Ο κόσμος στον οποίο οι επιθυμίες μας πραγματοποιούνται, φτάνει με όλη μας τη δύναμη να το θέλουμε, είναι ένας τέλειος κόσμος. Εχει ένα μόνο ελάττωμα: υπάρχει μόνο στη φαντασία μας – και στην κακή λογοτεχνία. Οσοι μελετούν την πολιτική προτιμούν να εστιάζουν όχι στη δύναμη της βούλησης αλλά στην ισχύ των εξωτερικών περιορισμών. Οι ασκούντες πολιτική, βέβαια, τείνουν να αναζητούν άλλοθι στην επίκληση των αντικειμενικών εμποδίων που θέτουν φραγμούς στις καλές τους προθέσεις. Εκτός εάν βρίσκονται στην αντιπολίτευση, οπότε έχουν την άδεια να αιωρούνται ελευθέρως στο απόλυτο βασίλειο της βουλησιαρχίας.
Οπως άλλοτε τα δύο κυβερνώντα κόμματα, έτσι και ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα ισχυρίζεται ότι μπορεί να τα έχει όλα. Και πρωτογενές πλεόνασμα, και αυξήσεις δαπανών, και κατάργηση της προοδευτικής φορολογίας στην ακίνητη περιουσία, του γνωστού ΕΝΦΙΑ. Υπόσχεται να υπερβεί αυτές τις αντιφάσεις με άμεση εξάλειψη της φοροδιαφυγής «μέσα σε μερικούς μήνες», αποκαλύπτοντας αν μη τι άλλο μια ιδιότυπη αίσθηση πολιτικού χιούμορ. Υπόσχεται επίσης να ενισχύσει τη θέση της χώρας στο ευρώ, προσερχόμενος με το δημοφιλές αίτημα να διαγραφεί το δημόσιο χρέος μας εις βάρος των εταίρων. Χωρίς όρους, μνημόνια, υποχρεώσεις και προϋποθέσεις.
Ελάχιστα θετικά πράγματα στη διακυβέρνηση μπορούν να προκύψουν χωρίς αντίστοιχους συμβιβασμούς και απώλειες σε κάποιο άλλο τομέα. Κάτι πρέπει να θυσιάσεις για να εξασφαλίσεις κάτι άλλο. Δεν υπάρχουν άριστες λύσεις, μόνο οδυνηρές επιλογές ανταλλακτικού χαρακτήρα: «there are no solutions, only trade-offs», έλεγε ο Thomas Sowell.
Η Ευρωζώνη σήμερα δονείται από την αντιπαράθεση γύρω από τέτοια trade-offs: αξιόπιστη τήρηση των κανόνων ή ευελιξία στην εφαρμογή τους; Εθνική ανάληψη ευθύνης ή ευρωπαϊκή αλληλεγγύη; Σταθερότητα ή ανάπτυξη; Για να έχεις λίγο περισσότερο από το ένα πρέπει να θυσιάσεις λίγο περισσότερο από το άλλο.
Η πρόκληση της δημοκρατικής πολιτικής είναι οι πολιτικές να «πακετάρονται», έτσι ώστε οι απώλειες σε κάποιο τομέα να αντισταθμίζονται από οφέλη σε κάποιον άλλο. Ολοι τότε θα έχουν κάτι να κερδίσουν, αν κι όχι στον ίδιο βαθμό. Αυτοί που αποσπούν τα περισσότερα δεν είναι μόνο οι ισχυρότεροι, αλλά κι εκείνοι που ξέρουν να προωθούν τα συμφέροντά τους καλλιεργώντας αποτελεσματικές συμμαχίες, οικοδομώντας εμπιστοσύνη και αξιοπιστία, αναζητώντας αμοιβαία επωφελείς συμβιβασμούς. Οχι ακραίες ρήξεις, αδιάλλακτες συγκρούσεις και θεαματικές καταγγελίες.
Ενίοτε οι εξωτερικοί περιορισμοί εμφανίζονται με τη δομή «τριλήμματος». Εδώ ανάμεσα σε τρεις επιθυμητούς στόχους, είναι εφικτή η επιλογή μόνο δύο. Η συνύπαρξη και των τριών μαζί είναι αδύνατη (impossible trinity). Ενας πρέπει να θυσιαστεί.
Η κρίση χρέους της Ευρωζώνης έφερε στην επιφάνεια ένα τέτοιο τρίλημμα. Προ κρίσης η ΟΝΕ εξέτρεφε ευσεβείς πόθους μιας τριάδας που αποδείχθηκε αδύνατη: ούτε διάσωση κράτους-μέλους, ούτε έξοδος από το ευρώ, ούτε χρεοκοπία. Για να εξασφαλιστούν τα δύο τελευταία, η Ευρώπη υποχώρησε στο πρώτο.
Μια παρόμοια «αδύνατη τριάδα» επισημαίνει ο Pisany-Ferry στη σημερινή λειτουργία της Ευρωζώνης. Δεν μπορεί να συνυπάρχουν για πολύ και τα τρία: και το χρέος να παραμένει αυστηρά εθνικό, και η ΕΚΤ να απέχει από τη νομισματική χρηματοδότησή του, και τα τραπεζικά συστήματα να παραμένουν εθνικά. Ενα από τα τρία θα πρέπει να υποχωρήσει. Το τρίλημμα οδηγεί στη στενότερη ενοποίηση, δημοσιονομική, τραπεζική, οικονομική.
Στο βάθος υπάρχει το θεμελιώδες τρίλημμα της παγκοσμιοποίησης, που διατύπωσε ο Dani Rodrik. Ανάμεσα σε: ανοιχτές αγορές, δημοκρατική λογοδοσία και εθνική κυριαρχία δεν μπορείς να έχεις και τα τρία μαζί.
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι η απάντηση στο τρίλημμα της παγκοσμιοποίησης: οι ανοιχτές αγορές συνυπάρχουν με τη δημοκρατία σε μια Ε.Ε. αμοιβαίας μετακύλισης κυριαρχίας σε ισχυρότερους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Οι αγορές επιτάσσουν προσαρμογές, αλλά η πίεσή τους μετριάζεται με την παρέμβαση της Ευρώπης. Η σύγκρουση βέβαια είναι οξύτερη στις χώρες προσαρμογής. Η ευρωκρίση έχει οδηγήσει τις εθνικές δημοκρατίες στα ακραία όρια αντοχής τους. Υπήρξαν επώδυνοι συμβιβασμοί: και στη λειτουργία των κοινοβουλίων (που νομοθετούσαν χωρίς επαρκή διαβούλευση) και στην εθνική κυριαρχία (καθώς η αδυναμία των δανειοληπτριών χωρών ανέτρεψε τις ευρωπαϊκές ισορροπίες, ενισχύοντας τις πιστώτριες χώρες του Βορρά). Οι θυσίες δεν αφορούσαν μόνο τον Νότο: ρωτήστε τον μέσο Γερμανό πώς νιώθει που η χώρα του έχει φορτωθεί εγγυήσεις και υποχρεώσεις άλλων. Η αποδυνάμωση της εθνικής δημοκρατίας ισοδυναμεί με θωράκισή της απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, εάν η μετακύλιση εξουσιών ενισχύει το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι.
Εάν η απάντηση στα «τριλήμματα» είναι η μεγαλύτερη ενοποίηση στο ευρώ, τότε καταλαβαίνει κανείς τις αντιφάσεις μιας κατ’ όνομα ευρωπαϊκής αλλά κατά βάση εθνικιστικής οικονομικής πολιτικής σαν αυτή που επαγγέλλεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Οπου η προσαρμογή στην πραγματικότητα των ανοιχτών αγορών είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Οπου η ανάληψη από τη χώρα των ευρωπαϊκών της υποχρεώσεων είναι υπολειμματική. Και όπου η διεκδίκηση άμεσης μεταφοράς πόρων από τους εταίρους δεν αντισταθμίζεται από υπεύθυνες εθνικές δεσμεύσεις.
Αν κερδίσει τις επόμενες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσει το δικό του «τρίλημμα»: Να κυβερνήσει, να εμμείνει συνεπής στο πρόγραμμά του, και η χώρα να παραμείνει στο ευρώ. Και τα τρία μαζί δεν μπορούν να συμβούν. Το ένα θα υποχωρήσει. Ο καθένας επιλέγει ποιο θεωρεί πιθανότερο.