Ένα μικρό και σχετικά φτωχό νησί του Αρχιπελάγους μας έχει ευνοηθεί από τη Φύση και διαθέτει ένα δίκτυο θερμών λουτροπηγών που θεωρείται από τα σημαντικότερα στην Ευρώπη. Οι θερμοπηγές του έχουν αποκτήσει αυθόρμητα διεθνές brand name και η σύγχρονη οικονομική τους ιστορία ανατρέχει στον μεσοπόλεμο όταν ακόμη και Άραβες μεγιστάνες με τα χαρέμια τους επισκέπτονταν τις πηγές για θεραπευτικούς λόγους, ενδιαιτώμενοι στα πολυτελή κότερά τους, ελλείψει ακόμη και στοιχειωδών ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων. Μετά τον Πόλεμο το νησί έζησε περίοδο οικονομικής άνθησης καθώς τα καλοκαίρια κατακλυζόταν από «λουόμενους» που έφταναν σε τέτοιους αριθμούς, ώστε μερικοί από αυτούς να διανυκτερεύουν κάτω από γέφυρες μέχρι να βρουν δωμάτιο για να μείνουν. Όλα έδειχναν ότι το νησί αυτό θα ήταν από τα τυχερά, αρκεί να γινόταν σωστή εκμετάλλευση του φυσικού του πλούτου. Δυστυχώς δεν έπιασε την τύχη από τα μαλλιά όταν εκείνη περνούσε, και το νησί έμεινε με τα νερά του και την μιζέρια των δημοτικών λουτρικών καταστημάτων του που ήταν και έμειναν σε περίπου τριτοκοσμική κατάσταση. Αχρηστεύτηκε ακόμη και το λιμάνι της πρωτεύουσας του νησιού αφού η λειτουργία του είχε στηριχθεί σχεδόν αποκλειστικά στα φορτία που οι καλές μέρες έδειχναν να διακινούνται από αυτό.
Στη πρόσφατη Ιστορία, υπήρξαν τρείς διαδοχικές απόπειρες αποδοτικής οργάνωσης και εκμετάλλευσης του υδατικού αυτού πλούτου του νησιού. Και οι τρείς τορπιλίστηκαν από τους τοπικούς κομματικούς παράγοντες, επειδή συνεπάγονταν «καπιταλιστική εκμετάλλευση» του πλουτοπαραγωγικού πόρου. Για τις πρώτες δύο δεν θα σας μιλήσω. Θα σας μιλήσω, όμως, για την τρίτη και τελευταία που την «έζησα» προσωπικά ως διοικητής της ΕΤΒΑ.
Στο τέλος της δεκαετίας του ’80 η ΕΤΒΑ επεξεργάστηκε ένα φιλόδοξο πιλοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης των λουτροπηγών ύψους διψήφιου αριθμού δισεκατομμυρίων δραχμών της εποχής, σε συνεργασία με την Τράπεζα Αναπτύξεως Κύπρου και Ιταλικό όμιλο ειδικευμένο στην εκμετάλλευση λουτροπόλεων που προορίζονταν να αναλάβει την διαχείριση της μικρής επιχείρησης που θα προέκυπτε. Κατά το σχέδιο θα προέκυπταν περίπου χίλιες θέσεις εργασίες κατά την κατασκευαστική περίοδο και 800 μόνιμες θέσεις κατά την πρώτη φάση της λειτουργίας της νέας οργανωμένης λουτρόπολης. Ο εισοδηματικός πολλαπλασιαστής για το νησί εν συνόλων κυριολεκτικά επαναστατικοποιούσε τις προοπτικές ευημερίας του. Οι λουτροπηγές, κατά κακή τύχη, ανήκαν στον τοπικό Δήμο. Ο Δήμος έκανε ό,τι μπορούσε για να τορπιλίσει τελικά το έργο, επειδή ήταν αντίθετος προς τον καπιταλιστικό τρόπο εκμετάλλευσης ενός δημόσιου πόρου. Το σχέδιο εγκαταλείφθηκε στο στάδιο κατάρτισης των αρχιτεκτονικών μελετών και μελετών πολιτικού μηχανικού που ήδη είχαν στοιχίσει στην ΕΤΒΑ σεβαστό ποσό που έμεινε αναξιοποίητο μέχρι σήμερα.
Η παλιά λουτρόπολη στο μεταξύ κατέρρευσε επειδή άλλαξε άρδην η διεθνής ζήτηση που τώρα προσανατολίζεται σε πολυτελή πακέτα τύπου SPA και θεραπευτικού τουρισμού που είναι αδύνατον να εξυπηρετηθούν από τις δημοτικές παράγκες όπου εργάζονται ορισμένοι εποχιακοί υπάλληλοι του ανύπαρκτου τοπικού κομμουνισμού. Το λιμάνι από ένα και το καλοκαίρι ορισμένες φορές δύο πλοία γραμμής την μέρα, έχει μείνει ουσιαστικά χωρίς απ’ ευθείας συγκοινωνία με την στεριανή Ελλάδα. Το νησί εξυπηρετείται σήμερα από το τέως εφεδρικό λιμάνι της βόρειας πλευράς που τώρα έχει βρει έναν ενδιαφέροντα δρόμο τουριστικής ανάπτυξης που πορεύεται απρογραμμάτιστος μεν άλλα με κερδοφορία.
Το τελευταίο διάστημα, ο τοπικός έπαρχος, προοδευτικότερος του μέσου όρου των τοπικών αρχόντων του νησιού του, παλεύει να αναβιώσει το τότε φιλόδοξο σχέδιο. Δυστυχώς, όμως, μάλλον ματαιοπονεί. Σήμερα το οριακό κόστος εισόδου στη σχετική αγορά είναι τόσο υψηλό, ώστε καθίσταται αμφίβολο αν ποτέ βρεθεί επενδυτής για να διακινδυνεύσει τα αναγκαία κεφάλαια. Όσο για δημόσια (κρατικά) κεφάλαια ούτε σκέψη!
Επομένως, οι υπεύθυνοι δημοτικοί άρχοντες που τορπίλισαν την αξιοποίηση του ιδιόκτητου πόρου τότε, εγκαλούνται σήμερα λογικά για την τεράστια ευθύνη τους στην ουσιαστικά εκμηδένιση της αξίας του περιουσιακού αυτού στοιχείου της κοινότητάς τους. Νομίζω ότι έχω κάθε δικαίωμα να θέσω το ερώτημα: Η συμπεριφορά τους συνιστά ή όχι απιστία σε ότι αφορά την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος για το οποίο είχαν εκλεγεί;
Αν ανατρέξει κανείς στην ιστορία αξιοποίησης της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου (μη παραξενεύει ο όρος, που είναι γνωστός στους ειδικούς της δημοσιονομικής πολιτικής) θα βρει εκατοντάδες παρόμοιων περιπτώσεων ουσιαστικής απιστίας που κουκουλώνονται με πέπλους αδιάλλακτης επιδίωξης του μέγιστου δημοσίου συμφέροντος. Ενός συμφέροντος που τελικά ποτέ δεν εμπραγματώνεται. Με την σημερινή κυβέρνηση η απαξίωση δημόσιας περιουσίας με το πρόσχημα ότι επιδιώκεται (στα ενενήντα τέρμινα) η συμφερότερη για το δημόσιο λύση, γίνεται κανόνας. Οι Λαφαζάνειες ιδεοληψίες καταδικάζουν σε αδράνεια κρατική περιουσία τεραστίας αξίας και ποτέ δεν θα αποδειχτεί ότι υπήρχε καλλίτερη λύση αφού πάντα θα κραδαίνεται η κόκκινη γραμμή του «δημόσιου ελέγχου» που είναι εξ ορισμού αδιατίμητος. Το σημαίνει η ιδεοληψία του δημόσιου ελέγχου στην ιδιωτική περιουσία του δημοσίου το ζούμε αυτές τις μέρες: Παράδειγμα, από την μια μεριά παράνομη και αναποτελεσματική χρηματοδότηση της χαμένης από χέρι Βιομηχανίας Ζαχάρεως μόνο και μόνο επειδή είναι κρατική (έχει κόστος παραγωγής 700 ευρώ τον τόνο, όταν η χρηματιστηριακή τιμή της ζάχαρης είναι 300 ευρώ!). Από την άλλη, αγώνας για το κλείσιμο των μεταλλείων χρυσού στην Χαλκιδική παρά το γεγονός ότι είναι μια υγιείς και κερδοφόρα επιχείρηση με μεγάλο δείκτη απασχόλησης, μόνο και μόνο επειδή ανήκει σε πολυεθνικό δράκο!
Τρόποι για την αξιόπιστη εκτίμηση ενός επιχειρηματικού σχεδίου προσφέρονται με την σέσουλα στην επιστήμη της διοίκησης επιχειρήσεων. Οργανισμοί πιστοποιημένης αξιολόγησης επίσης προσφέρονται με αφθονία στη διεθνή αγορά. Ακόμη και η σύγκριση ανάμεσα σε καπιταλιστικό και κρατικό τρόπο εκμετάλλευσης πόρων είναι εφικτή μέσα από μοντέλα που προσφέρει η διεθνής επιστημονική κοινότητα. Παρ’ όλα αυτά, αν τα πράγματα δεν αλλάξουν, το «Λαφαζάνειο Επιχείρημα» ότι η καπιταλιστική επιχείρηση είναι έργο του διαβόλου, θα μένει άτρωτο. Έτσι, λοιπόν, θα παραδεχτούμε την ήττα του οικονομικού ορθολογισμού; Με την τρομοκρατία ότι αυτά που προσφέρουμε στους συμπολίτες μας είναι καταραμένα τεχνοκρατικά μιάσματα; Εγώ θα πρότεινα να σκεφτούμε λίγο σοβαρότερα και κυρίως αποφασιστικότερα τα πράγματα πριν δεχτούμε να παραδοθούμε σε αυτόν τον σκοτεινό αντιεπιστημονικό μεσαίωνα που υφαίνεται σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων. Η φαντασία μου πάει μέχρι την ψήφιση ιδιώνυμου ποινικού αδικήματος για την διακράτηση ιδιωτικής δημόσιας περιουσίας εκτός εκμετάλλευσης και αξιοποίησης υπέρ του δημόσιου ταμείου.