Η συντριβή της Δημοκρατικής Αριστεράς, δεν είναι αποτέλεσμα συγκυρίας. Δεν οφείλεται αποκλειστικά, στην αλλοπρόσαλλη πολιτική συμπεριφορά του Φώτη Κουβέλη και των στελεχών που τον ακολούθησαν, ούτε βέβαια, στην σκληρή κριτική, εύλογη σε ορισμένες περιπτώσεις, άκαιρη σε άλλες, που ασκήθηκε από την κομματική μειοψηφία.
Η ΔΗΜΑΡ αντιμετωπίζει περισσότερο απ? όλα ένα υπαρξιακό κενό, γιατί απέτυχε να δικαιολογήσει και να δικαιώσει την ανάγκη καταγραφής της στον πολιτικό χάρτη της χώρας και της Αριστεράς ειδικότερα. Η ίδρυσή της, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα μικρό κόμμα, έδωσε μια ελπίδα και μια πνοή, άνοιξε μια χαραμάδα, ότι, επιτέλους μια πλευρά της Αριστεράς, φιλοδοξούσε να έχει προτάσεις για το πως θα πάμε παραπέρα από την πρωτόγνωρη κρίση.
Όταν η ΔΗΜΑΡ έγινε το τρίτο μέλος της Κυβέρνησης συνεργασίας, όλοι πίστεψαν πως η αυτοπροσδιοριζόμενη ως κυβερνώσα Αριστερά θα προωθούσε ένα ευδιάκριτο πολιτικό στίγμα, έξω από τον παλαιοκομματισμό των συγκυβερνούντων. Αντίθετα, το περίφημο 4-2-1 ενσωμάτωσε την ΔΗΜΑΡ στην τυπική νεοελληνική αντίληψη για την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας, αντίληψη που είναι μπουκωμένη και καθορισμένη από την πελατεία, τον χωρίς αρχές συμβιβασμό με συμφέροντα, την παραβίαση δημοκρατικών αρχών. Δόθηκαν ευκαιρίες για μια σοβαρή και ουσιαστική διαφοροποίηση, αλλά καμιά δεν υλοποιήθηκε. Έτσι όταν έφθασε η κρίση της ΕΡΤ, η ΔΗΜΑΡ ήταν ήδη ένα χρησιμοποιημένο χαρτομάντιλο που Σαμαράς και Βενιζέλος με τον χαρακτηριστικό πολιτικό τους κυνισμό, πέταξαν.
Από κει και πέρα όλη η αγωνία ήταν να περιχαρακωθεί το κομματικό οικόπεδο. Ο Φώτης Κουβέλης στο πρόσφατο συνέδριο, επέλεξε μια ηγετική ομάδα, χωρίς φαντασία και πολιτικά αντανακλαστικά, που θεωρούσε ότι όλοι συνωμοτούσαν για να χάσει το κόμμα την δήθεν ηγεμονία του, στον χώρο του «Δημοκρατικού Σοσιαλισμού». Κι αρχίζουν εδώ οι αντιφάσεις. Όχι στο ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, ναι στον … Καστανίδη. Όχι στους 58, ναι στην Κοππά. Τα παραδείγματα είναι πολλά.
Μπορεί η ΔΗΜΑΡ μετά από αυτά, να νεκραναστηθεί; Ή στους οπαδούς και τα μέλη της υπάρχουν πια δύο επιλογές. Η μία είναι να πάνε προς ΣΥΡΙΖΑ μεριά, με την επιθυμία να βάλουν λίγο φρένο στον αχαλίνωτο λαϊκισμό και την αμετροέπεια του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ποιός θα τους ακούσει, ποιός θα τους δώσει σημασία, τι έχουν να πουν και πως θα συμβάλουν μες στον κυκεώνα του ΣΥΡΙΖΑ είναι κεντρικά ερωτήματα. Είναι όμως μια επιλογή απόλυτα σεβαστή και θαρραλέα, που ακυρώνει, όμως την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από τον μητρικό της φορέα και επιβάλει το ερώτημα αν ήταν πράγματι χρήσιμη εκείνη η διάσπαση. Η άλλη επιλογή είναι να ανοίξει μια ζύμωση με τον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας, όπως έχει διανεμηθεί σε διάφορες εκδοχές. Σ? αυτήν την περίπτωση πρέπει να ξεπεραστεί γρήγορα και αποφασιστικά η ιδιότυπη προκατάληψη που έχει συνολικά η Αριστερά απέναντι στους πολιτικούς απογόνους του Ανδρέα Παπανδρέου. Το κυριότερο είναι να διαμορφώσει τις τωρινές επιλογές της Σοσιαλδημοκρατίας, που θα υπερβαίνουν και την κομμουνιστογενή προκατάληψη και την «Μπλερική» αγκύλωση.
Νομίζω πάντως ότι η πολιτική κουλτούρα της ΔΗΜΑΡ είναι ένας απροσδιόριστος πολτός αρχηγικού και προσωποπαγούς κόμματος, ηθικολογικού αριστερού λόγου και ετεροκαθορισμένης, ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικής προοπτικής. Μια τέτοια πολιτική συμπεριφορά δεν έχει μεγάλα περιθώρια να επιβάλει τον διακριτό και αυτόνομο ρόλο του.
Ο κομματικός σοβινισμός που, εύλογα θα αναπτυχθεί αυτές τις μέρες, ειδικά μετά την παραίτηση Κουβέλη, αν και θυμίζει, δεν έχει τον ηρωισμό του ΚΚΕ εσ., σε εκείνο το μακρινό ?81. Τότε λειτούργησε το εκβιαστικό δίλημμα του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά ένα μικρό, πεισμωμένο κόμμα κρατήθηκε ζωντανό, γιατί πίστευε στην χρησιμότητά του. Σήμερα η ΔΗΜΑΡ δεν έχει καταστραφεί περνώντας μέσα από συμπληγάδες. Βρίσκεται εκεί που βρίσκεται γιατί, αν και δόθηκαν μοναδικές ευκαιρίες να υλοποιήσει τα γενέθλια πολιτικά συστατικά της, παλινδρόμησε, αποδείχθηκε ανεπαρκέστατη και τώρα μοιάζει να μην έχει την αναγκαία αυτοπεποίθηση για να ανοίξει το κεφάλαιο, επόμενη μέρα. Ας ελπίσουμε όσοι τουλάχιστον συμμετείχαμε στην προσπάθεια, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, να βρεθεί το κουράγιο, αλλά κυρίως η γενναιότητα, να κάνουμε κάτι…