Δεν υπάρχει τίποτα πιο αποτελεσματικό για να συγκεντρώσεις τη σκέψη σου από την επίγνωση ότι το πρωί σε οδηγούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, έγραφε πρόσφατα αρθογράφος των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» για τις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας. Κι είναι φανερό πως η προοπτική να διακοπεί η χρηματοδότηση από τον κ. Ντράγκι και να κλείσουν οι τράπεζες πανικόβαλε τον κ. Τσίπρα και υποχρέωσε την κυβέρνηση να σταματήσει την κωλυσιεργία και να προτείνει ένα εξαιρετικά επώδυνο και υφεσιακό πακέτο μέτρων το οποίο ελπίζουμε ότι θα αποτελέσει τη βάση μιας συμφωνίας. Τα δύσκολα τώρα αρχίζουν.
Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει η κυβέρνηση είναι αν η καθυστέρηση άξιζε τον κόπο. Αν χρειαζόταν να περάσουν πέντε μήνες αβεβαιότητας, να μπει η οικονομία σε ύφεση, να αυξηθεί και πάλι η ανεργία, να εξαντληθούν τα δημόσια οικονομικά μόνο και μόνο για να αποδεχθούμε τελικά ακόμα πιο σκληρά μέτρα από το μέιλ Χαρδούβελη. Πόσο πιο σκληρά; Οσο η διαφορά στα προσδοκώμενα έσοδα. Τότε αναζητούσαμε κοντά στα δύο δισεκατομμύρια. Σήμερα είμαστε στα πέντε δισεκατομμύρια τον χρόνο.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι πέτυχε ένα πιο δίκαιο μείγμα μέτρων. Αλλά βέβαια για τον μισθωτό ή τον συνταξιούχο έχει μικρή διαφορά αν θα μειωθούν οι ονομαστικές του αμοιβές ή αν με τις αυξήσεις στον ΦΠΑ θα ανεβεί το κόστος ζωής και θα μειωθεί η αγοραστική του δύναμη. Αλλωστε από την πρώτη φορά που πήγε στις Βρυξέλλες ο κ. Τσίπρας διευκρινίστηκε ότι στο πλαίσιο της «ευελιξίας» οι εταίροι ήταν διατεθειμένοι να συζητήσουν τα ισοδύναμα που θα πρότεινε η κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, αν είχαμε κάνει σοβαρές προτάσεις από την αρχή, θα είχαμε πετύχει μια πολύ καλύτερη συμφωνία χωρίς να τραυματιστούν η αξιοπιστία και οι σχέσεις της χώρας με την Ενωση.
Αυτά όμως αφορούν το παρελθόν. Το επιπλέον κόστος ας το δούμε σαν τα δίδακτρα που καταβάλαμε για φροντιστήριο στον κ. Τσίπρα. Ή το επιτίμιο για τις ψευδαισθήσεις: τις καλλιέργησαν αυτοί, το πληρώνουμε όλοι. Το κρίσιμο ζήτημα ωστόσο είναι τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Αν θα περάσει η συμφωνία ή αν θα υπάρξει ζήτημα δεδηλωμένης και πάμε σε εκλογές. Και βέβαια, ακόμα και αν περάσει, αν θα υλοποιηθεί ή θα αποτελέσει ένα σύντομο διάλειμμα πριν επιστρέψουμε στην αβεβαιότητα και τις συγκρούσεις.
Ολοι κατανοούμε ότι περιθώρια για ένα ακόμα τέτοιο πεντάμηνο δεν υπάρχουν. Η οικονομία χρειάζεται σταθερότητα για να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Είναι η μόνη γιατρειά για τα προβλήματα της χώρας. Το ερώτημα είναι αν το καταλαβαίνουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που γαλουχήθηκαν με τη ρητορεία του ψέματος. Η «Αριστερά του τίποτα», του κ. Πανούση, πρέπει να υποστεί τη «βίαιη ωρίμανση» που ονειρεύτηκε ο κ. Δραγασάκης. Αλλιώς να φύγει.