Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η κατάρρευση του «νόμου Παππά» και ιδιαίτερα, η επικύρωση της κατάρρευσης με τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, από σχολιαστές και δημοσιογράφους προερχόμενους από το χώρο της ανανεωτικής αριστεράς, ανέδειξε για ακόμη μια φορά ένα από τα χαρακτηριστικά αυτού του χώρου. Την αναζήτηση και ανάδειξη και της παραμικρής λεπτομέρειας που να επιτρέπει την κατασκευή ενός ελκυστικού μύθου, προκειμένου να αμφισβητηθεί και να απαξιωθεί το τελικό αποτέλεσμα. Είναι η κλασική περίπτωση που οδηγεί τελικά στο κάψιμο του δάσους γιατί κάποια δέντρα είχαν στραβά κλαδιά.
Βρίθει η ιστορία του χώρου από μιζέρια, γκρίνια, καταδίκες προθέσεων, αμφισβητήσεις, διασπάσεις, αποχωρήσεις, έτσι ώστε όποιος γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα να μπορεί εύκολα να ανατρέχει σε γεγονότα προς επιβεβαίωση αυτών των χαρακτηριστικών.
Μόνο που δεν είναι της ώρας και του παρόντος να ανατρέξουμε στο παρελθόν (και όποιος θεωρεί υπερβολικά τα πιο πάνω, δεν έχει παρά να κοιτάξει τη φωτογραφία του 1999 που ανάρτησε ο Γιάννης Μεϊμάρογλου, με την ηγεσία του τότε Συνασπισμού να διαδηλώνει «αλα μπρατσέτα» κατά της επίσκεψης Κλίντον στην Αθήνα και να ψάξει να βρει σε ποιο πολιτικό χώρο βρίσκεται σήμερα καθένας από τους εννέα που εμφανίζονται στη φωτογραφία… Μόνο δυο συνυπάρχουν!)
Στα σημερινά, όμως…
Μόλις έληξε η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και συγκροτήθηκε η νέα διοίκηση του ΕΣΡ με πλήρη υποχώρηση της κυβερνητικής πλευράς σε όλα τα σημεία, ξεκίνησε από τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που κατέληξε και σε αρθρογραφία, μια προσπάθεια αμφισβήτησης της πολιτικής σημασίας του αποτελέσματος, με κεντρικό μοτίβο ότι η αντιπολίτευση πρόσφερε στην κυβέρνηση μια ανέλπιστη βοήθεια, την ώρα που αυτή – η κυβέρνηση, δηλαδή … – ήταν έτοιμη να καταρρεύσει!
Το αν και κατά πόσο η κυβέρνηση ήταν ή είναι έτοιμη να καταρρεύσει είναι προς συζήτηση και κάθε επιχείρημα δεκτό.
Το ότι όμως, το τελειωτικό χτύπημα θα της το κατάφερνε … η μη συγκρότηση του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, μόνο ως επιχείρημα απελπισίας ακούγεται παρά ως σοβαρή πολιτική θέση. Όπως και το να υποστηρίζεται και μάλιστα από αριστερή αρθρογραφία, ότι δεν έπρεπε η αντιπολίτευση να μετάσχει στη διαδικασία συγκρότησης του ΕΣΡ, γιατί έτσι πρόσφερε χέρι βοηθείας στην κυβέρνηση…
Από την άλλη, το αν η εξέλιξη και κατάληξη του νόμου Παππά με τη συγκρότηση της διοίκησης του ΕΣΡ αποτελεί δικαίωση της κυβέρνησης και τακτική ήττα της αντιπολίτευσης, είναι κάτι που μόνο αρθρογράφοι της Αυγής και τα παπαγαλάκια του Μαξίμου θα μπορούσαν να υποστηρίξουν και μάλιστα, χαλαρά, για την τιμή των όπλων.
Σε όλη αυτή την ιστορία, υποβόσκει η αντίληψη, που στο τέλος βέβαια λέγεται καθαρά, ότι χάθηκε μια ευκαιρία για την αντιπολίτευση και πιο συγκεκριμένα, για «μια μερίδα των πολιτικών δυνάμεων του “ενδιάμεσου χώρου”», να δώσει στον αντίπαλο – την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εν προκειμένω – «τη χαριστική βολή» κι ότι, αντίθετα, λειτούργησε ως «Πρώτων Βοηθειών»…
Δε υπάρχει αμφιβολία, ότι κάτι τέτοιο ακούγεται πολύ ωραία και κάνει εντύπωση. Εχεις την κυβέρνηση στο χώμα κι αντί να της δώσεις μια ακόμη και να την τελειώσεις, της επιδένεις κάποια τραύματα και την αφήνεις να φύγει…
Πόσο όμως ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αυτή η εικόνα;
Κατ’ αρχάς, έτσι παραγνωρίζεται το γεγονός, ότι η συνταγματική πρόβλεψη για τη σύσταση των Ανεξάρτητων Αρχών με ομοφωνία ή τουλάχιστον με τα 4/5 της Διάσκεψης των Προέδρων, δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση, αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Τα οποία όφειλαν, είχαν συνταγματική υποχρέωση, μετά μάλιστα και την απόφαση του ΣτΕ, να μετάσχουν στις διαδικασίες συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, αφού βεβαίως διασφάλιζαν ότι η κυβέρνηση δεν θα επανέφερε το νόμο από το παράθυρο με οποιοδήποτε πρόσχημα.
Πράγμα το οποίο και διασφάλισαν, υποχρεώνοντας τον Πρόεδρο της Βουλής να δεσμευτεί δημόσια γι’ αυτό, όχι μόνο απέναντι στα μέλη της Διάσκεψης, αλλά και ενώπιον των πολιτών που παρακολουθούσαν τη συνεδρίαση από την τηλεόραση!
Αυτό το γεγονός, πρωτοφανές στη σύγχρονη τουλάχιστον κοινοβουλευτική ιστορία, η δημόσια δέσμευση του Προέδρου της Βουλής, ότι δεν θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να επαναφέρει με οποιαδήποτε κάλυψη και προσχήματα το νόμο Παππά, όχι μόνο δεν πιστώνεται από τους επικριτές ως μια ακόμη νίκη της αντιπολίτευσης, που απέτρεψε τους σχεδιασμούς των Τσίπρα – Παππά, αλλά αφήνεται να περάσει έτσι, χωρίς την παραμικρή αναφορά, προφανώς για να μη χαλάσει η ωραία ιστορία «των υποχωρήσεων μιας μερίδας των πολιτικών δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου», που δεν έδωσαν στην κυβέρνηση τη «χαριστική βολή»…
Μήπως, όμως, αναρωτιέμαι, μια τέτοια αντίληψη δεν είναι εν τέλει που μεταθέτει το πρόβλημα, από μια ακόμη αδιαμφισβήτητη ήττα της κυβέρνησης, σε δήθεν εσωτερικό πρόβλημα «των πολιτικών δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου»; Μια τέτοια αντίληψη δεν είναι που δεν επιτρέπει να φανεί σε όλη της την έκταση η πλήρης και άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης στο υπ’ αριθμόν ένα πολιτικό της «αφήγημα», την «πάταξη της διαπλοκής», μέσω του τριήμερου εγκλεισμού των λεφτάδων, που τους τα πήρε και χοντρά μάλιστα;
Τι έχει απομείνει από όλο αυτό το παραμύθι που επί μήνες πουλούσαν ο Τσίπρας με τον Παππά και διάφορα πρόθυμα παπαγαλάκια υποστήριζαν;
Αλλά ας καταμετρήσουμε και μερικά ακόμη που, μέσα από την «κριτική» για τους χειρισμούς «μιας μερίδας των πολιτικών δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου», όχι μόνο δεν καταγράφονται αλλά αποσιωπούνται επιμελώς, ίσως για να μη καταφανεί η συντριπτική ήττα της κυβέρνησης στο υπ’ αριθμόν ένα γι’ αυτήν πολιτικό θέμα των τελευταίων μηνών και να τεθεί υπό αμφισβήτηση μια μεγάλης πολιτικής σημασίας επιτυχία της αντιπολίτευσης, της μη κατονομαζόμενης «μερίδας των πολιτικών δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου» περιλαμβανομένης, που από την πρώτη στιγμή κατάγγειλαν το συνταγματικό πραξικόπημα της κυβέρνησης Τσίπρα και πολέμησαν το «νόμο Παππά» ως το τέλος του.
Και συγκεκριμένα:
– Ενταφιάστηκε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ο νόμος Παππά με όλα τα συμπαρομαρτούντα του – «νόμος γέφυρα» για προσωρινές άδειες, αριθμός των καναλιών, ενοίκια, κ. ά. – κοντολογίς, απετράπη η νομιμοποίηση του πλειστηριασμού που στήθηκε για να μπορούν Τσίπρας και Παππάς να κομπορρημονούν ότι «τους τα πήραν»…
– Πριν όμως φτάσουμε εκεί, είχαν προηγηθεί παρεμβάσεις της αντιπολίτευσης, περιλαμβανομένης και της «μερίδας των πολιτικών δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου», που οδήγησαν στο τελικό ξήλωμα της πολιτικής Τσίπρα – Παππά για τον έλεγχο του τηλεοπτικού τοπίου.
– Ηδη, πριν ακόμη ανακοινωθεί η απόφαση του ΣτΕ, με πρόταση Λυκούδη διακόπηκε η συνεδρίαση της Διάσκεψης των Προέδρων όταν επιχειρήθηκε από τον Πρόεδρο της Βουλής να υπάρξει απόφαση για συγκρότηση του ΕΣΡ με πρόσωπα που εξέφραζαν τον άτυπο μεν, υπαρκτό δε «άξονα ΣΥΡΙΖΑ – Καραμανλογενών – Προεδρικό»…
– Μετά την απόφαση του ΣτΕ αποσύρθηκε άρον άρον και μέσα σε γενική χλεύη η υποψηφιότητα Πολύδωρα, η οποία, να μη ξεχνάμε, ήταν, κατά θεσμική παρέκκλιση μάλιστα, πρόταση του πρωθυπουργού, πρόταση του Τσίπρα! Κι αν δεν είναι αυτό ήττα σε προσωπικό επίπεδο του πρωθυπουργού, ο οποίος απέβλεπε με αυτήν να διεμβολίσει τη Νέα Δημοκρατία και κατέληξε να αποτελέσει μια ακόμη βάση συσπείρωσης της αντιπολίτευσης εναντίον των μεθοδεύσεών του, τότε τι είναι;
– Αποτράπηκε νέα προσπάθεια του Βούτση να υφαρπάξει απόφαση της Διάσκεψης μοιράζοντας ψηφοδέλτια και βάζοντας τους βουλευτές να ψηφίσουν με τελεσιγραφικό τρόπο…
– Αποσύρθηκαν η μια μετά την άλλη βασικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ, με εμβληματική την υποψηφιότητα Μουλόπουλου, που, με εισήγηση Λομβέρδου, υποστήριξαν την απόσυρσή της και όλοι οι βουλευτές της αντιπολίτευσης…
– Υποχρεώθηκε από τη στάση της δημοκρατικής αντιπολίτευσης – ή, κατά μια άποψη, βοηθήθηκε – η ηγεσία της ΝΔ να μην επιμείνει στην αδιέξοδη άρνηση να μετάσχει στην ανάδειξη της ηγεσίας του ΕΣΡ, όπως πίεζαν ορισμένοι «αδιάλλακτοι», με αποτέλεσμα να αποτραπεί ένα επαπειλούμενο ρήγμα στους κόλπους της και το οποίο θα ήταν πραγματικό σωσίβιο για την κυβέρνηση…
– Αντίθετα, μάλιστα, η πρόταση της ΝΔ για τον Αθανάσιο Κουτρομάνο, ως Πρόεδρο του ΕΣΡ, που υιοθετήθηκε από την αντιπολίτευση, ήταν που έφερε σε δύσκολη θέση τον Τσίπρα, καθώς κατέδειξε με τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο, ποιοί πραγματικά ενδιαφέρονται για τη συγκρότηση ενός σοβαρού και πραγματικά ανεξάρτητου Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου και ποιος χρησιμοποιούσε τη διαδικασία προσχηματικά και με προφανή μικροκομματική σκοπιμότητα, με την πρόταση Πολύδωρα.
Χάρις σε αυτή την κίνηση και τις σοβαρές προτάσεις που κατέθεσαν οι βουλευτές του ΠΣΟΚ και του Ποταμιού που μετείχαν στη Διάσκεψη, έγινε κατορθωτό να αρθεί το αδιέξοδο και να ανοίξει ο δρόμος για να μπει ένα τέλος στο επικίνδυνο παιχνίδι της κυβέρνησης με το Σύνταγμα και τους θεσμούς, αλλά και να αρχίσει επιτέλους μια σοβαρή και συντεταγμένη προσπάθεια για τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου, με κανόνες και διαφανείς διαδικασίες, πράγμα που αποτελεί ευθύνη και υποχρέωση όλων των πολιτικών δυνάμεων.
Και επιτέλους, αυτό ήταν το ζητούμενο και όχι βέβαια … η πτώση της κυβέρνησης, την οποία, δήθεν, θα επέφερε η παράταση της εμπλοκής για τη συγκρότηση της διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής, όπως φαίνεται να πιστεύουν όσοι μέσα από μια καταλυτική κριτική απαξιώνουν και μηδενίζουν τη συμβολή της «μερίδας των πολιτικών δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου», στην ήττα της κυβέρνησης και του Τσίπρα προσωπικά με την κατεδάφιση του «νόμου Παππά» και τη συγκρότηση μιας διοίκησης του ΕΣΡ που, αν δεν υπονομευτεί και αφεθεί να λειτουργήσει ελεύθερα, μπορεί να αντεπεξέλθει στις μεγάλες ευθύνες που επωμίζεται.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο η καταλυτική ήττα της κυβέρνησης το μόνο συμπέρασμα στο οποίο μπορούμε ν σταθούμε αξιολογώντας τα όσα συνέβησαν με επίκεντρο το «νόμο Παππά».
Πέραν αυτής, υπάρχει η συνεχής, αταλάντευτη, επίμονη προάσπιση της συνταγματικής νομιμότητας από την πλευρά της αντιπολίτευσης. Η οποία θα ήταν ανακόλουθη αν μετά την απόφαση του ΣτΕ αρνιόταν να αναλάβει το μερίδιο της συνταγματικής της υποχρέωσης για τη συγκρότηση της διοίκησης του ΕΣΡ.
Το κυριότερο όμως είναι ότι η αντιπολίτευση (περιλαμβανομένης και της, μη κατονομαζόμενης, «μερίδας» της …) έδωσε πολιτική μάχη, με επιχειρήματα, και προτάσεις, συντονισμένα και ανοιχτά, όχι σε κάποιο παρασκήνιο, όπως αφήνεται να εννοηθεί, αλλά ενώπιον των πολιτών που παρακολούθησαν από την τηλεόραση τις συνεδριάσεις της Διάσκεψης των Προέδρων.
Και αυτό, πέραν της πολιτικής ήττας της κυβέρνησης, είναι το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που οι προοδευτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης οφείλουν να κρατήσουν ως οδηγό για το πως πρέπει επιτέλους να δράσουν για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά, πέραν της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής και την αυταρχική, καθεστωτική αντίληψη και συμπεριφορά της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου , με την περιφρόνηση των συνταγματικών αρχών και την υπονόμευση των δημοκρατικών θεσμών.