Τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια και το ΤΧΣ

Κώστας Καλλίτσης 11 Ιουλ 2016

Σε ποιον ανήκει μια επιχείρηση όταν ο δανεισμός της υπερβαίνει την αξία της; Στην Ελλάδα θεωρείται αυτονόητο ότι ανήκει στους μετόχους της. Δεν είναι αυτονόητο σε όλο τον κόσμο. Αντιθέτως, σε χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού (Αγγλία, ΗΠΑ κ.ά.) δίδεται διαφορετική απάντηση: Οταν το ύψος των δανείων μιας επιχείρησης υπερβαίνει το ύψος της δικής της αξίας, ο μέτοχος παύει να είναι ο άρχων της. Είτε συνεργάζεται με τις τράπεζες και κάνει ό,τι πρέπει για να επανέλθει η επιχείρηση σε υγιή πορεία, είτε οδηγείται στη δικαιοσύνη, που με ταχύτατες διαδικασίες τον πετά έξω από την επιχείρηση και την αναθέτει στις τράπεζες.

Σε άλλες χώρες, όταν μιλούν για επιχειρηματικότητα εννοούν επιχειρηματικότητα. Στην Ελλάδα, ενίοτε, νοείται ως «ευκαιρία για νταραβέρι». Γι’ αυτό οι ντουλάπες έχουν γεμίσει σκελετούς. Και τώρα, όταν η πιστωτική αφθονία έχει μετατραπεί σε πιστωτική ασφυξία και εξέλιπαν λεφτά για ρυθμίσεις επί ρυθμίσεων που έκρυβαν το πρόβλημα, οι ντουλάπες ανοίγουν και βγαίνουν έξω, ένας ένας, οι σκελετοί δήθεν ισχυρών επιχειρήσεων. Δεν μιλώ για τις πτωχεύσεις γενικώς – συμβαίνουν παντού. Αναφέρομαι σε μια ελληνική παθογένεια. Δύο παραδείγματα:

Βοά η αγορά ότι μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα κτίστηκαν στα σαθρά θεμέλια μιας πρωταρχικής υπερτιμολόγησης, που χρηματοδοτήθηκε με δημόσιο δανεισμό και μετατράπηκε σε ιδιωτικό πλούτο. Αυτό το προπατορικό αμάρτημα ήταν, αρκετές φορές, η αιτία που ξενοδοχεία με υψηλή πληρότητα και ακριβές τιμές, έγραφαν συνεχείς ζημίες, ενώ θα έπρεπε να είχαν κέρδη. Δεν είχαν, γιατί τα τσάκιζε το βάρος εξυπηρέτησης του υπερδανεισμού, που καλυπτόταν με νέα δάνεια – μέχρι την έλευση του μοιραίου…

Πώς, πάλι, ένας κατεξοχήν εξωστρεφής και κερδοφόρος κλάδος, αυτός των ιχθυοκαλλιεργειών, βούλιαξε σχεδόν αύτανδρος; Γιατί διέγραψε τροχιά διάττοντος αστέρος; Με ποιον μαγικό τρόπο τα κέρδη του χωνεύονταν σε συνεχείς, βαριά ζημιογόνες χρήσεις; Υπήρχαν προμηθεύτριες εταιρείες που κέρδιζαν αυτά που έχαναν οι μητρικές; Σε ποιους ανήκαν αυτές οι προμηθεύτριες; Και με ποια κριτήρια δάνειζαν οι τράπεζες; Πόσο πραγματικά (ή εικονικά…) ήταν, π.χ., τα αποθέματα ψαριών που δέχονταν ως εγγύηση για να συνεχίζεται η δανειοδότηση; Και ποιος τα ήλεγχε;

Η ελληνική παθογένεια λέγεται λεηλασία των επιχειρήσεων. Εκεί είναι ο πυρήνας του προβλήματος των επιχειρηματικών «κόκκινων» δανείων, που ροκανίζουν τα κεφάλαια των τραπεζών. Ο ελληνικός λαός έχει δανειστεί και τις έχει κεφαλαιοποιήσει τρεις φορές, με 60 δισ. ευρώ. Και το πιο παράδοξο: Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που είχε οριστεί να προστατεύει τα συμφέροντα του Ελληνα φορολογουμένου, ποτέ δεν είχε την εξουσία να το πράξει.

Το ΤΧΣ άρχισε να λειτουργεί το 2011. Μετά το PSI, έβαλε στις τράπεζες 24 δισ. ευρώ, αλλά απαγορεύθηκε να έχει δικαίωμα στη διοίκησή τους. Με την παγκόσμια πατέντα του «10%», τρόικα και τότε συγκυβέρνηση, άφησαν τη διοίκησή τους σε ιδιώτες – δεν εμπιστεύονταν το «κακό» κράτος. Το δράμα ολοκληρώθηκε με την τελευταία κεφαλαιοποίηση, το φθινόπωρο, πέρυσι. Το ΤΧΣ, θεσμικά ανήμπορο να αντιδράσει, αντί να βάλει 5 δισ. επιπλέον και να πάρει τις τράπεζες ή, έστω, να βάλει όσα απαιτούνταν για να διατηρήσει το μερίδιό του σε αυτές, είδε τη συμμετοχή του να εξατμίζεται. Ο φορολογούμενος δεν θα πάρει, ποτέ, τα λεφτά του πίσω.

Αλλά το ΤΧΣ δεν έχει εξουσίες ούτε για τα «κόκκινα» δάνεια. Η πρόταση του προέδρου του, Γ. Μιχελή, ο υπεύθυνος της «bad bank» κάθε τράπεζας να λογοδοτεί και στη διοίκηση της τράπεζας αλλά και στη διοίκηση του ΤΧΣ, ώστε να μπορεί να παρεμβαίνει, απορρίφθηκε από την τρόικα χωρίς εξηγήσεις.

Το ΤΧΣ δεν επιτρέπεται, καν, να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις των αρμόδιων (credit) επιτροπών των τραπεζών για τα «κόκκινα» δάνεια –τις παρακολουθεί μόνο η Κομισιόν, με αντιπροσώπους της κάποιες ιδιωτικές εταιρείες, που (ω, του θαύματος!) τα βρίσκουν όλα καλά καμωμένα και, απλά, συνυπογράφουν. Κι αν τύχει (που δεν έχει τύχει…) το ΤΧΣ να ενημερωθεί για κάποιο «κόκκινο» δάνειο, οφείλει να ελέγξει αν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες τυπικές διαδικασίες μόνο, δεν έχει δικαίωμα να μπει στην ουσία. Κάποιος μέτοχος του 10% ή του 2% μπορεί να κάνει την τράπεζα άνω κάτω. Το ΤΧΣ «οφείλει» να μην ενοχλεί.

Προ ημερών, η τρόικα διέταξε την 3μελή εκτελεστική επιτροπή του ΤΧΣ να «παραιτηθεί». Χωρίς αιτιολόγηση. «Διατυπώνεις γνώμη κι αυτό δεν είναι καλό» είπε σε έναν. «Είσαι πολύ καλός αλλά θέλω να αλλάξουμε σελίδα» είπε σε άλλον. Οι αρμοδιότητες του ΤΧΣ δεν αλλάζουν – παραμένουν αδιόρατες. Αν κάποιοι ξένοι αλλάξουν τη σελίδα, υπέρ τίνος, θα φανεί. Είμαι απαισιόδοξος. Και απορώ με τις ελληνικές αρχές που φέρονται σαν να συμφωνούν με κέντρα της τρόικας που διαπνέονται από την αντίληψη ότι «κάθε Ελληνας είναι ανάξιος ή απατεώνας» και «κάθε ξένος, άξιος και έντιμος»…