν είναι μόνο τα “όχι”. Ανεξάρτητα από το αν θα γίνει συμβούλιο πολιτικών αρχηγών και από το αν/πότε θα φτάσει το θέμα στη Βουλή έχει μια σημασία να απαντήσουμε στο συλλογικό επίπεδο αν θέλουμε να λυθεί το σκοπιανό, τι ορίζουμε στ αλήθεια ως λύση και πόσο έτοιμοι είμαστε να δεχτούμε ότι το όνομα δεν είναι η ψυχή μας και η Μακεδονία δεν είναι μόνο ελληνική.