Συζητώντας για την ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς

Ζέφη Δημαδάμα 21 Ιουν 2012

Η Ευρώπη δεν είναι πια η Ευρώπη που γεννηθήκαμε και ζήσαμε. Οι νέες δραματικές ανατροπές που ζούμε στο επίπεδο διαβίωσης, απασχόλησης, εργασιακών σχέσεων και κοινωνικής συνοχής, ως απόρροια των πολιτικών του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης, απαιτούν σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, την ανασύνταξη των δυνάμεων της κεντροαριστεράς. Αυτό προϋποθέτει, αφενός συστηματική αυτοκριτική στις πολιτικές και πρακτικές που η ίδια η κεντροαριστερά άσκησε στο πρόσφατο παρελθόν, και αφετέρου επαναθεώρηση των στόχων και συγκρότηση ριζοσπαστικών πολιτικών που θα συνδέονται με τα νέα πολιτικά κινήματα και τις πρωτοβουλίες πολιτών, αξιοποιώντας τις επιτυχημένες πολιτικές και τα άφθαρτα πρόσωπα.

Η Ευρώπη, και κυρίως οι χώρες της νότιας Ευρώπης, κλονίζονται από τις επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης σε μια περίοδο όπου η σοσιαλδημοκρατία δεν έχει μέχρι σήμερα προσφέρει ένα εναλλακτικό μοντέλο διακυβέρνησης χρειάζεται επειγόντως επαναπροσδιορισμό.

Στόχος του κειμένου είναι η συμβολή στο διάλογο για την επανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα μέσα και από την οπτική της ισότητας των φύλων. Πιο συγκεκριμένα:

• Παρά τις συστηματικές θεσμικές παρεμβάσεις την τελευταία 20ετία για την ουσιαστική ισότητα των φύλων τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η σύγχρονη γυναίκα στην Ελλάδα εξακολουθούν να παραμένουν οξύτατα. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τη ραγδαία αύξηση της γυναικείας ανεργίας, τη μείωση των κοινωνικών παροχών για τη γυναίκα εργαζόμενη, την περικοπή επιδομάτων και τη δραστική μείωση των μισθών των γυναικών αλλά και του οικογενειακού εισοδήματος, καθώς και την απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων με την κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων και της μετενέργειας.

• Βασικός παράγοντας και γενεσιουργός αιτία της εν λόγω επιδείνωσης, είναι η δραματική οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα ως αποτέλεσμα της κρίσης χρέους, της κρίσης του τραπεζικού συστήματος και των υποεπενδύσεων. Τα παραπάνω έχουν οδηγήσει σε κοινωνικό αναβρασμό (διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, κοινωνικός αποκλεισμός και νέα φτώχεια, ανομία, αυτοδικία και ανεξέλεγκτη βία) ενώ πρόσφατα αναδείχθηκε η σοβαρή αδυναμία του πολιτικού συστήματος να τα αντιμετωπίσει (πολιτική αποσταθεροποίηση, έλλειμμα πολιτικής νομιμοποίησης, έλλειμμα δημοκρατίας και άνοδος εθνικισμού, αυταρχισμού και βίας). Η κρίση αυτή αγγίζει ιδιαίτερα έντονα τη γυναίκα, τη μητέρα, την εργαζόμενη, την υποαπασχολούμενη, την υπό «ενοικίαση εργαζόμενη», την άνεργη, την νοικοκυρά, ειδικότερα δε των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων.

• Η πολυδιάστατη τρέχουσα κρίση ωστόσο, δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στα γενικά αίτια της δομικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και στην «άρχουσα τάξη των μονοπωλίων» της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως για παράδειγμα ισχυρίζεται η δογματική αριστερά, αλλά πρωτίστως, στην κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης που υιοθετήθηκε σε όλη την Ευρώπη. Η επικράτηση, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, των συντηρητικών πολιτικών λιτότητας, σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας και απορύθμισης των εργασιακών σχέσεων, χωρίς παράλληλη άσκηση αναπτυξιακών πολιτικών και πολιτικών προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων οδήγησε στα παραπάνω προβλήματα και δείχνει την αδυναμία πειστικής εναλλακτικής πρότασης της κεντροαριστεράς.

• Ειδικότερα στην Ελλάδα, τις εν λόγω πολιτικές υλοποίησε τα τελευταία 2,5 χρόνια το ΠΑΣΟΚ, η βασική δημοκρατική παράταξη της κεντροαριστεράς, παρεκκλίνοντας των προγραμματικών και προεκλογικών του εξαγγελιών. Αυτό έγινε υπό την πίεση, αφενός της δραματικής κατάστασης του δημοσιονομικού εκτροχιασμού (έλλειμμα 15,8%) που του κληροδότησε η άφρων πενταετής διακυβέρνηση της ΝΔ και αφετέρου της διεθνούς συγκυρίας με την αποδοχή, σε συνθήκες ασθενούς ή και λανθασμένης διαπραγμάτευσης, των όρων που επέβαλε η Τρόικα (Μνημόνιο 1,2) και η νεοφιλελεύθερη πολιτική της Γερμανικής κυβέρνησης της Μέρκελ.

• Ανεξαρτήτως αν η διαπραγμάτευση μπορούσε να είχε γίνει με καλύτερους όρους για τη χώρα -κάποτε θα πρέπει να γίνει ένας συστηματικός κριτικός απολογισμός της διετίας και των πολιτικών ευθυνών της κυρίαρχης ομάδος εξουσίας-, είναι γεγονός ότι σήμερα βιώνουμε καθημερινά, και πολλές φορές έντονα, τις αρνητικές συνέπειες της πολιτικής που ασκήθηκε. Από πολιτικής σκοπιάς ωστόσο, μια σημαντική αρνητική επίπτωση είναι η συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ και η από-νομιμοποίηση των πολιτικών που αυτό εφάρμοσε στη συνείδηση των πολιτών, γεγονός που θέτει επιτακτικά το ζήτημα του επαναπροσδιορισμού του ρόλου της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα και γενικότερα του ρόλου των σοσιαλιστικών κομμάτων στη Ευρώπη.

• Δυστυχώς έως σήμερα, τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά κόμματα είτε όντας στην κυβέρνηση (για παράδειγμα οι Ισπανοί Σοσιαλιστές, το ΠΑΣΟΚ), είτε στην αντιπολίτευση, δεν ανέπτυξαν ένα σοβαρό, αξιόπιστο και ρεαλιστικό πρόγραμμα, ως εναλλακτική πρόταση στο συντηρητικό νεοφιλελεύθερο κίνημα που κυριάρχησε σε όλη την Ευρώπη. Στην πραγματικότητα «σύρθηκαν» πίσω από τις ίδιες συντηρητικές πολιτικές, ψελλίζοντας γενικά «ευχολόγια για ανάπτυξη» ιδιαίτερα την τελευταία κρίσιμη περίοδο μετά την διεθνή οικονομική κρίση του 2007.

• Πιο συγκεκριμένα, την περίοδο της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ 2009-2011, δεν υπήρχε ένα Εθνικό Σχέδιο που θα υπερέβαινε τις δράσεις που καθόριζαν τα Μνημόνια, ( τα οποία περιορίζονταν σε δράσεις μόνο για την υπέρβαση της Δημοσιονομικής κρίσης), και το οποίο θα έθετε ρεαλιστικούς στόχους, μεταξύ άλλων, για την ανάπτυξη της χώρας, τη διατήρηση του παραγωγικού ιστού, -που αποδομήθηκε-, και της κοινωνικής συνοχής που διερράγη αλλά και τη διατήρηση του κανονιστικού ευρωπαϊκού πλαισίου για τις εργασιακές σχέσεις που απορυθμίστηκαν. Ακόμη και οι απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές που προβλέπονταν και ήταν πράγματι αναγκαίες για τη χώρα (π.χ. εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα, έλεγχος της φοροδιαφυγής, έλεγχος της παραοικονομίας, απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και των ειδικών προνομίων), δεν προωθήθηκαν τόσο λόγω των αντιδράσεων όσο και από ανικανότητα και έλλειψη πολιτικής βούλησης.

• Ειδικότερα, στον τομέα της ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ παρά τις όσες καλές προσπάθειες και θεσμικές δομές που προωθήθηκαν (για παράδειγμα τα Κέντρα υποστήριξης, οι περιφερειακές και αποκεντρωμένες δομές, τα προγράμματα ευαισθητοποίησης και κατάρτισης γυναικών κλπ.), εντοπίζονται σημαντικά νέα προβλήματα, ειδικά στον τομέα της απασχόλησης και των εργασιακών σχέσεων, που προέρχονται από τις αρνητικές επιπτώσεις της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης.

• Ωστόσο, αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο τη χώρα μας, αλλά συναντώνται, σε διαφορετική κλίμακα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ειδικά του Νότου. Αξίζει σε αυτό το σημείο να επισημανθεί ,ότι παρόλο που το 52% του πληθυσμού της Ευρώπης είναι γυναίκες, η εκπροσώπησή τους στις εθνικές κυβερνήσεις αγγίζει μόλις το 23% ενώ σημαντικότατο ποσοστό της τάξης του 21% είναι στο όριο της φτώχειας, τη στιγμή που το 59% των γυναικών της Ευρώπης είναι απόφοιτοι ανώτερης εκπαίδευσης αλλά άνεργες στην πλειονότητά τους καθώς έρχονται καθημερινά αντιμέτωπες με τη διάκριση των φύλων στον εργασιακό τομέα. Ακόμη, μεγάλο ποσοστό των γυναικών είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας και σεξουαλικής κακοποίησης, ωστόσο, υπό το φόβο αντιποίνων και κοινωνικού στιγματισμού, μόλις το 1% εξ αυτών θα απευθυνθεί στις αστυνομικές αρχές. Τα στατιστικά στοιχεία είναι ενδεικτικά της άνισης μεταχείρισης των γυναικών σε όλους τους τομείς της σύγχρονης κοινωνίας, οικογένεια, εργασία, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον.

• Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ευρωπαίες Σοσιαλίστριες (PES Women) θέτουν τα ακόλουθα σημεία προτεραιότητας για την περίοδο 2009-2014, με στόχο την κοινή δράση για την ενδυνάμωση του ρόλου των γυναικών στην Ευρώπη. Πιο συγκεκριμένα: α) Καλύτερες θέσεις εργασίας και οικονομική ανεξαρτησία β) Ισορροπία μεταξύ του οικογενειακού και του εργασιακού περιβάλλοντος για τις γυναίκες και τους άντρες γ) Ίση εκπροσώπηση σε όλους τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων δ) Αγώνας κατά της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης γυναικών και παιδιών

Τα παραπάνω, με τις ανάλογες εξειδικεύσεις για τη χώρα μας και σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα των πρόσφατων εθνικών εκλογών εκτιμώ ότι θα πρέπει να αποτελέσουν τα βασικά σημεία στο διάλογο για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα της ισότητας των φύλων.

Η συζήτηση απαιτείται να ξεκινήσει άμεσα σε όλους τους πολιτικούς χώρους που θεωρούν ότι εκφράζουν αυτό το χώρο, όπως το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ, οι οικολόγοι πράσινοι, ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς επίσης και άλλες κινήσεις πολιτών και ΜΚΟ. Δεδομένου της πολιτικής κρίσης και από-νομιμοποίησης των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η απαγκίστρωση από πολιτικές και πρόσωπα που στιγματίστηκαν από τον κυβερνητισμό, τις πελατειακές σχέσεις με τις συντεχνίες, την αυθαιρεσία, τον παρασιτισμό και την αλαζονεία.

Η απαίτηση των πολιτών για διαφάνεια, καταπολέμηση της διαφθοράς, αναδρομικό έλεγχο και πόθεν έσχες όλων των βουλευτών, υπουργών και πρωθυπουργών, διοικητών, αιρετών της Αυτοδιοίκησης, και των ίδιων των κομμάτων από το 1974, από ανεξάρτητες αρχές, θεωρώ ότι θα πρέπει να ισχύσει για όλους, δηλαδή για όλα τα πολιτικά στελέχη που ενδιαφέρονται σήμερα να μετέχουν στη συγκρότηση της νέας κεντροαριστεράς στην Ελλάδα. Αυτό είναι προυπόθεση για ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο δεν θα είναι πλέον υπονομευμένο και θα εγγυάται ένα αξιόπιστο και ηθικό πρότυπο της νέας διακυβέρνησης.

•  Η Ζέφη Δημαδάμα είναι Δρ Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης, Γενική Γραμματέας Πολιτικού Συνδέσμου Γυναικών