Δύο γεγονότα σημάδεψαν την πορεία εκλογής ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής.
1.Ο θάνατος της Φώφης Γεννηματά και, η συγκίνηση, σχεδόν όλων των Ελλήνων.
2.Το ενδιαφέρον μεγάλου αριθμού πολιτών των ΜΜΕ, για το Κίνημα Αλλαγής και την πορεία του.
Πολύ τραγικό το πρώτο, ευχάριστο το δεύτερο.
Ένα μέρος των πολιτών έδειξε ενδιαφέρον για το ίδιο το Κίνημα Αλλαγής, την ιστορική θεσμική έκφραση του ΠΑΣΟΚ, που κυριαρχούσε από το τέλος της δεκαετίας του '70, μέχρι τις αρχές του 2012, στην πολιτική ζωή της χώρας.
Ένα άλλο ενδιαφερόταν, για την πιθανή συνεργασία του, με ένα από τα δύο κόμματα, του σημερινού ισχνού δικομματισμού.
Αυτά, μαζί με την τελική εξάδα των υποψηφίων, έδωσε και μια σημαντική δημοσκοπική άνοδο στο Κίνημα Αλλαγής, κυρίως το ξεκόλλησε από το 6%.
Δυστυχώς όμως, κυρίως από επιλογή των περισσότερων ΜΜΕ και όχι μόνο, κυριάρχησε στην δημόσια συζήτηση, το δεύτερο. Δηλαδή αντί να συζητείται η κυβερνητική πολιτική της ΝΔ, το αν δηλαδή, αυτή η πολιτική είναι καλή για την χώρα, την οικονομία και την κοινωνία, στους βασικούς τομείς της, η συζήτηση επικεντρώθηκε στο πόσο κακός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και πως, για γίνει κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ, να ξαναγίνει 3%. Όμως και αν δεχτώ, ότι, έχει μια αριθμητική και πολιτική βάση αυτή η λογική, αυτό θα το πετύχει το ΠΑΣΟΚ, αν αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση και όχι φυσικά, αν αντιπολιτεύεται την αντιπολίτευση. Μια τέτοια λογική, επιτρέπει την κυβέρνηση να συνεχίζει την ακραία φιλελεύθερη πολιτική της, που βρήκε και θαυμαστή τον νέο υπουργό οικονομικών της Γερμανίας, πρόεδρο του Φιλελεύθερου κόμματος της Γερμανίας, που μας ετοιμάζει τον νέο δημοσιονομικό κορσέ, που τρέμει ο Έλληνας Πρωθυπουργός, και καλά κάνει.
Ένα επίσης αδύναμο στοιχείο της προεκλογικής συζήτησης είναι, η μη παρουσίαση από τους υποψήφιους, μιας ολοκληρωμένης ανάλυσης για την διεθνή και εσωτερική συγκυρία, την ταυτότητα του σημερινού ΠΑΣΟΚ, τα κοινωνικά στρώματα που θέλει να εκφράσει και, με ποια πολιτική θα το κάνει.
Από την άλλη είναι θετικό ότι, δεν επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι για μια άγονη προσωπική αντιπαράθεση, αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην συναισθηματική φόρτιση, που νιώθει ακόμη ένα μεγάλο μέρος των μελών και φίλων του Κινήματος Αλλαγής, αλλά και στον φόβο της εξαφάνισης του ΠΑΣΟΚ.
Έτσι, στις εκλογές της 5ης Δεκεμβρίου, το πρώτο ζητούμενο ήταν, η μεγάλη συμμετοχή των μελών και φίλων του Κινήματος Αλλαγής, των πολιτών που πιστεύουν, στην αξία ενός Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, αυτό επετεύχθη, μάλιστα σε εντυπωσιακό βαθμό, πέρα από κάθε πρόβλεψη.
Το γεγονός αυτό, νομιμοποιεί, σε ένα βαθμό το Κίνημα Αλλαγής, στην συνείδηση του κόσμου, να διεκδικήσει βασικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας.
Για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει να παρουσιάσει όλα αυτά πού δεν παρουσίασαν οι υποψήφιοι μέχρι τώρα, την νέα πολιτική και ιδεολογική ταυτότητά του και τις βασικές κατευθύνσεις των προγραμματικών του θέσεων. Θα είναι ένα άνευρο διαχειριστικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, όπως είναι εδώ και πολλά χρόνια ή θα επανακτήσει ένα νέο ριζοσπαστικό χαρακτήρα, τηρουμένων των αναλογιών στα σημερινά δεδομένα, με αυτό που έδωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου την δεκαετία του ΄70; Στην πρώτη δεν έχει κανένα μέλλον, στην δεύτερη έχει ελπίδες.
Αυτό πρέπει, τουλάχιστον να το θέσουν οι δυο υποψήφιοι του δεύτερου γύρου. Θα είναι κυρίως ευθύνη του νέου προέδρου, θα είναι όμως ευθύνη και των άλλων υποψηφίων, φυσικά και των στελεχών του Κινήματος Αλλαγής.
Είναι ευθύνη των μελών και φίλων του, να το απαιτήσουν την επόμενη ημέρα, γιατί διαφορετικά, το σημερινό ενδιαφέρον μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας για το ΠΑΣΟΚ θα υποχωρήσει και, αυτό δεν θα είναι κακό για το ίδιο, αλλά και την χώρα.
Τα δύσκολα, αλλά και πιο σημαντικά, θα αρχίσουν μετά την εκλογή ηγεσίας.