Την 12η ώρα, τρεις σκέψεις για τη μονή δυνατή λύση:
Όπως η κρίση – και η προσπάθεια αντιμετώπισης της- δεν ήταν, και δεν είναι, ζήτημα μιας χώρας, έτσι και η λύση – γιατί φτάσαμε πια στη λύση ή την καταστροφή- δεν είναι ζήτημα δυο «πλευρών», αλλά δουλειά όλων μαζί: η συνεργασία είναι όχι μόνο επιθυμητή αλλά απαραίτητη. Και συνεργασία είναι το αντίθετο με τη σύγκρουση, την αποκλείει πριν εκδηλωθεί, ή τουλάχιστον την αποκρούει πριν διαλύσει τα πάντα.
Συνεργασία θα πει: ακούω, προσπαθώ να καταλάβω κι ενσωματώνω στη σκέψη και στην πράξη μου αυτά που κατάλαβα σε σχέση με τις θέσεις του άλλου κι όχι τις δικές μου. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό που πρέπει να αντιληφθούν οι εταίροι -δανειστές είναι ποιες από τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης αποτελούν στην πραγματικότητα απαιτήσεις – όρους επιβίωσης- της ελληνικής κοινωνίας, σε συνάρτηση αλλά όχι υπαγορευόμενες από κομματικές προτιμήσεις. Η δε ελληνική εκπροσώπηση έχει καθήκον να αντιληφθεί με ποιο τρόπο και μέσα από ποιες αποδείξεις εννοούν τις «μεταρρυθμίσεις» οι εταίροι, μεταρρυθμίσεις που θα έπρεπε πρώτη η ελληνική κυβέρνηση, η όποια κυβέρνηση, να επιζητά και να προωθεί.
Πείσματα, χτυπήματα κάτω από τη μέση, λόγια οργής και πάθους δεν χωρούν σε μια σχέση συνεργασίας. Ειδικά τη δωδέκατη ώρα. Ειδικά όταν διακυβεύεται η μοίρα μιας ολόκληρης χώρας κι ενός ολόκληρου του σημαντικότερου στην Ιστορία συλλογικού πολιτικού σχεδίου. Και τίποτα δεν σπάει περισσότερο την αδιαλλαξία και την έλλειψη εμπιστοσύνης από την ειλικρίνεια, πρώτα του καθενός με τον εαυτό του.