Έχουμε εκλογές και τα κόμματα συνεχίζουν να φέρονται όπως έχουν μάθει να κάνουν. Άλλοι, ζητούν την ψήφο μας αλλά δεν ενδιαφέρονται να κυβερνήσουν, άλλοι θέλουν μόνο να κυβερνήσουν καταπατώντας ακόμη και το Σύνταγμα. Άλλοι μας παραπλανούν συνειδητά, άλλοι περιφέρουν την άγνοιά τους.
Είναι τέτοια η σύγχυση και η απονομιμοποίηση των πάντων αυτή την εποχή που αισθάνεται κανείς την ανάγκη να γυρίσει πίσω στα βασικά: Γιατί έχουμε Βουλή; Γιατί εκλέγουμε βουλευτές; Τι είναι τα πολιτικά κόμματα;
Σε μια νεωτερική κοινωνία και μια ώριμη δημοκρατία θα ήταν αυτονόητο ότι ψηφίζουμε για να μπορούμε να έχουμε κυβέρνηση. Δεν μας κυβερνούν κάποιοι εκπρόσωποι του Θεού στη γη, ούτε είμαστε φύσει και θέσει υπήκοοι βασιλέων. Συστήνουμε και ψηφίζουμε κόμματα για να μας εκπροσωπούν και να μας κυβερνήσουν. Περιμένουμε να υπερασπιστούν τα συμφέροντά μας αλλά να φροντίσουν επίσης συνολικά και το συμφέρον της κοινωνίας μας. Το πώς θα είναι η ζωή μας όσο βρισκόμαστε εν ζωή, ένα πολύ μικρό διάστημα ως ενεργοί πολίτες, 40-50 χρόνια, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πώς ψηφίζουμε. Εμείς διευθύνουμε και χτίζουμε διαρκώς την κοινωνία που θέλουμε. Δεν είναι κάτι που γίνεται αυτόματα ούτε από τη μοίρα. Στις νεωτερικές κοινωνίες εμείς παίρνουμε τη «μοίρα» στα χέρια μας.
Τι γίνεται στην Ελλάδα; Εν όψει εκλογών, τα περισσότερα κόμματα είτε αδιαφορούν για τη διακυβέρνηση είτε περιφρονούν τα συμφέροντά μας. Συμπεριφέρονται ιδιοτελώς και ανεύθυνα. Δεν σκέφτονται οριζόντια -πώς θα οργανώσουν την κοινωνία, πώς θα βελτιώσουν συγκεκριμένα τη ζωή των ανθρώπων σ’ αυτές-, αλλά κάθετα -πώς θα διασωθούν αυτά και το περιβάλλον τους ως προς την εξουσία ή πώς θα υπηρετήσουν καλύτερα μια ιδεολογία που ελάχιστα ακουμπά τις σημερινές συνθήκες ζωής. Παρασιτούν επί της κοινωνίας.
Το ΚΚΕ ετοιμάζει τον στρατό της αδύνατης επανάστασης υποβάλλοντας τους πολίτες σε αδιέξοδες ασκήσεις επαναστατικής γυμναστικής που μπορεί μεν να επιβαρύνουν τις ορατές προοπτικές βελτίωσης της ζωής τους στέλνοντας την Ελλάδα στην άβυσσο της δραχμής, αλλά υπόσχονται τον δυστοπικό παράδεισο της οψέποτε δικτατορίας του προλεταριάτου. Αρνούνται να κυβερνήσουν και καταγγέλλουν όποιον το επιχειρεί. Δεν νοιάζονται για τα εγκόσμια, αν θα ζήσουμε ή θα πεθάνουμε, αρκεί να τους στηρίζουμε και να ομνύουμε στον κομουνισμό. Εν τω μεταξύ το κόμμα πρέπει να επιζήσει με τα στελέχη και τις επιχειρήσεις του τρεφόμενο και από τον κρατικό κορβανά που γεμίζουμε εμείς με τους φόρους μας χωρίς να δέχεται καν έλεγχο. Το ΚΚΕ λογοδοτεί στην ιστορία, δεν καταδέχεται να λογοδοτεί στους ταλαίπωρους πολίτες που το χρηματοδοτούν ούτε νοιάζεται τι θα γίνουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ νομίζει ότι η διακυβέρνηση είναι θεατρικό δρώμενο ή κόλπα σε συνέλευση φοιτητική για να τσιμπήσουν οι πρωτοετείς. Εφευρίσκει νέους τρόπους ανευθυνότητας και τους περιφέρει από τους δρόμους στην αίθουσα της Βουλής. Περιφρονεί κυνικά τις δυσκολίες και τον πόνο των ανθρώπων υποσχόμενος παραληρηματικά, ασυνάρτητα και εν γνώσει του ανέφικτα πράγματα με στόχο την αδίστακτη δημαγωγία. Απ’ τη μια σπρώχνει τον κόσμο στο περιθώριο της κοινωνίας και της ιστορίας καταγγέλλοντας την κεντρική πολιτική σκηνή κι από την άλλη τον καλεί να την καταλάβει με γιουρούσια θεατρικά κι ύστερα ό,τι κάτσει αρκεί το κόμμα να είναι καλά.
Οι της ΔΗΜΑΡ δεν θέλουν την ευθύνη της διακυβέρνησης. Θέλουν να είναι βουλευτές. Ας βγάλουν άλλοι το φίδι από την τρύπα, ας στραπατσαριστούν κι ας υποστούν τις συνέπειες. Αυτοί, αφού εξασφαλίσουν την εκλογή, θα υφαίνουν στα μετόπισθεν, πάντοτε κατόπιν εορτής, ατέλειωτα «ισοδύναμα μέτρα», σαν την Πηνελόπη στον αργαλειό που το βράδυ ξήλωνε τη δουλειά της μέρας. Προσχήματα και ανούσια πρόσημα για να αποφύγουν ν’ αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα στο όνομα μιας αριστεράς που την επικαλούνται ως άλλοθι και εις βάρος των πολιτών που εγκαταλείπονται μόνοι.
Επί της κοινωνίας παρασιτούν, βεβαίως και πρωτίστως, και τα δύο μεγάλα κόμματα που μας κυβέρνησαν, μας κυβερνούν και θέλουν να μας κυβερνήσουν. Γιγαντώθηκαν και γαντζώθηκαν στην εξουσία και στην κρατική διοίκηση απομυζώντας τους δικούς μας κόπους και χρήματα και, όπως αποδεικνύεται, τζιράροντας και πολλά ακόμη. Παρασιτούν αφού, αδιαφορώντας για το κοινό καλό, η υποτάσσοντάς το στο ιδιοτελές δικό τους, συντηρούν τερατώδεις μηχανισμούς έμψυχου και άψυχου υλικού που πρέπει να διατηρήσουν. Γραφεία, μετακλητοί υπάλληλοι, σύμβουλοι και όλο το σύστημα γύρω από αυτά. Η μέριμνα για τους ψηφοφόρους τους και για τη χώρα δεν είναι παρά το μέσον για τον απώτερο σκοπό που είναι η αναπαραγωγή τους. Επιχορηγούνται από τον προϋπολογισμό, παίρνουν εξαναγκαστικά και αγύριστα δάνεια από κρατικές τράπεζες, νέμονται το δημόσιο βήμα, επιχορηγούνται για ινστιτούτα που δεν παράγουν τίποτε αλλά απασχολούν κι αυτά υπαλλήλους.
Αλλά και τα μικρότερα κόμματα της Βουλής συντηρούν διά των προνομίων και των επιχορηγήσεων που δέχονται εσμούς ανίκανων υπαλλήλων (συγγενείς, πελάτες, οπαδούς) που μόνη μέριμνα έχουν, όχι ασφαλώς να παράγουν έργο αλλά να υποστηρίζουν τον αρχηγό και το status quo για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Έτσι στραγγαλίζεται και η δημοκρατία στα κόμματα αφού πρέπει με κάθε τρόπο να διασωθεί το εκάστοτε κυρίαρχο σχήμα.
Τι λόγο έχουν όλα αυτά τα κόμματα (και δεν αναφέρθηκα καν στα λαϊκιστικά και ακραία κόμματα της δεξιάς) να ασχοληθούν και να μιλήσουν σοβαρά για το μέλλον και τη διακυβέρνηση της χώρας; Τους αρκεί να μπορούν να εξασφαλίσουν τον τρόπο που έχουν μάθει να δρουν. Γι’ αυτό παρακολουθούμε μια θλιβερή, και συγχρόνως πανηγυριώτικη, προεκλογική περίοδο με εκβιασμένες αντιθέσεις και φωνές, χαριτωμενιές, εκτός θέματος αντεγκλήσεις, παρωχημένες κοινοτοπίες, φωτογραφίες, πληθωρισμό λέξεων και κλισέ, για να κρυφτεί η ένδεια, η άγνοια, η αμεριμνησία και η ιδιοτέλεια. Τα μεγάλα προβλήματα της χώρας στις καλένδες, κάτω από το χαλί, στα παρασκήνια ή στα χέρια των ευρωπαίων. Λίγοι προσπαθούν να μιλήσουν σοβαρά. Κάποιοι το κάνουν γνήσια και κάποιοι απλώς προεκλογικά. Τα περισσότερα κόμματα δεν μας εξήγησαν, δεν μάθαμε καθαρά, με συνοχή, τι συνέβη, τι επιλογές έχουμε, τι συνέπειες έχουν αυτές, τι συγκεκριμένα μας προτείνουν. Βαδίζουμε στο μέλλον μοιραία.
*Η κυρία Βάσω Κιντή είναι Αν. καθηγήτρια φιλοσοφίας