Πέντε χρόνια μετά το δημοψήφισμα, αναρωτιέμαι τι να σκέφτονται εκείνοι οι φίλοι που ταυτίστηκαν τότε με τα σχέδια του Αλέξη Τσίπρα και αισθάνονταν ότι συμμετέχουν σε μια μάχη δικαίου και αξιοπρέπειας, ότι παίρνουν μέρος στη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής ανατροπής, ότι ήρθε η στιγμή τα ιδανικά και οι αξίες τους να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Οι φίλοι αυτοί τότε θεωρούσαν ότι ήταν παρόντες στο ραντεβού με την ιστορία. Εσωτερίκευσαν το μίσος που εξέπεμπε η ομάδα Τσίπρα και απομακρύνθηκαν από προσωπικές σχέσεις με ανθρώπους που βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο.
Αναρωτιέμαι τι θα έκαναν αυτοί οι φίλοι και γενικότερα οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ αν μια άλλη κυβέρνηση (Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά) αντέστρεφε το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος. Αν έπαιρνε το ΟΧΙ, που συγκέντρωσε μια τόσο μεγάλη πλειοψηφία, και το έκανε ΝΑΙ. Το σύνθημα «Η χούντα δεν τελείωσε το 73», το οποίο χρησιμοποιήθηκε σε καταστάσεις απόλυτου σεβασμού της συνταγματικής τάξης και των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, θα ήταν το ηπιότερο από όσα θα ακούγονταν.
Αν κάποια άλλη κυβέρνηση αντέστρεφε το αποτέλεσμα ενός τόσο κρίσιμου δημοψηφίσματος, η Ελλάδα θα βρισκόταν στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου. Η αστυνομία θα ήταν αδύνατο να ελέγξει τα επεισόδια. Ο Δεκέμβριος του 2008 θα έμοιαζε με σχολική εκδρομή μπροστά σε όσα θα ακολουθούσαν.
Κι όμως δεν έγινε τίποτε. Οι μαχητές του αντιμνημονιακού αγώνα ακολούθησαν την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στην κολοτούμπα και έγιναν μνημονιακοί μέσα σε μία νύχτα. Λες και δεν είχαν ψηφίσει πριν λίγες μέρες ΟΧΙ, αλλά είχαν δώσει στον Τσίπρα ένα γενικό πληρεξούσιο να κάνει ό,τι θέλει.
Το δημοψήφισμα, ανεξάρτητα από τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε, συνέβαλε στο να γίνει πιο βαθύς ο διχασμός των Ελλήνων. «Το “ΟΧΙ” θέλει Έλληνες/ το “ΝΑΙ” θέλει προδότες/ καιρός να ξεχωρίζουνε/ τ αγρίμμια απ τις κότες» έλεγε η μαντινάδα του Παύλου Πολάκη. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος γύρισε ανάποδα, αλλά ο διαχωρισμός ανάμεσα σε «πατριώτες» και σε «μερκελιστές» παρέμεινε ζωντανός, γιατί ήταν αποδοτικός.
Ενδεικτικές για την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί είναι οι πειθαρχικές διώξεις εναντίον δημοσιογράφων που υποστήριξαν το ΝΑΙ από το συνδικαλιστικό τους όργανο την ΕΣΗΕΑ. Οι δημοσιογράφοι που υποστήριξαν το ΟΧΙ είχαν κάθε δικαίωμα να το κάνουν, ενώ οι δημοσιογράφοι που υποστήριζαν το ΝΑΙ έπρεπε να απολογηθούν για τη στάση τους.
Λίγες μέρες μετά το δημοψήφισμα τα μέσα ενημέρωσης που υποστήριζαν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ χρησιμοποιούσαν τα επιχειρήματα του ΝΑΙ για να δικαιολογήσουν την κολοτούμπα: Θα μας έδιωχναν από το ευρώ, δεν θα άνοιγαν οι τράπεζες, θα ερχόταν φτώχεια και εξαθλίωση. Τα επιχειρήματα άλλαξαν, ακολουθώντας την αντιστροφή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, αλλά οι δημοσιογράφοι που τα έλεγαν εγκαίρως παρέμειναν υπόλογοι.
Η ενοχοποίηση των διαφωνούντων και η ηθική τους εξόντωση είναι μια πολύ γνωστή κομμουνιστική τακτική. Για τους κομμουνιστές, ο Τύπος είναι ελεύθερος να συμφωνεί μαζί τους.
Ξαναγυρίζω στους φίλους και αναρωτιέμαι τι να σκέφτονται σήμερα για τις μέρες εκείνες του 2015, ενώ αποκαλύπτονται τόσα για μαγαζιά και παραμάγαζα γύρω από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Να συνειδητοποιούν ότι τόσο μίσος και τόσος διχασμός καλλιεργήθηκε για να κάνουν κάποιοι τις δουλειές τους; Να αισθάνονται άραγε ότι και οι ίδιοι ήταν τα εύπιστα θύματα μιας ανήθικης εξουσιομανούς ομάδας;