Τα φώτα έσβησαν στο TAE KWO NTO, οι σύνεδροι - εκλεγμένοι και μη - επέστρεψαν στη βάση τους, τα μίντια έκλεισαν με επιτυχία ένα τετραήμερο «συνεχών ανατροπών». Μένει να γίνει ο πολιτικός απολογισμός ενός συνεδρίου με πολλούς «νικητές» και μόνο έναν κατά γενική ομολογία ηττημένο. Τον Αλέξη Τσίπρα. Ο πρώην - όσο κι αν δυσκολεύεται ο ίδιος να το χωνέψει - Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τίναξε τις διαδικασίες του συνεδρίου στον αέρα πριν καλά καλά αρχίσει και είδε στο τέλος την πρότασή του για νέα προσφυγή στη βάση να αποδοκιμάζεται ομόφωνα, κάτι που πριν μερικούς μήνες φάνταζε αδιανόητο.
Ωστόσο, η επομένη του συνεδρίου δεν βρίσκει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε καλύτερη κατάσταση από την προηγουμένη της διεξαγωγής του. Αντίθετα το βρίσκει ακόμα πιο διαιρεμένο και πληγωμένο. Η πρωτοφανής για ένα συνέδριο της Αριστεράς ατμόσφαιρα, οι απαράδεκτοι διάλογοι, οι τακτικισμοί, και η κωμικοτραγική κατάληξη επισφράγισαν το διαιωνιζόμενο αδιέξοδο ενός απολίτικου συνοθυλεύματος που δεν φαίνεται σε καμιά περίπτωση ικανό να ανασυγκροτηθεί για να ανταποκριθεί, έστω και στοιχειωδώς, στον θεσμικό του ρόλο. Η πρόκληση του Κασσελάκη «φέρτε μου αντίπαλο και πάμε» ακύρωσε εξ αρχής κάθε αισιόδοξη προοπτική διεξόδου από την κρίση.
Η πορεία της χώρας, που χάθηκε για μερικές μέρες από το οπτικό πεδίο της επικαιρότητας, θα συνεχιστεί ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα του συνεδρίου-παρωδία του ΣΥΡΙΖΑ. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει ανάγκη από μια κυβέρνηση που νομοθετεί και μια υπεύθυνη αντιπολίτευση που αντιπαραθέτει τις δικές της προτάσεις. Έχει ακόμη ανάγκη από συνθέσεις στα μεγάλα ζητήματα ώστε να εξασφαλίζεται, όπου αυτό είναι δυνατόν, η μέγιστη κοινωνική συναίνεση και αποδοχή χωρίς την οποία η υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων δεν μπορεί να προχωρήσει. Από την άποψη αυτή, το μοναδικό καθαρό μήνυμα που έστειλε το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση αδυνατεί να συμβάλλει στη χάραξη της πορείας της χώρας.