Τα μέσα και τα έξω της Κεντροαριστεράς

Αγγελική Σπανού 22 Μαρ 2016

Από τότε που ξέσπασε η κρίση οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς διαρκώς συρρικνώνονται. Η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ δεν έχει προηγούμενο στα ευρωπαϊκά χρονικά, αν σκεφτεί κανείς ότι ξεκίνησε από το 44% το 2009 για να καταλήξει στο 4,68% το 2015 με ένα ευχάριστο διάλειμμα του 8% με την Ελιά στις ευρωεκλογές του 2014 και το 6% του προηγούμενου Σεπτεμβρίου. Η ΔΗΜΑΡ κυριολεκτικά εξαϋλώθηκε κάνοντας μια πολύ σύντομη αυτοκαταστροφική πορεία από το 6% που της έδωσε ρόλο ρυθμιστή-κυβερνητικού εταίρου στο 0,49% των εκλογών του Ιανουαρίου 2015. Το Ποτάμι, που εμφανίστηκε μετά την αποτυχία της Πρωτοβουλίας των 58 για την ανασυγκρότηση του ενδιάμεσου χώρου, ξεκίνησε δυναμικά, με τις δημοσκοπήσεις να του δίνουν ακόμη και διψήφια ποσοστά για να προσγειωθεί στο 6% των ευρωεκλογών, να υποχωρήσει στο 4% στις τελευταίες εθνικές εκλογές και να κατρακυκυλήσει κάτω από το 3% στις μετρήσεις που ακολούθησαν. Επομένως, το άθροισμα όλων των δυνάμεων που κινούνται μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ διαρκώς μειώνεται παρόλο που ο νέος δικομματισμός δεν σημείωσε εντυπωσιακές επιδόσεις σε σύγκριση με ό,τι ίσχυε στη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

Πολλά μπορεί να πει κανείς αναζητώντας της αιτίες της πτώσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτομάτως προκύπτει και η λύση. που μπορεί, στην παρούσα συγκυρία και όπως έχουν έρθει τα πράγματα, απλώς να μην υπάρχει.

Το προφανές είναι ότι η νέα προσπάθεια ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς, με τρεις διαφορετικές προτάσεις από την Φ. Γεννηματά, τον Στ. Θεοδωράκη και τον Γ. Παπανδρέου, αποτελεί απλώς συνέχεια μιας πορείας ευτελισμού της σχετικής συζήτησης. Γιατί τέτοια αποτυχία; Πολλοί οι λόγοι που όλοι μαζί μπορεί να δίνουν μια κάποια απάντηση. Ειδικότερα:

-Συνέβη ο ΣΥΡΙΖΑ να υποκαταστήσει το ΠΑΣΟΚ ως ένας από τους δύο πόλους εξουσίας. Παρόλο που ο αυτοπροσδιορισμός αναφέρεται στην ριζοσπαστική αριστερά, ο κώδικας που χρησιμοποιήθηκε είναι οικείος προς ένα κομμάτι της παραδοσιακής κοινωνικής βάσης της ελληνικής κεντροαριστεράς. Σε κάποιες περιπτώσεις ξεπατικώθηκαν κινήσεις και λόγια του Ανδρέα Παπανδρέου, σε άλλες η πελατειακή ιδιόλεκτος, η κατασκευή εξωτερικού εχθρού, το εθνικοπατριωτικό κρεσέντο.

-Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία στο σύνολό της περνά βαθιά κρίση από τη στιγμή που δεν μπόρεσε να αρθρώσει ένα συνεκτικό και επεξεργασμένο εναλλακτικό αφήγημα για να υποστηρίξει την αντίθεση εναντίον της δογματικής λιτότητας και να αναδείξει τρόπους εμπέδωσης της κοινωνικής δικαιοσύνης και της άμβλυνσης των ανισοτήτων. Είναι χαρακτηριστικό το πάθημα του Ολάντ που αναγκάστηκε σε άτακτη αναδίπλωση όταν ως νεοεκλεγείς πρόεδρος προώθησε μέτρα για φορολόγηση των πολύ πλούσιων (75%). Επομένως, δεν υπάρχει ούριος άνεμος απ έξω προς τα μέσα, ενώ οι ευρωσοσιαλιστές αντιμετωπίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως δυνάμει σοσιαλδημοκρατικό κόμμα πνίγοντας τα κόμματα που ανήκουν στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικο Κόμμα ή συνεργάζονται μαζί του (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι).

-Το ΠΑΣΟΚ ταυτίστηκε με το πέρασμα από το “λεφτά υπάρχουν” στο πρώτο μνημόνιο χωρίς στη συνέχεια να κάνει μια ουσιώδη αυτοκριτική που να συνεπάγεται την επαναθεμελίωσή του. Παρά το πολιτικό μελόδραμα και τον αυτοοικτιρμό στην πράξη δεν καταδείχθηκε διάθεση αλλαγής. Οι μηχανισμοί απλώς μίκρυναν, δεν εξαφανίστηκαν, κάποια από τα ίδια πρόσωπα εξακολούθησαν να πρωταγωνιστούν, εμφανίστηκαν νέοι που μιλούν όπως οι παλιοί, ενώ οι κακές συνήθειες δεν εγκαταλείφθηκαν. Ετσι, έμεινε σαν ένα ξεφτισμένο κόμμα του χθες που προσδοκά προσκόλληση σε οποιοδήποτε σύστημα εξουσίας.

-Η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ προκάλεσε την εμπέδωση της εντύπωσης ότι τα δυο αυτά κόμματα δεν διαφέρουν ουσιωδώς σε ιδεολογικά/αξιακά ζητήματα, ότι το μικρότερο είναι συμπληρωματικό του μεγαλύτερου και επομένως δεν υπάρχει σοβαρός λόγος να υποστηριχθεί.

-Η πίεση που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ στο παλιό πολιτικό σύστημα, ανασύροντας διαρκώς σκελετούς από το ντουλάπι (οι δωρεάν τηλεοπτικές συχνότητες, οι διάφορες λίστες κοκ) είχε εντυπωσιακά αποτελέσματα και για το λόγο ότι οι αντίπαλοί του δεν απέδειξαν ποτέ την ανεξαρτησία τους από τις κυρίαρχες ελίτ. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι ισχυροί πάτρονες  καθοδηγούν τις πρωτοβουλίες ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς προωθώντας συγκεκριμένα πρόσωπα και διαδικασίες.

-Σωρεύτηκαν πολλές αποτυχίες που απέκτησαν χαρακτηριστικά ανεπούλωτου τραύματος: Η ΔΗΜΑΡ απογοήτευσε το ποιοτικό και γι αυτό απαιτητικό κοινό της με τον τρόπο που διαχειρίστηκε τον εαυτό της στην εξουσία (αποδοχή της ποσόστωσης και ακροδεξιών στην κυβέρνηση, έξοδος από την κυβέρνηση χωρίς να έχουν δοθεί μάχες μέσα στην κυβέρνηση για το προοδευτικό πρόσημο). Το Ποτάμι γέννησε μεγάλες προσδοκίες τις οποίες δεν μπόρσε να εκπληρώσει μέσα σε μια ιδεολογική αμφιθυμία και σε μια ιδιότυπη κομματική λειτουργία που άφηνε τελικά την αίσθηση της ελαφρότητας και της life style πολιτικής. Στο μεταξύ γεννήθηκε και πέθανε η πολυδιαφημισμένη “Πρωτοβουλία των 58” από σημαντικά πρόσωπα, με σημαντικές θέσεις, αλλά επίσης με συνωστισμό εγωισμών και χωρίς ενσυναίσθηση τέτοια που να μεταφέρει το μήνυμα από πάνω προς τα κάτω.

-Παρόλο που προσωπικότητες της κεντροαριστεράς όπως ο Γιάννης Ραγκούσης, ο Φίλιππος Σαχινίδης, ο Γιώργος Φλωρίδης έχουν συγκροτημένη μεταρρυθμιστική πρόταση και δυνατή πολιτική σκέψη, ο ενδιαφέρων λόγος επισκιάζεται από την δραστηριότητα τηλεοπτικών αγωνιστών που περιφέρουν στα παράθυρα τον πόνο τους για τον κατακερματισμό του χώρου.

-Ισως φταίει ο εθισμός στην εξουσία που μεταδίδεται σαν ιός και στους επόμενους, ίσως λειτουργούν πολιτικά απωθημένα και υπερφιλοδοξίες που απορρέουν από την αίσθηση της υπεροχής (είμαστε καλύτεροι από τους δεξιούς και ικανότεροι από τους αριστερούς), όποια και αν είναι η εξήγηση, γεγονός είναι ότι ο αρριβισμός έγινε κανόνας με αποτέλεσμα ο κεντροαριστερός να θεωρείται εκ προοιμίου ασπόνδυλος και έτοιμος να υποκύψει στον πειρασμό της καρέκλας, του ρόλου και του αξιώματος ανεξάρτητα από ιδεολογικούς και αξιακούς περιορισμούς.

-Δεν απαντήθηκε το κεντρικό ερώτημα, με ποιους είμαστε και ποιο είναι το σχέδιο μας για την έξοδο από την κρίση και την άρση των υστερήσεων της χώρας. Κανείς δεν εμπνέεται από μια παράταξη που προβάλλεται ως το λιγότερο κακό, ως αποτελεσματικότερος διαχειριστής του μνημονίου ή ως ο εταίρος που θα συγκρατήσει από ακρότητες το μεγάλο κόμμα με το οποίο θα συγκυβερνά.

-Η συζήτηση γύρω από την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς έγινε με πολλά ψέματα. Για παράδειγμα, προσωποπαγείς ομάδες χωρίς καμία κοινωνική επιρροή βαφτίστηκαν κινήσεις και κινήματα, υποτυπώδεις συνεργασίες εμφανίστηκαν ως συμπαράταξη, προκειμένου να κατασκευαστεί η εντύπωση ότι κάτι σημαντικό συμβαίνει στον ενδιάμεσο χώρο. Οι υπερβολές και οι μεγαληγορίες διευκόλυναν τη διακωμώδηση και τον ευτελισμό της προσπάθειας, με τη συμβολή του μπιζιμποντισμού διαφόρων παραγοντίσκων που υπάρχουν στη δημόσια σφαίρα μιλώντας για την κεντροαριστερά.

-Τελευταίο και ίσως πρώτο είναι ότι η κεντροαριστερά στερείται αυθεντικότητας/ειλικρίνειας. Αναρωτιέται κανείς τι υπάρχει πίσω από αυτό που λένε, ποιες σκοπιμότητες και προσωπικές ατζέντες κρύβονται πίσω από κάθε πρωτοβουλία και πρόταση, πόσοι καίγονται να ηγηθούν, ποιοι θα πήγαιναν σε άλλο κόμμα αν δέχονταν μια συμφέρουσα πρόσκληση, ποιοι ενδιαφέρονται για κάτι πέρα από την καριέρα, τη δημόσια εικόνα και την άνεσή τους. Με άλλα λόγια, το μήνυμα που εκφέρουν οι επαγγελματίκες της κεντροαριστεράς συνήθως δεν αποδίδει την εσωτερική τους πραγματικότητα. Και, δείτε το στη ζωή, όταν τα έξω και τα μέσα απέχουν πολύ, γίνεται δύσκολη η σχέση, η επικοινωνία, η συνάντηση, χάνεται η εμπιστοσύνη και η αλήθεια, καταστρέφεται η αγάπη.

Ανάπτυξη άρθρου που δημοσιεύθηκε στον Ελεύθερο Τύπο