Αφορμή για το Σχολιάκι μου είναι η εκδήλωση μνήμης, για τον Ανταίο Χρυσοστομίδη, που έγινε στον Ιανό στις 29/3/2016, ενώπιον φίλων και αναγνωστών, οι οποίοι γνώριζαν τη γραφή και τις ευφάνταστες πρωτοβουλίες του στο χρόνο που έζησε. Τον επίμονο δημοσιογράφο, μεταφραστή, αρθρογράφο, στοχαστή, αριστερό διανοητή, άνθρωπο του βιβλίου και του βιωμένου πολιτισμού…
Όλοι συγκεντρωθήκαμε για να τον μνημονεύσουμε μέσα από ένα νέο βιβλίο-αφιέρωμα στον ίδιο με τρία δικά του κείμενα, θα έλεγα… αποχαιρετιστήρια, αφού μπερδεύει μεταξύ ρεαλισμού και ονείρου το επερχόμενο τέλος! Στο βιβλίο περιέχονται και αφιερώματα στο πρόσωπό του από άλλους δεκαεννιά σπουδαίους ξένους συγγραφείς που συνεργάστηκαν και συνδέθηκαν μαζί του. Το μικρό βιαβλιαράκι σε συνεργασία με τους εκδότες της Άγρας, του Ίκαρου και του Καστανιώτη, με τίτλο: «Αντίδωρο», ήταν το έναυσμα για να κατατεθούν από τους ομιλητές, μνήμες, σχολιασμοί και ιδιαίτερες αναφορές.
Ο λόγος της αναφοράς μου στον Ανταίο δεν είναι μόνο η πολύχρονη φιλία μας και το άδικο (αν υπάρχει δίκαιο στον θάνατο) σκληρό τέλος του. Γεννήθηκε το 1952 και έφυγε στις 14 Αυγούστου (2015)… Λίγο πριν «φύγει» αποκάλυψε το τάλαντο τού συγγραφέα, με λιτή και απέριττη γραφή, όμως χρόνια νωρίτερα πέρασε από περιοδικά, εφημερίδες, τηλεοπτικές ψυχαγωγικές εκπομπές, πάντα με τον δικό του ευφυή κώδικα επικοινωνίας. Η προώθηση του μηνύματος, γι αυτόν, ήταν «ειδική αποστολή». Η ενασχόλησή του με την ελληνική έκδοση του Play boy ήταν βαθύτατα διανοητική και καθόλου αντιφατική. Είχε τη σκέψη (και την τόλμη) να δημοσιεύσει σοβαρά πνευματικά θέματα και άρθρα σ’ αυτό το μέχρι τότε «εξειδικευμένο» περιοδικό τής οφθαλμολαγνείας. Δεν θα υποστηρίξω πως το μεταμόρφωσε σε περιοδικό διανόησης, αλλά πάντως, χρησιμοποίησε την ευρεία κυκλοφορία του ως βήμα ΚΑΙ σοβαρής αρθρογραφίας.
Δεν θα αναφερθώ στο βίο και στις πολλαπλές-ποικίλες λογοτεχνικές δράσεις του. Στις συνεχόμενες ενέργειες και πρωτοβουλίες του γύρω από τα γράμματα και τον πολιτισμό. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να τις βρει σε ηλεκτρονικές σελίδες γκουγκλάροντας το όνομα. Λιγότερο γνωστή είναι η πτυχή της συναισθηματικής του δράσης με το ελληνικό τραγούδι τής δισκογραφίας, όταν εκείνη μεσουρανούσε πριν λίγα χρόνια. Οι κυριακάτικες αναρτήσεις του στην τελευταία σελίδα τής ΑΥΓΗΣ αποτύπωναν το στίγμα ενός επίμονου εραστή τραγουδιών. Ψύχραιμα και διερευνητικά, κατέγραφε την εξέλιξη της πορείας τού ελληνικού τραγουδιού, επιλέγοντας να αναφερθεί σε δίσκους οι οποίοι σηματοδοτούσαν στοιχεία εξέλιξης… Παρακολουθούσα αυτά τα κείμενα, που ήταν άλλοτε χαλαρά και άλλοτε απαιτητικά. Έψαχνε πάντα να σταθεί σε σημαντικούς δίσκους με μεγάλο βάρος μουσικής και ποιητικής τέχνης, προτείνοντας με προσοχή τους δίσκους που ξεχώριζε. Η αρθογραφία του πάντα απλή, καθαρή, δίχως εννοιολογικές δυσκολίες που να μπερδεύουν τον αναγνώστη.
Οι προσωπικές φιλίες του με Μίκη, Ξαρχάκο (και άλλους πολλούς), δεν τον εμπόδισαν ποτέ του να εναντιωθεί σε κάποια σημεία της δουλειάς τους, στους δίσκους και στις συναυλίες τους. Συνδέθηκα μαζί του για μεγάλο διάστημα και η φιλία αυτή προέρχεται από την Ιταλία, όπου και εκείνος έζησε ένα μέρος της ζωής του. Θυμάμαι πάντα τις υψηλού επιπέδου μαγειρικές του στο σπίτι του, καθώς και τις πολύωρες συζητήσεις τής παρέας γύρω από κοινού ενδιαφέροντος θέματα πολιτικής και όχι μόνο… Εκείνος, πάντα πιο ενωτικός, με διάθεση ενός οραματιστή μιας ιδανικής εποχής! Με αριστερές ρίζες και προσανατολισμό, ήταν δεμένος με την «αγωνιούσα αγωνιζόμενη αριστερά», η οποία συγχρόνως τον θύμωνε γιατί παρέπαιε και γλιστρούσε πάντα σε πρακτικές με τις οποίες δεν συμφωνούσε.
Η περίοδος του ’90 και του 2.000, υπήρξαν πολύ σημαντικές γι αυτόν. Ο Ανταίος τότε ήταν που ξεκίνησε την απόλυτη εμπλοκή του με τη μετάφραση και τις ευθύνες ως διευθυντή τής Σειράς Ξένης Λογοτεχνίας των εκδόσεων Καστανιώτη. Πλήθος από ξένους συγγραφείς έκαναν την παρουσία τους στα ελληνικά γράμματα χάρη στην γνώση και τις πρωτοβουλίες του. Συνδέθηκε με πολλούς απ’ αυτούς κι εκείνοι μαζί του. Μετέφραζε τα κείμενά τους με τον τρόπο που συνήθιζε. Με την απλή, καθαρή, κατανοητή, αλλά συγχρόνως πλούσια και πολύχρωμη γλώσσα να ρέει ξεκάθαρα και συγκεκριμένα.
Ο Ανταίος αναζήτησε τα φυλαγμένα κίτρινα παπούτσια που τόσο πολύ επιθυμούσε να φορέσει για να περπατήσει, να τρέξει, να πετάξει, όπως ονειρεύτηκε… Έφυγε ταλαιπωρημένος από αμυοτροφική πλάγια σκλήρυνση. Το σώμα και το πνεύμα σιγά-σιγά παραδόθηκαν και εκείνος αποχώρησε για το επέκεινα αφήνοντάς μας αμέτρητα δώρα, με κυριότερο την ξεχωριστή του φιλία.
Εκεί στον Ιανό, εκείνο το βράδυ του Μαρτίου, ο χώρος πλημμύρισε από κόσμο ο οποίος εκδήλωσε τρυφερότητα προς το πρόσωπό του, από τους ομιλητές και εμάς, τους φίλους του. Κυρίως πρυτάνευσε η σιωπή. Ένδειξη εκτίμησης, αγάπης και σεβασμού προς το πρόσωπό του…