Τα αδιέξοδα και οι… οχτροί

Μιχάλης Κυριακίδης 14 Φεβ 2016

Μετά από ένα χρόνο διακυβέρνησης από τη συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, ο πρωθυπουργός  και η κυβέρνησή του οδήγησαν για δεύτερη φορά μέσα σε ένα χρόνο τη χώρα σε αδιέξοδο.
Η πρώτη ήταν η περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου διακυβέρνησης, όπου μετά από την λεγόμενη «σκληρή διαπραγμάτευση», η χώρα έφτασε κοντά στην έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ, μπήκε στο καθεστώς των capital controls και δέχθηκε τεράστιο πλήγμα, η ήδη πληγωμένη οικονομία της. Τελικά  ο κ. Τσίπρας παραδόθηκε χωρίς όρους στους «κακούς εξωτερικούς εχθρούς» και υπέγραψε το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο, το οποίο – όπως ο ίδιος λέει- δεν το πιστεύει, αλλά θα το εφαρμόσει- όπως, επίσης, ο ίδιος λέει- μέχρι κεραίας.

Σήμερα, βρίσκεται αυτός- και η χώρα- ενώπιον του δεύτερου αδιεξόδου, με ανοιχτά πολλά προβλήματα.

Το Ασφαλιστικό. Η πρόταση που ετοίμασε ο υπουργός του κ. Κατρούγκαλος, με μεγάλη προχειρότητα, πολλές ιδεοληψίες και κρυμμένα ψέματα, προκάλεσε την οργή όλης της κοινωνίας, αλλά και προβληματισμούς σε πολλούς βουλευτές του. Μια κατάσταση που φαίνεται πως δεν μπορεί να ελέγξει. Μια πρόταση που όσοι γνωρίζουν, λένε πως δεν πρόκειται να οδηγήσει σε λύση, αλλά στην καλύτερη περίπτωση να αναβάλει το πρόβλημα για 1-2 χρόνια, επιδεινώνοντάς το ακόμη περισσότερο

Το προσφυγικό, λόγω των κακών χειρισμών- παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του αρμόδιου υπουργού- οδηγείται επίσης σε αδιέξοδο και οι προειδοποιήσεις των εταίρων μας της ΕΕ, μετατρέπονται πλέον σε απειλές για απομόνωση της χώρας, με τεράστιο πολιτικό, αλλά και οικονομικό κόστος, όπως επισημαίνει και ο διοικητικής της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά αντιλαμβάνεται και κάθε κοινούς νους. Μάλιστα στελέχη της κυβέρνησης μας προετοιμάζουν για αυτή την δυσάρεστη εξέλιξη.

Ανοιχτό παραμένει και το θέμα της αξιολόγησης, ιδιαίτερα κρίσιμο για το μέλλον της χώρας. Ο χρόνος τρέχει εναντίον μας και οι δανειστές εμφανίζονται να μην βιάζονται Δεν είναι τυχαίο γιατί εξακολουθεί να παραμένει ανοιχτό το θέμα της αξιολόγησης. Η ανικανότητα, η ατολμία, η αδυναμία να δουν τα στελέχη της κυβέρνησης την πραγματικότητα όπως είναι και όχι  μέσα από τον παραμορφωτικό φακό των ιδεοληψιών, οδήγησαν σε αδιέξοδο.
Καθώς η χώρα βρίσκεται σε αυτήν την πολύ δύσκολη κατάσταση, περιμέναμε από τον πρωθυπουργό να πάρει πρωτοβουλίες που θα οδηγούσαν σε κάποια διέξοδο.

Δεν συνέβη, όμως αυτό. Ο Αλέξης Τσίπρας κατέφυγε στην παλιά γνωστή του μέθοδο. Την κατασκευή «βαρβάρων».  Σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού μίλησε για τους «εχθρούς» που αυτή τη φορά είναι τα ιδιωτικά κανάλια. «Τα κανάλια της διαπλοκής», τα οποία – σύμφωνα με τον πρωθυπουργό- έχουν την προστασία σύσσωμης της αντιπολίτευσης.

Έτσι, «βρέθηκαν οι οχτροί που δεν αφήνουν την αριστερή κυβέρνηση να ολοκληρώσει το έργο της».

Πίσω από τον πόλεμο με τους «εχθρούς της Αριστεράς», πίσω από τον «πόλεμο κατά της διαπλοκής», κρύβεται η αντιπάθεια των κυβερνώντων εναντίον βασικών θεσμών της δημοκρατίας. Η αντιπάθεια κατά των ανεξάρτητων αρχών, όπως το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, το οποίο- σύμφωνα με ρητή διάταξη του Συντάγματος- έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να χορηγεί τις άδειες για τα κανάλια της τηλεόρασης.

Η κυβέρνηση της οποίας ηγείται ο Αλέξης Τσίπρας, φρόντισε να  αποψιλώσει το ΕΣΡ από τις βασικές του αρμοδιότητες και να τις μεταφέρει σε έναν υπουργό, ο οποίος θα εκχωρεί – έστω και με απλή πλειοψηφία της Βουλής- τις άδειες σε όποιον αυτός κρίνει με την συνδρομή της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Μια αντίληψη ολοκληρωτική, που δίνει τη δυνατότητα σε έναν υπουργό να μοιράζει κατά το δοκούν την τράπουλα. Να εκβιάζει τους υποψήφιους ιδιοκτήτες καναλιών και να «παζαρεύει» μαζί τους τις άδειες με «στημένους» διαγωνισμούς . Επιπλέον, περιορίζοντας τον αριθμό των τηλεοπτικών καναλιών σε τέσσερα, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια εκατοντάδες εργαζόμενους στην ανεργία σε έναν κλάδο που ήδη μαστίζεται από την ανεργία.

Πίσω από τον ισχυρισμό του πολέμου κατά της διαπλοκής, η κυβέρνηση Τσίπρα επιχειρεί  να χτίσει ένα νέο σύστημα διαπλοκής, ελεγχόμενο από  την ίδια.

Οι κατασκευασμένοι «εχθροί» και οι  «διαπλοκές» δεν λύνουν τα προβλήματα. Απλώς επιχειρούν να ρίξουν στάχτη στα μάτια του λαού.