Ας ονομάσουμε την γλώσσα των τυποποιημένων ηλεκτρονικών και τηλεοπτικών μηνυμάτων «συντομόγλωσσα», για να την διακρίνουμε από τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας. Χαρακτηριστικό της συντομόγλωσσας είναι ότι περιορίζει τις εκφραστικές δόσεις της σε σύντομες ατάκες ή μηνύματα, με περιορισμένο αριθμό λέξεων και ψηφίων. Η συντομόγλωσσα διεισδύει στην καθημερινότητά μας με αύξουσα ταχύτητα και με δύο ταυτόχρονες τάσεις: Να υποκαθιστά συνεχώς και περισσότερο την ολοκληρωμένη γλώσσα στις επικοινωνίες μας και παράλληλα να γίνεται συνεχώς και περισσότερο «σύντομη/μικρή» ως προς το επιτρεπόμενο μέγεθος των μηνυμάτων της. Η εξέλιξη και εξάπλωση της συντομόγλωσσας, γίνεται άλλοτε υπαγορευόμενη από τα τεχνικά μέσα που την υποστηρίζουν και άλλοτε από την στρατηγική των ΜΜΕ, που υπακούει σε εμπορικές και πολιτικές σκοπιμότητες. Ο συνδυασμός και των δύο παραγόντων κάνουν την συντομόγλωσσα να διεκδικεί ήδη σημαντικότατο μέρος της επικοινωνιακής ροής. Η συντομόγλωσσα εξελίσσεται σε par excellence γλωσσικό ιδίωμα του πολιτικού λόγου. Αυτό συνιστά μεγάλο πρόβλημα. Ελπίζω να μπορέσω να το αποδείξω.
Η εξέλιξη της συντομόγλωσσας ακολούθησε την εξέλιξη του μεγέθους της οθόνης των ηλεκτρονικών μέσων όπου γράφεται και διαβάζεται: Από τα ηλεκτρονικά μηνύματα μέσω κοινών υπολογιστών, στα μηνύματα μεταξύ κινητών τηλεφώνων και τώρα στα μηνύματα μέσω συσκευών μεγέθους ρολογιού χειρός που λειτουργούν και ως κινητά τηλέφωνα ή μικρο-ταμπλέτες. Σε κάθε κλίμακα μεγέθους οθόνης, αντιστοιχεί μια αντίστοιχη χρηστική κλίμακα μεγέθους κειμένου, που ανταλλάσσεται από τους χρήστες. Έτσι, από τα ηλεκτρονικά μηνύματα απεριορίστου μεγέθους, φτάσαμε στο TWITTER και ως φαίνεται προχωρούμε σε ακόμη μικρότερες εκφραστικές «δόσεις» που πρέπει να χωρέσουν στην οθόνη μεγέθους ρολογιού κ.ο.κ.
Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, από την πλευρά τους, συμβάλλουν αποφασιστικά στην καθιέρωση της συντομόγλωσσας, επειδή διαχειρίζονται τον χρόνο ομιλίας ως εμπόρευμα που πρέπει να υπακούει σε συγκεκριμένους κανόνες θελκτικότητας από το ευρύ κοινό. Έτσι, για να εξασφαλισθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμμετοχή στις εκπομπές πολιτικού λόγου, περιορίζεται απαράδεκτα ο διαθέσιμος χρόνος των ομιλητών. Αναγκάζονται να εκφέρουν τις απόψεις τους με προκατασκευασμένες ατάκες. Ταυτόχρονα, επιδιώκεται από τους χειριστές των εκπομπών να ανεβεί ο τόνος των αντιπαραθέσεων σε επίπεδο καυγάδων, γνωστού όντος ότι στους καυγάδες επικρατούν συνθήκες εξόχως αποσπασματικού λόγου και φωνητικών θορύβων που υπερκεράζουν την νηφαλιότητα του ορθολογικού διαλόγου. Γιατί, λοιπόν, αυτές οι εξελίξεις κάνουν κακό στον πολιτικό λόγο;
Στο ιδεατό πρότυπο της πολιτικής αγοράς, την αρχαία αγορά του δήμου, οι διάλογοι ήταν μακροί και αναλυτικοί. Αναπτύσσονταν σε εκτεταμένους δημόσιους χώρους, με εξασφαλισμένη την ελεύθερη πρόσβαση του οποιουδήποτε. Δεν περιορίζονταν μήτε από τεχνικά μέσα, μήτε από τρίτους moderators που εμπορεύονται τον χρόνο των ομιλητών για δικό τους οικονομικό όφελος. Επίσης, στο ιδεατό πρότυπο της νεωτερικής δημηγορικής δημοκρατίας ( deliberative democracy), την αρχέγονη φάση της Βορειοαμερικανικής κοινοπολιτείας, ο πολιτικός διάλογος στην ανοικτή αγορά διαρκούσε πολλές φορές ολόκληρα εικοσιτετράωρα ή και μερικές μέρες συνεχώς. Είναι γνωστές και θαυμαστές οι δημηγορικές αντιπαραθέσεις των πατέρων της Ομοσπονδίας, στις οποίες έπαιρνε ενεργό μέρος το κοινό με ερωτήσεις και σημαντικές παρεμβάσεις. Η διαδικασία διακοπτόταν για μεσημεριανό φαγητό και συνεχιζόταν το απόγευμα. Άλλες φορές έπαιρνε και δεύτερη ή και τρίτη μέρα. Η σύγχρονη αστική δημοκρατία έχει στερηθεί πολλά από τα θαυμάσια αυτά εργαλεία, επειδή ο χρόνος είναι πλέον πράγματι χρήμα (για ορισμένους), αλλά και επειδή η αγορά του δήμου αντικαταστάθηκε από τις μαζικές κομματικές συγκεντρώσεις. Σε αυτές τις τελευταίες πρωτοδοκιμάστηκε η συντομόγλωσσα (ξύλινη την λέγαμε μέχρι τώρα), που χρησίμευσε στη συνέχεια, για παράδειγμα, στα ΜΜΕ. Ποιες είναι συνέπειες αυτής της δραματικής αλλαγής γλωσσικού/επικοινωνιακού προτύπου;
Η βασική συνέπεια είναι ότι ο πολιτικός λόγος με την συντομόγλωσσα δεν μπορεί πια να αποταθεί στον ορθολογισμό μας, που απαιτεί απόδειξη του κάθε ισχυρισμού, αλλά επενεργεί απ’ ευθείας στο θυμικό. Στην ουσία, η συντομόγλωσσα μετατρέπει την πολιτική διαβούλευση σε θρησκευτική τελετή, όπου στόχος είναι να φανατιστεί ο ακροατής για να υπερβεί τη λογική και τις απαιτήσεις της. Να γίνει πιστός που καλείται να ενεργήσει σε κατάσταση υπερβατικής μέθεξης και λογικής θολούρας. Μία από τις χειρότερες συνέπειες της συνέργειας συντομόγλωσσας και πολιτικού λόγου, είναι η πολιτική των μαζών στη σημερινή μορφή της, όπου το πλήθος είναι αναγκαίο για τους κρυφούς και φανερούς σκοπούς ορισμένων πολιτικών παρατάξεων, οι οποίες δεν αντέχουν στην ορθολογική κριτική. Σε αυτές τις περιπτώσεις (όποιος θέλει ας καταλάβει τι εννοώ), η πολιτική τακτική υποδύεται τη μορφή της «επανάστασης» ή της εξέγερσης, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται περί οχλοκρατικής βίας, ξεχνώντας (ή ξέροντας) ότι η επανάσταση προϋποθέτει μακρές διεργασίες διαπαιδαγώγησης και διαφώτισης του λαού για να συμμετάσχει ενσυνείδητα σε ριζοσπαστικές λύσεις.
Στις πονηρές μέρες που ζούμε, οι διανοούμενοι, ιδίως, πρέπει να ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΝΤΑΙ συστηματικά στη χρήση της συντομόγλωσσας και να αρνούνται να συμμετάσχουν σε λειτουργίες δήθεν ενημερωτικές που είναι σχεδιασμένες επί τούτοις για να γίνονται εφικτές μόνο με τη χρήση αυτού του διαβολικού εργαλείου.