Η κρίση πανδημίας που έπληξε όλον τον κόσμο υποχρέωσε πολλές χώρες στη λήψη δραστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της. Σε πολλές χώρες της ΕΕ για την αποτροπή της διάδοσης του ιού και προκειμένου να ανταπεξέλθει το εθνικό σύστημα υγείας των χωρών στις αυξημένες ανάγκες και να σωθούν όσο το δυνατόν περισσότερες ανθρώπινες ζωές υιοθετήθηκε ως μέτρο η αδρανοποίηση της οικονομίας.
Αν και η κρίση πανδημίας ήταν συμμετρική οι συνέπειες της στις οικονομίες των χωρών της ΕΕ είναι ασύμμετρη. Αυτό είναι το συνδυαστικό αποτέλεσμα της απουσίας λήψης έγκαιρων, συγχρονισμένων και αποτελεσματικών πρωτοβουλιών από την ΕΕ ώστε να στηριχτούν οι χώρες που χτυπήθηκαν περισσότερο από την κρίση αλλά και της ανάληψης του βάρους αντιμετώπισης της κρίσης από τις χώρες μέλη και τους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Η ΕΕ ανακοίνωσε μεν παρεμβάσεις για την οικονομία συγκριτικά όμως με αυτές που ανακοίνωσαν χώρες όπως οι ΗΠΑ, το Ην. Βασίλειο και η Κίνα αυτές της ΕΕ υστερούν σημαντικά. Σε μεγάλο βαθμό οι πρωτοβουλίες της ΕΕ αφορούν δάνεια και εγγυήσεις και παραμένει προς διευκρίνηση αν στις προτάσεις που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την εξειδίκευση του Ταμείου Ανασυγκρότησης θα υπάρξει πρόνοια για μεταβιβάσεις και αν ναι με ποια κριτήρια και με ποιους όρους.
Για να μετριάσουν τις συνέπειες της κρίσης οι χώρες της ΕΕ ανακοίνωσαν μέτρα σε εθνικό επίπεδο με στόχο την προστασία θέσεων εργασίας και επιχειρήσεων. Όμως οι χώρες της ΕΕ δεν έχουν όλες τον ίδιο δημοσιονομικό χώρο στη διάθεσή τους ούτε ξεκινούν από την ίδια δημοσιονομική θέση ή τα ίδια επίπεδα ανεργίας. Ορισμένες μάλιστα από τις χώρες εκτιμάται ότι θα χτυπηθούν περισσότερο καθώς ο τουρισμός έχει ιδιαίτερο ρόλο στην οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία χρειάζεται να πάρουν περισσότερα μέτρα για να περιορίσουν την ύφεση και να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις τους που θα πληγούν αλλά και να προστατέψουν τις θέσεις εργασίας στους κλάδους που πλήττονται.
Όμως για χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία που έχουν ήδη μεγάλο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ τα νέα ελλείμματα που θα δημιουργήσουν η ύφεση και οι παρεμβάσεις θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση του χρέους. Η Ιταλία ανακοίνωσε ότι το έλλειμμα της φέτος θα φτάσει το 10,4% του ΑΕΠ ενώ το δημόσιο χρέος της στο 156% του ΑΕΠ. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι το έλλειμμα της Ελλάδας θα φτάσει στο 9% και το χρέος στο 200%.
Ιταλία λοιπόν και Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε η οικονομία τους να μπει σε θετική τροχιά το 2021 και στο βαθμό που είναι δυνατόν να αναπληρώσει τις απώλειες στο ΑΕΠ το συντομότερο δυνατόν. Αν δεν τα καταφέρουν τότε θα δημιουργηθούν ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του χρέους τους και παρά τα δραστικά μέτρα της ΕΚΤ που εξασφαλίζουν ότι οι δυο χώρες διατηρούν πρόσβαση στις αγορές με σχετικά χαμηλά επιτόκια τα δεδομένα θα αλλάξουν όταν η ΕΚΤ αναιρέσει τις ευνοϊκές αυτές αποφάσεις.
Για το λόγο αυτό είναι κρίσιμο η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης να παραταθεί ώστε να μην κληθούν οι χώρες αυτές να πάρουν το 2021 πχ περιοριστικά μέτρα για να δημιουργήσουν πρωτογενή πλεονάσματα. Όταν οι συνθήκες ομαλοποιηθούν, πρώτα θα πρέπει να γίνει η εξέταση της μετά την πανδημική κρίση πορείας της ευρωπαϊκής οικονομίας και μετά να αρχίσει η συζήτηση για το Σύμφωνο, τις όποιες αλλαγές είναι πλέον απαραίτητες, και τη σταδιακή εφαρμογή του (αντιστρόφως ανάλογη του ύψους των επιπτώσεων της κρίσης στο κάθε κράτος μέλος).
Επιπρόσθετα σε ότι αφορά την Ελλάδα η κυβέρνηση της ΝΔ πρέπει να διεκδικήσει να γίνουν και μεταβιβάσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης προς τις χώρες που θα κτυπηθούν περισσότερο και στα κριτήρια να μη ληφθεί υπόψη μόνο το ΑΕΠ αλλά και το επίπεδο της ανεργίας πριν την κρίση όπως και το ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας.
Η κυβέρνηση της ΝΔ πρέπει να συμμετάσχει στην πρωτοβουλία που ανέλαβαν οι ηγέτες της Γαλλία και Ιταλίας για τη «διατήρηση της ενιαίας αγοράς». Οι αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών σε συνδυασμό με την αναστολή των κανονισμών για κρατικές ενισχύσεις και αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας δίνουν την δυνατότητα στα πλούσια κράτη του βορρά να ενισχύουν κεφαλαιακά τις επιχειρήσεις τους και να αποκτούν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε βάρος των επιχειρήσεων του νότου που οι χώρες τους δεν έχουν κεφάλαια να τις ενισχύσουν. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα κύμα εξαγορών των τελευταίων. Εξίσου σημαντικό είναι και η κυβέρνηση της ΝΔ να δώσει τη μάχη στην Ευρώπη ώστε να εξαιρεθούν από τις ενισχύσεις εκείνες οι εταιρείες που έχουν ως βάση χώρες φορολογικούς παραδείσους στερώντας από τις χώρες φορολογικά έσοδα που τόσο έχουν ανάγκη για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Τέλος σε ότι αφορά τις παρεμβάσεις που ανακοινώνει η κυβέρνηση αυτές θα πρέπει να επιλέγονται με κριτήριο το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα ώστε να μετριαστεί η ύφεση. Οι δαπάνες σε υποδομές υγείας, ψηφιοποίησης, επικοινωνίας και μεταφορών είναι μεταξύ αυτών με το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και καλά θα κάνει η κυβέρνηση να δώσει προτεραιότητα σε αυτές. Ένα άλλο κριτήριο για τις κρατικές παρεμβάσεις που πρέπει να επιλέγουν είναι πόσο συνεισφέρουν στην αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου.
Η κυβέρνηση της ΝΔ εκτιμά ότι με τις παρεμβάσεις της η ύφεση θα περιοριστεί στην Ελλάδα στο 4,7% σύμφωνα με το βασικό σενάριο που θα στείλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αυτό σημαίνει ότι αν η ύφεση ξεπεράσει το 4,7% είτε η κυβέρνηση δεν εκτίμησε σωστά τους πολλαπλασιαστές -γνώση που φέρεται ότι είχε την περίοδο των μνημονίων- είτε επέλεξε παρεμβάσεις παραγνωρίζοντας τους πολλαπλασιαστές είτε και τα δύο μαζί. Αν αποτύχει η κυβέρνηση της ΝΔ να μετριάσει τις συνέπειες της κρίσης πανδημίας τότε η οικονομία μπορεί τα επόμενα χρόνια να βρεθεί σε νέο αδιέξοδο με μεγάλες συνέπειες για την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα.
πηγή: reformer.gr