Τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας

Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης 17 Μαρ 2015

Η σημερινή κυβέρνηση έχει πετύχει ποσοστά αποδοχής και συσπείρωσης της κοινής γνώμης πρωτόγνωρα για την πολιτική ιστορία του τόπου. Είναι άξιο να σημειωθεί ότι αυτά σημειώνονται την στιγμή ακριβώς που ακολουθεί, τουλάχιστον στα λόγια, μία καθόλου ρεαλιστική διεκδικητική τακτική, με στόχο παραδοσιακές συμμαχίες της χώρας, ανατρέποντας όλα τα στερεότυπα διπλωματικής συμπεριφοράς και ανοίγοντας θέματα, όπως οι πολεμικές αποζημιώσεις, που ήταν για χρόνια η χλεύη όλων των «λογικών» πολιτικών δυνάμεων της χώρας.

Το Συριζα μπόρεσε να οικοδομήσει μία ευρεία συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων ανάμεσα σε εκείνους που έθιξε η κρίση, υποσχόμενος μία πολιτική θεραπείας των συνεπειών της προηγούμενης κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες, πετυχαίνοντας να εισπράξει την δυσαρέσκεια και να ανεβεί στην εξουσία. Η αναθεωρητική του ατζέντα έχει ανατρεψει τους κανόνες του παιχνιδιού, έχει καταρρακώσει την αντιπολίτευση, έχει εγκαταστήσει όρους κυριαρχίας που θα μείνουν μαζί μας για αρκετό καιρό. Ανεξάρτητα από την όποια βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της οικονομίας μας, σαν αποτέλεσμα των κλυδωνισμών της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους μας.

Το Συριζα είχε αυτήν την επιτυχία γιατί μπόρεσε να αφουγκραστεί καλά την ελληνική κοινωνία, να την αναλύσει, να την αποδεχθεί και να διαμορφώσει έτσι τα πολιτικά του αιτήματα ώστε να έχουν την μέγιστη δυνατή υποστήριξη. Το Συριζα πέτυχε γιατί κατάφερε να γίνει ο καθρέπτης της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Η, τουλάχιστον εκείνης της πλειοψηφίας που είναι αναγκαία με βάση την εκλογική νομοθεσία για να κυβερνήσει. Σε προηγούμενους, πιο ευτυχισμένους καιρούς, την πλειοψηφία αυτή την είχε κλειδαμπαρώσει ο παλιός δικομματισμός, ο οποίος άλλωστε έκανε και την εκλογική νομοθεσία έτσι που να ταιριάζει ακριβώς στα μέτρα του.

Η ανάγνωση της επιθυμίας του κόσμου είναι φυσικά πολυποίκιλη, πολλοί παράγοντες συμμετέχουν. Ο βασικός όμως παράγοντας έχει σχέση με τις προσδοκίες προσόδων που μπορεί να προσφέρει ένα κυβερνητικό κόμμα στα διάφορα κοινωνικά στρώματα που προσπαθεί να προσελκύσει. Αυτό ήταν πάντα και είναι σήμερα το καθοριστικό στοιχείο με βάση το οποίο η εκλογική πελατεία ακολουθεί, μένει πιστή, λιποτακτεί, τιμωρεί, αλλάζει στρατόπεδο.

Δεν παίζει πολύ ρόλο η λογική, η πειθώ, τα επιχειρήματα, για την μεγάλη πλειοψηφία της εκλογικής μάζας. Η τσέπη, αυτό είναι το πηδάλιο.

Φαντάζομαι, όλοι οι λαοί είναι λίγο πολύ έτσι. Τα οικονομικά κριτήρια φυσικά δεν εξαντλούνται σε μία στατική αντίληψη του πόσα λεφτά έχουν μία δεδομένη στιγμή στο πορτοφόλι, αλλά παίρνουν υπόψιν τους και τις μελλοντικές προσδοκίες, οι οποίες σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες εξαρτώνται κυρίως από την πορεία συλλογικών προσπαθειών, μεγάλων και μικρών, όπως είναι οι επιχειρήσεις, οι χρηματαγορές, η αξιοποίηση τοπικών πλεονεκτημάτων (τουρισμός, τοπική ανάπτυξη), η εμπιστοσύνη μεταξύ των οικονομικώς δρώντων ατόμων κλπ.

Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας είναι ότι έχει μία παλιά, από την ίδρυση της ακόμη, αδυναμία να ενσωματώσει θεσμούς αποτελεσματικής συλλογικότητας στην οικονομική της δομή. Οι εταιρείες πάντα ήταν μικρές και βραχύβιες, οι χρηματαγορές στρεβλές, η εμπιστοσύνη αδύναμη όταν δεν ήταν απούσα. Οι θεσμοί της οικονομίας έχουν προσαρμοστεί (η έχουν διαδραστικά καθορίσει) στο μικρό και εφήμερο, στην υπερβολική ανάμιξη της πολιτικής (του κράτους, των διάφορων φορέων του, η των τοπικών κοινωνιών) στις οικονομικές αποφάσεις, στον συγκεντρωτισμό και τους ελέγχους, στην προσοδοθηρία, στην απόκρυψη, στον οπορτουνισμό και τον τυχοδιωκτισμό.

Έχει διαμορφωθεί, από γενεές, ένα πρότυπο επιτυχίας που ευνοεί την συσσώρευση πλούτου, την ασφαλή του τοποθέτηση εκεί που οι θεσμοί το επιτρέπουν (όπως ήταν πριν τον ΕΝΦΙΑ τα ακίνητα), την αποφυγή κάθε ρίσκου, ώστε τα άτομα, οι οικογένειες, οι απόγονοί τους να απολαύσουν την ατομική τους ευτυχία, κατά το δυνατόν μόνοι τους, αφού ο περίγυρος βρίθει κινδύνων.

Αυτό το πρότυπο επιτυχίας είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνο για την κακοδαιμονία της χώρας, με τρεις τρόπους: Πρώτον γιατί οδηγεί στην χαλαρή αποθεματοποίηση και την αδράνεια των περιουσιακών στοιχείων, αφού οδηγός είναι η μέγιστη ασφάλεια, με αποτέλεσμα διαφυγόντα δυνητικά μελλοντικά κέρδη που θα μπορούσαν να προκύψουν από μία, με ρίσκο, μόχλευση. Δεύτερον γιατί η ενδογενής αυτή οπορτουνιστική νοοτροπία του πληθυσμού έκανε κακή χρήση των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας μετά την είσοδο στην ΕΕ και στο Ευρώ και εξέτρεψε τους πακτωλούς της κοινοτικής βοήθειας και των φτηνών δανείων στην υπερκατανάλωση και τον αποθησαυρισμό. Και τρίτον γιατί έβγαλε εκτός (οικονομικής) μάχης μία ολόκληρη γενιά, η οποία οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι αφού η προηγούμενη αποθησαύρισε, εκείνη μπορεί να απολαύσει.

Η γενίκευση αυτή, ασφαλώς και έχει πολλές εξαιρέσεις.

Το πρότυπο επιτυχίας διαμορφώνει προφανώς μία νοοτροπία που πάει παλιά στον χρόνο και έχει μεγάλη σχέση με την ιστορία, τα βιώματα, την εκπαίδευση, ίσως ακόμα ακόμα και με τα γονίδια. Η νοοτροπία είναι σε μεγάλο βαθμό η αιτία πάνω στην οποία θεμελιώθηκαν οι θεσμοί, που με την σειρά τους ισχυροποιούν την νοοτροπία. Ισχυρή, αμφίδρομη, συμμετοχή έχει και η συμπεριφορά και ανάμειξη του κράτους στην οικονομική δραστηριότητα, την οποία επηρεάζει με όλους του δυνατούς τρόπους (φορολογία, νομοθεσία κλπ) δυσανάλογα στην χώρα μας, σε σχέση με άλλες κοινωνίες.

Η κατανόηση των πλευρών της νοοτροπίας των ξεχωριστών κοινωνικών στρωμάτων, αλλά και του συνόλου του πληθυσμού, είναι ένα ζήτημα. Όσοι μπορούν να το κάνουν, με στοιχεία ρεαλισμού, θα καταλάβουν ότι ενδεχόμενη αλλαγή των κανόνων συμπεριφοράς και σκέψης μεγάλων ομάδων δεν μπορεί να γίνει εύκολα, και κυρίως δεν μπορεί να γίνει κατ΄εντολήν.

Έτσι η σχετική αποτυχία των μεταρρυθμιστικών κινημάτων, στην χώρα μας και αλλού, προκύπτει σαν αποτέλεσμα της πίστης ότι μπορεί να επιβληθούν αλλαγές ανεξάρτητα από τους εγκατεστημένους μακρόχρονα στα μυαλά των ανθρώπων κανόνων συμπεριφοράς και σκέψης. Μόνο και μόνο γιατί λειτούργησαν, ίσως, αλλού. Και μόνο σαν αποτέλεσμα διδαχής και προπαγάνδας. Η απάντηση δίδεται, φυσικά από την πραγματικότητα.

Η προσοδοθηρική νοοτροπία μας και το πρότυπο επιτυχίας που κτίστηκε πάνω σε αυτήν λειτούργησε καλά, πρέπει να παραδεχτούμε. Κατάφερε να μεταμορφώσει μία φτωχή αγροτική οικονομία, όπως ήταν η Ελλάδα τον 19ο αιώνα, σε μία πολύ πλούσια χώρα, στις 30 πιο πλούσιες χώρες του πλανήτη. Η πρόσφατη επιτυχία είναι μία καλή άμυνα για αυτήν. Οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής της, επιβεβλημένη αφού δεν υπάρχουν πια διαθέσιμα καύσιμα για να τροφοδοτηθεί, θα είναι μακρόχρονη και θα συναντήσει ισχυρές αντιστάσεις.

Ένα από τα όπλα για την αλλαγή της είναι η διαμόρφωση νέων προτύπων επιτυχίας, προσωπικής και συλλογικής, που να βρίσκονται στον αντίποδα του προηγούμενου μοντέλου. Που να βασίζονται στο ρίσκο, στην μόχλευση των διαθέσιμων πόρων, στην απελευθέρωση της προσπάθειας, στον ανταγωνισμό και την αριστεία.

Θα περιμένουμε λίγο καιρό μέχρι να δούμε επαρκείς πολιτικές δυνάμεις να προτάσσουν μία πολιτική που να δημιουργεί ένα θεσμικό περιβάλλον κατάλληλο και βοηθητικό σε αυτήν την κατεύθυνση…

Πηγή:www.capital.gr