Παρά τις επαναλαμβανόμενες διαβεβαιώσεις των ευρωπαίων ηγετών για την προσήλωσή τους στην Ευρώπη και το ευρώ, η απειλή να διαλυθεί η νομισματική ένωση είναι παρούσα. Διότι οι διαβεβαιώσεις παραμένουν γενικόλογες. Βήματα έχουν γίνει, σημαντικά μάλιστα, αλλά εξακολουθούν να απέχουν από το αναγκαίο ενιαίο, συγκεκριμένο σχέδιο για να ξεπεραστεί η κρίση και να προχωρήσουν από κοινού οι χώρες της ευρωζώνης. Ισχυρό εμπόδιο είναι οι εντεινόμενες τάσεις στις εθνικές κοινωνίες κατά της ευρωπαϊκής ενοποίησης και αλληλεγγύης, της δυσπιστίας μέχρι και εχθρικής προκατάληψης σε κάθε χώρα απέναντι στις υπόλοιπες, στις βόρειες ιδίως κατά των νοτίων που δοκιμάζονται από την κρίση του χρέους, αλλά και αντίστροφα? τις καλλιεργούν πολιτικοί και διαμορφωτές της κοινής γνώμης, υπηρετώντας ποικίλα επιμέρους βραχυχρόνια συμφέροντα. Ετσι, ενώ ορκίζονται στην Ευρώπη, οι σημερινοί πρωθυπουργοί ή πρόεδροι φαίνεται να βρίσκονται σε αδυναμία να τις αποκρούσουν άμεσα και αποφασιστικά, καθώς απέναντι στα εθνικά τους ακροατήρια αισθάνονται κατά πρώτο λόγο υπόλογοι, σε αυτά προσβλέπουν για να επανεκλεγούν.
Με τις ανησυχητικές τάσεις επανεθνικοποίησης πολιτικών και ιδεολογιών ίσως να επιβίωνε για κάποιο χρόνο η Ευρώπη, ώσπου να ωριμάσουν οι συνθήκες για την υπέρβασή τους, με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλλονταν πολύ πιο έντονες προσπάθειες για να συγκρατηθούν λαϊκοί φόβοι και να μεταστραφεί μια διογκούμενη σήμερα αρνητική κοινή γνώμη, για να ανοίξει ξανά πειστικά μια προοπτική απασχόλησης και ευημερίας για όλες τις χώρες-μέλη. Τέτοιες διαδικασίες στις δημοκρατίες απαιτούν χρόνο. Αυτός ο χρόνος όμως πλέον δεν υπάρχει. Ο κατακερματισμός της κοινής χρηματοπιστωτικής αγοράς που στηρίζει το ευρώ είναι ήδη γεγονός. Το τεκμηριώνουν τα τελευταία στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα: για ένα δάνειο μέχρι πέντε ετών μια ισπανική μικρομεσαία επιχείρηση καταβάλλει επιτόκιο 6,5%, μια ιταλική 6,24%, ενώ μια γερμανική 4%, το χαμηλότερο από το 2003, μια γαλλική 4,1%. Στην Ελλάδα η αντίστοιχη επιχείρηση δανείζεται με 7,6%! Με τέτοια ακριβά επιτόκια που επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής, πώς να ανακτήσουν ανταγωνιστικότητα και πώς να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας εκείνες ακριβώς οι χώρες που πλήττονται σήμερα; Και πόσο δυσκολότερο γίνεται, επομένως, να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις για τη δημοσιονομική εξυγίανση και για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν αναλάβει, όταν η ύφεση βαθαίνει και η ανεργία αυξάνεται; Ο κατακερματισμός εκφράζεται άλλωστε και στη μείωση των διασυνοριακών πιστώσεων στην ευρωζώνη – από 60% στα μέσα του 2011 σε 40% τώρα – καθώς οι τράπεζες σπεύδουν να περιορίσουν την έκθεσή τους στις χώρες της λεγόμενης «περιφέρειας».
«Σε μια κατακερματισμένη ευρωζώνη (…) μεταβολές των κεντρικών επιτοκίων επηρεάζουν μία χώρα μόνο, δύο το πολύ, για τις υπόλοιπες δεν έχουν καμία σημασία», έλεγε τη Δευτέρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι. Για να υποστηρίξει απέναντι σε συντηρητικούς αντιπάλους στη Γερμανία προπάντων ότι οι αγορές ομολόγων συνιστούν «δυνατότητα να εκπληρώσουμε την πρωταρχική μας αποστολή», τη διαφύλαξη δηλαδή της σταθερότητας των τιμών. Προχωρώντας πιο πέρα, ο Γεργκ Ασμουσεν της ΕΚΤ σημείωνε σε ημερίδα στη Φρανκφούρτη ότι τα ασφάλιστρα κινδύνου (spreads) στα κρατικά ομόλογα δεν αντανακλούν πια μόνο τον κίνδυνο αδυναμίας πληρωμών, αλλά και συναλλαγματικό κίνδυνο, με τις αγορές να τιμολογούν τη διάλυση της ευρωζώνης – πράγμα απαράδεκτο, τόνιζε. Χρονικά συνέπεσε με τη δημοσίευση ρεπορτάζ των «Νιου Γιορκ Τάιμς», όπου παρουσιάζονταν προετοιμασίες αμερικανικών επιχειρήσεων και τραπεζών για αυτό το «απαράδεκτο», με επίκεντρο την Ελλάδα.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η συνέντευξη Τύπου του Μάριο Ντράγκι σήμερα, μετά τη μηνιαία σύνοδο του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. Αν και δεν πιθανολογούν να παρουσιαστεί ήδη ολοκληρωμένο σχέδιο, αναλυτές από όλο τον κόσμο θέλουν να ακούσουν κάθε λέξη του Ντράγκι για να καταλάβουν τι ενδέχεται να επακολουθήσει. Βρισκόμαστε στην πολιτικά παράδοξη κατάσταση, μόνος ευρωπαϊκός θεσμός με πραγματική ισχύ τούτη την ώρα, με τη δυνατότητα, στα πλαίσια μιας περιορισμένης εντολής για το νόμισμα, να λάβει αποφάσεις καθοριστικές για την ευημερία 500 εκατομμυρίων πολιτών, για την ίδια την προοπτική της Ενωσης, να είναι η Κεντρική Τράπεζα: ο πρόεδρός της και μια διοίκηση προερχόμενη από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών, ενώ δεν έχουν εκλεγεί και αντιμετωπίζονται από πολλούς με δυσπιστία, μπορούν να δημιουργήσουν δεδομένα στις αγορές για να απομακρύνουν την άμεση απειλή για το ευρώ, στις χώρες-μέλη για να προχωρήσουν πολιτικές ενοποίησης, παρέχοντας κάποιο ακόμα χρόνο που είχε εξαντληθεί. Αληθινό ευρωπαίο δημόσιο άνδρα, πολιτικό με το ευρωπαϊκό δημόσιο συμφέρον κατά νου, χαρακτήριζε η εφημερίδα «Λε Μοντ» τον Μάριο Ντράγκι, εκφράζοντας την ελπίδα να μην ειπωθεί μια μέρα ότι ήταν ο μόνος.