Πολύς λόγος γίνεται για τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, σε μία πορεία αντίστοιχη με αυτήν του ΠΑΣΟΚ του ’81. Πρόκειται για μία ευλογοφανή στρατηγική καθώς θεωρητικά προσφέρει τη δυνατότητα στο κυβερνών κόμμα να αναπληρώσει τις ενδεχόμενες εκλογικές απώλειες του έπειτα από τη ριζική αλλαγή πλεύσης του. Άλλωστε, είναι σύνηθες φαινόμενο ακόμη και τα πλέον ριζοσπαστικά πολιτικά κόμματα να συναντούν τον πραγματισμό όταν έρθουν αντιμέτωπα με τις αναγκαιότητες της διακυβέρνησης.
Είναι όμως εφικτή μία τέτοια εξέλιξη; Θεωρούμε πως όχι, κύρια για τους παρακάτω τρεις λόγους:
Πρώτον, οι θιασώτες αυτής της πολιτικής γραμμής φαίνεται να ξεχνούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απέχει έτη φωτός από τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική πρόταση. Δεν επιδιώκει να προωθήσει πολιτικές προσαρμογής στις οικονομικές αλλαγές αλλά αντίθετα επιθυμεί να τις ελέγξει, αλλάζοντας τη (σοσιαλδημοκρατική) Ευρώπη, όπως αυτάρεσκα και με περισσή αμετροέπεια προβάλλουν. Όπως ορθά επισημαίνει η Σέρι Μπέρμαν στο βιβλίο της Το Πρωτείο της Πολιτικής- η σοσιαλδημοκρατία και η Ευρώπη του 20ου αιώνα (Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2014), «τα νέα αριστερά κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ασκούν μεν εντονότατη κριτική στον καπιταλισμό, στην παραδοσιακή αριστερά και στον τρόπο λειτουργίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος, αλλά δεν αντιλαμβάνονται καθόλου ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να αποκατασταθεί πραγματικά η εύρυθμη λειτουργία της ή του καπιταλισμού, στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη».
Δεύτερον, τα πολιτικά κόμματα είναι δέσμια των μηχανισμών και των κομματικών ακροατηρίων τους. Η πρόσφατη εμπειρία είναι εξόχως διδακτική. Έχοντας εκλεγεί τον Σεπτέμβριο του 2015 υποσχόμενη μία καλύτερη διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους, η κυβέρνηση σύντομα βρέθηκε να επεξεργάζεται σχέδια επιστροφής στη δραχμή και να τα καταμετρά τα αποθέματα της χώρας, αιχμάλωτη των νέο-κομμουνιστικών και των πλέον ανορθολογικών στηριγμάτων της, τα οποία συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να αφθονούν στους κόλπους της.
Τρίτον, τα πρόσωπα που καλούνται να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν τις πολιτικές είναι εξίσου σημαντικά με αυτές. Και οι πολιτικές ιδέες αποτελούν σχηματοποιημένες αντιλήψεις για την πραγματικότητα που δεν αλλάζουν εύκολα. Πραγματικά αδυνατούμε να αντιληφθούμε τον τρόπο με τον οποίο οι θαυμαστές λατινοαμερικανικών αυταρχικών δημοκρατιών θα μετατραπούν αυτοστιγμεί σε συνεπείς σοσιαλδημοκράτες που συμφιλιώνουν τον καπιταλισμό με τη δημοκρατία και πώς οι σημερινοί επιθετικοί εθνολαϊκιστές θα εμφανιστούν ως συνεπείς ευρωπαϊστές.
Με τους πολιτικούς σχηματισμούς που κινούνται στον μεταβαλλόμενο χώρο ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ να παραμένουν εκλογικά καθηλωμένα υπό το βάρος των ανώφελων προσωποκεντρικών τακτικισμών τους, μία μεσοπρόθεσμη κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της κεντροαριστεράς δεν μοιάζει διόλου απίθανη. Δεν θα είναι όμως μία σοσιαλδημοκρατική κυριαρχία, αλλά μία κυριαρχία οπορτουνιστική και απολιτική. Δεν θα ενισχύσει τη ζητούμενη μετάβαση σε μία δυναμική οικονομία της αγοράς με κοινωνικά δίκαιο τρόπο. Αντίθετα θα στρέψει το πολιτικό εκκρεμές στην κατεύθυνση της παθητικής διαχείρισης και της στασιμότητας.
Συνοψίζοντας, η σοσιαλδημοκρατική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προϋποθέτει νέες ιδέες, νέα πρόσωπα και χρόνο προσαρμογής, στοιχεία που δυστυχώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει.