«Πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων», είπε κάποτε ο Φρανσουά Μιτεράν. Δεν ξέρω τι, ακριβώς, εννοούσε ή αν η φράση έχει παρεξηγηθεί. Για να της αποδώσουμε νόημα, πρέπει να δούμε τι σημαίνουν οι όροι. Ενα σύμβολο είναι μια εύληπτη χαρακτηριστική συντομογραφία μιας έννοιας, μιας κατάστασης, ενός γεγονότος. Η ζυγαριά συμβολίζει τη δικαιοσύνη, ο κεραυνός την τιμωρία, ο γαλλικός σκούφος τη δημοκρατία ως πολίτευμα. Οι συμβολισμοί, όμως, απέκτησαν νόημα γιατί τη ζυγαριά κρατά η «τυφλή» δικαιοσύνη, τον κεραυνό έριχνε ο Δίας για τιμωρία και η δημοκρατία τον 18ο αιώνα εμφανίστηκε μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όπου «φορέθηκε» ο σκούφος. Αρα, το σύμβολο δεν έχει αξία χωρίς το υποκείμενο που προϋπήρξε και του έδωσε σημασία.
Η πολιτική πήρε το όνομα από τους αρχαίους ως η θεωρία και η πρακτική σκέψεων και πράξεων που έχουν σημασία και αναφορά στους πολίτες. Σχετίζεται, δηλαδή, με το πώς κυβερνώνται οι κοινωνίες και πώς επηρεάζονται οι ζωές των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και ο πόλεμος για τον Βον Κλάουσεβιτς είναι «η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα». Τεράστιας σημασίας έννοια, η πολιτική, δύσκολα γίνεται κατανοητή στην άσκησή της χωρίς τη χρήση συμβολισμών.
Οπως είπαμε όμως, τα σύμβολα πρέπει να σχετίζονται με το υποκείμενο, δηλαδή την πολιτική. Στις τελευταίες ευρωεκλογές η χρήση «συμβολικών» υποψηφιοτήτων ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Οι κ. Ζαγοράκης και Γλέζος, οι κυρίες Σακοράφα και Κούνεβα και άλλοι θα εκπροσωπήσουν τη χώρα στην Ευρωβουλή, η οποία, ως γνωστόν, ασκεί ευρωπαϊκή πολιτική. Η δουλειά τους είναι να συνεισφέρουν, έστω και συμβολικά, κάτι με ιδιαίτερη πολιτική σημασία για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Και λέω συμβολικά, γιατί προφανώς το γνωσιακό τους υπόβαθρο και οι προηγούμενες εμπειρίες τους ελάχιστα μπορούν να προσφέρουν στη συγκεκριμένη αποστολή.
Γεννιέται, λοιπόν, το ερώτημα της γνησιότητας των συμβολισμών. Τι «συμβολίζει» ο καθένας που θα τον βοηθήσει να προωθήσει κάποια πολιτική θέση με απλή παρουσία; Ποια διαχρονική παρουσία τούς επιτρέπει να μας εκπροσωπούν και πώς «συμβολίζει» τη συμβολή μας στην ευρωπαϊκή πολιτική και της χώρας σε αυτήν; Αρκεί η τύχη στο Euro, το πέταγμα του ακοντίου μακριά, μια εγκληματική πράξη που δεν κατέληξε σε θάνατο, επειδή γιατροί και νοσηλευτές έκαναν το καθήκον τους, μάλιστα υβριζόμενοι και χωρίς αναγνώριση, ή τα «τερτίπια» του DNA που επέτρεψαν τη συνεχή διακομματική «εξαργύρωση» μίας ακραία γενναίας πράξης πριν από 73 χρόνια από τον έναν από τους δύο αυτουργούς; Θα ήταν και ο Λάκης Σάντας στην Ευρωβουλή σήμερα;