Σύγχρονο πολιτικό κόμμα

Χρίστος Αλεξόπουλος 23 Φεβ 2014

Τόσο πριν όσο και μετά την ανάληψη της ευθύνης διαλόγου από τους 58 με στόχο την δημιουργία ενός πολιτικού χώρου, ο οποίος θα καλύψει το κενό ύπαρξης σοσιαλδημοκρατικής ή κεντροαριστερής για άλλους παράταξης, αναπτύσσεται πράγματι έντονος δημόσιος διάλογος. Το θέμα είναι να αποκτήσει δομικά χαρακτηριστικά και να μετατραπεί σε συνεχή πεδίο ανάλυσης της πραγματικότητας και σχεδίασης πολιτικής. Αυτό είναι σημαντικό για την προοπτική του εγχειρήματος και την αποφυγή της μετεξέλιξης του διαλόγου, που μόλις άρχισε, σε πολιτικολογία και ιδεολογηματική προσέγγιση της πραγματικότητας.

Σε αυτή την πορεία σίγουρα πρέπει «να αποφευχθεί η βίαιη ωρίμανση τύπου ΣΥΡΙΖΑ». Όμως αυτό δεν συναρτάται μόνο με τον ωρολογιακό χρόνο, αλλά έχει άμεση σχέση και με την πυκνότητα του χρόνου σε περιεχόμενο, το οποίο υπερβαίνει τα όρια της ιδεολογηματικής αναζήτησης ταυτότητας και σχετίζεται με τις πολιτικές εξελίξεις.

Επίσης έχει ενδιαφέρον η επισήμανση, ότι «η ιδεολογική του φυσιογνωμία θα αποκρυσταλλωθεί, όταν, αφού προηγηθεί μια πρώτη συμφωνία των εμπλεκομένων προσώπων και πολιτικών κινήσεων επί των πολιτικών αρχών και της ακολουθητέας στρατηγικής συγκροτηθεί το νέο κόμμα». Γεννάται όμως το ερώτημα για το κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς του υπό ίδρυση φορέα, τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και την ταχύτητα της δυναμικής του (εάν διαθέτει τις ανάλογες δομές) σε σχέση με την ευρωπαϊκή και πλανητική εξέλιξη. Για να γίνει αυτό, πρέπει να έχουν απαντηθεί μια σειρά ερωτημάτων, τα οποία υπερβαίνουν τις δυνατότητες ενός διαλόγου, ο οποίος βασίζεται στην κατάθεση απόψεων με ενδιαφέρον περιεχόμενο, χωρίς όμως να συνοδεύονται και με τεκμηρίωση, η οποία αποτυπώνει την αντικειμενική πραγματικότητα και τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανθρώπου.

Το ίδιο ενδιαφέρον έχει και το «ηλικιακό πρόβλημα» σε σχέση με αυτούς που συμμετέχουν στις πολιτικές διεργασίες και η ερμηνεία της πλειοψηφικής συμμετοχής πολιτών «κάποιας ηλικίας» με την λογική της πολιτικής ωρίμανσης και βίωσης καταστάσεων, τις οποίες δεν αντιμετώπισαν οι νέοι. Με άλλα λόγια η συσχέτιση της πολιτικοποίησης με την διάσταση της μαθησιακής διαδικασίας. Μήπως όμως είναι και άλλοι παράγοντες, που επιδρούν, όπως η αποστασιοποίηση από την πολιτική και το πολιτικό σύστημα, διότι έχουν πάψει να έχουν σύγχρονη αναφορά και να απαντούν στις προκλήσεις της εξέλιξης;

Για να έχει προοπτική ένα σύγχρονο πολιτικό κόμμα πρέπει να απαντά σε μια σειρά ερωτημάτων, τα οποία σχετίζονται με τη δυναμική των σύγχρονων κοινωνιών από το ένα μέρος και από το άλλο να θέτει τις βάσεις για ιδεολογικό επαναπροσδιορισμό, ώστε να ανταποκρίνεται η ιδεολογική του ταυτότητα στη νέα πραγματικότητα, η οποία υπερβαίνει τα όρια της αντιληπτικής ικανότητας του ατόμου και προϋποθέτγει επιστημονικόύς μηχανισμούς ανάλυσης και σχεδίασης της πορείας προς το μέλλον.

Συγκεκριμένα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα, εάν θα συνεχισθεί η πρακτική της τυπικής πολιτικής νομιμοποίησης για την διαχείριση κυβερνητικής εξουσίας, ή θα προωθηθεί η δημοκρατία της γνώσης, στο πλαίσιο της οποίας ο πολίτης κρίνει και λειτουργεί πολιτικά με βάση τον ορθολογισμό και την μεγαλύτερη δυνατή ενημέρωση και κριτική προσέγγιση των πολιτικών προτάσεων. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα σημαίνει αυτομάτως την ανάπτυξη δυναμικής αλλαγών στην μορφή και το περιεχόμενο των κοινωνικών συστημάτων (πολιτικό, οικονομικό, εκπαιδευτικό, υγείας κλπ.) και την πρόσδωση στον πολίτη ουσιαστικού ρόλου. Αυτό θα σήμαινε απομάκρυνση της κοινωνίας από την στατική λειτουργία σε σχέση με την πολιτική και την αναγκαστική αναθεώρηση και επαναπροσδιορισμό του τρόπου οργάνωσης του κόμματος. Σε αυτή την περίπτωση καθίσταται αναγκαστική η ένταξη θεματικών οργανώσεων στην κομματική δομή και η απαλλαγή από την πελατειακή λογική και την πρακτική της προώθησης οικονομικών συμφερόντων επιμέρους κοινωνικών ομάδων.

Ουσιαστικά μπαίνουν οι βάσεις για την αλλαγή του οργανωτικού μοντέλου του κόμματος, το οποίο με τη σημερινή του μορφή δεν είναι λειτουργικό σε συνθήκες ταχύτατης ροής του χρόνου και παγκοσμιοποίησης, δηλαδή αναίρεσης των εθνικών ορίων στην οικονομία και στην εργασία. Θα σταματήσει η κυριαρχία της συντεχνιακής λογικής στην πολιτική λειτουργία και θα επικρατήσει το κοινωνικό συμφέρον. Οπότε η πολιτική θα αναλάβει τον ρυθμιστικό ρόλο, ο οποίος της αναλογεί και θα καταστεί δυνατή η αντιμετώπιση των σύγχρονων γενικευμένων και χωρίς εθνική αναφορά προβλημάτων, όπως είναι η ρύπανση του περιβάλλοντος. Και τούτο, διότι θα αλλαξει η οπτική προσέγγιση της πραγματικότητας. Τα προβλήματα δεν θα αντιμετωπίζονται ανάλογα με τα συντεχνιακά ή οικονομκά συμφέροντα μεμονομένων κοινωνικών ομάδων.

Η δημιουργία θεματικών οργανώσεων διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την επίλυση του προβλήματος της άσκησης πολιτικής σε συνθήκες ταχύτατης ροής του χρόνου καθώς και μεγάλης πυκνότητας σε δεδομένα, διότι το κόμμα σε αυτή την περίπτωση αποκτά σε δομικό επίπεδο μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσης της πραγματικότητας και σχεδιασμού του μέλλοντος. Με αυτής της μορφής λειτουργία ο πολιτικός σχεδιασμός μπορεί να έχει μακροπρόθεσμη προοπτική, διότι με την αξιοποίηση διεπιστημονικών μηχανισμών τεκμηρίωσης διασφαλίζεται σε μεγάλο βαθμό η προσέγγιση της πραγματικότητας στην προβολή της στο μέλλον. Έτσι μπορεί να καλυφθεί και η διάσταση της πρόβλεψης, η οποία είναι βασική προϋπόθεση άσκησης πολιτικής.

Ένας σύγχρονος πολιτικός σχηματισμός πρέπει να μπορεί να οριοθετήσει την πολιτική του ταυτότητα σε συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών ανακατατάξεων και μεγάλης ρευστότητας. Για μεγάλο χρονικό διάστημα όχι μόνο σε εθνικό αλλά σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο θα υπάρξει μια περίοδος κοινωνικών αλλαγών. Ήδη γίνονται οι πρώτες αναφορές σε κύκλους οικονομικών και πολιτικών ελίτ, οι οποίες κινούνται σε υπερεθνικό επίπεδο. Το μέχρι τώρα ισχύον μοντέλο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα. Η κατάσταση μάλιστα επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από τις επιπτώσεις της μαζικής αξιοποίησης της επιστήμης και των τεχνολογικών της εφαρμογών όχι για την προώθηση του κοινωνικού συμφέροντος και την επίλυση πλανητικής εμβέλειας προβλημάτων, αλλά για την εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων ολιγομελών ομάδων. Ήδη στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του 2014 στο Davos της Ελβετίας εκφράσθηκαν ανησυχίες για τις εξελίξεις στο μέλλον, διότι η φτωχοποίηση θα ενταθεί και στις κοινωνίες του ανεπτυγμένου Βορρά ανεξαρτήτως της κρίσης, που αντιμετωπίζει τώρα η οικονομία. Ο συνδυασμός της τεχνολογικής επανάστασης με την έλλειψη καλοπληρωμένων εργασιακών θέσεων μέσου επιπέδου και την αυξανόμενη ανισότητα θα αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική ακόμη και μετά την κρίση.

Εάν ένα σύγχρονο κόμμα φιλοδοξεί να ανταποκριθεί σε όλες αυτές τις προκλήσεις, δεν μπορεί παρά να συνδυάσει την πολιτική του δράση και με την ανάπτυξη δυναμικών δομών στην κοινωνία, οι οποίες θα έχουν επίσης θεματική αναφορά. Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται, ότι θα υπάρχει κοινωνικός συνομιλητής με τις αντίστοιχες δομές του πολιτικού συστήματος, ο οποίος με την συμμετοχή της διανόησης θα διαμορφώνει άποψη και θα την εκφράζει σε διάλογο με τους εκπροσώπους των κομμάτων ή της κυβέρνησης. Κάτω από αυτά τα δεδομένα δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για συνεχή λογοδοσία του πολιτικού συστήματος στις δομές της κοινωνίας πολιτών, οι οποίες νομιμοποιούνται να εκφράζουν το κοινωνικό συμφέρον. Αυτό βεβαίως, εάν σταματήσει άμεσα ο άκρατος κομματισμός, ο οποίος μετατρέπει τις κοινωνικές δομές σε προεκτάσεις των κομμάτων. Στο επίπεδο της έκφρασης οικονομικών ή εργασιακών συμφερόντων των εργαζομένων δραστηριοποιούνται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας τους καλό θα είναι να κόψουν κάθε σχέση σύνδεσης τους με την εξυπηρέτηση κομματικών σκοπιμοτήτων και συμφερόντων. Εάν η κοινωνία πολιτών δεν αναλάβει το ρόλο, που της αναλογεί στις σύγχρονες κοινωνίες με υψηλό βαθμό πολυπλοκότητας, τότε η ανάπτυξη δυναμικής θα είναι πολύ δύσκολη, ενώ η κοινωνική συνοχή θα είναι προβληματική. Ιδιαιτέρως σε περιόδους κρίσης και εποχή ρευστότητας η ενεργοποίηση της κοινωνίας για την υπέρβαση των προβλημάτων θα είναι δύσκολο να καλυφθεί πολιτικά και να έχει συντεταγμένα χαρακτηριστικά. Οπότε και η υλοποίηση του όποιου κυβερνητικού σχεδιασμού θα έχει πολύ αργό ρυθμό και οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις θα είναι «εκτός τόπου και χρόνου», διότι ο υπόλοιπος ανεπτυγμένος κόσμος θα κινείται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Δεν θα περιμένει την ελληνική κοινωνία.

Ο κόσμος διαπλέκεται πλέον σε τέτοιο βαθμό, που καμμία χώρα δεν μπορεί να επιβιώσει σε ένα ανεκτό τουλάχιστον επίπεδο ποιότητας ζωής, εάν δεν λάβει υπόψη της την παγκοσμιοποίηση και τον αντίστοιχο καταμερισμό εργασίας. Γι’αυτό και η συνεργασία σε διεθνές επίπεδο και πολύ περισσότερο η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση πρέπει να αποτελούν πολιτική προτεραιότητα. Αυτή η ανάγκη γίνεται πιο επιτακτική, εάν λάβουμε υπόψη, ότι τα προβλήματα πλέον έχουν πλανητικές επιπτώσεις. Ήδη η καταστροφή του περιβάλλοντος και η μη αειφορική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων προκαλούν ανησυχία σε πολιτικούς και στρατιωτικούς χωρών, οι οποίες διαμορφώνουν δεδομένα σε πλανητικό επίπεδο. Από τώρα ακούγονται προειδοποιήσεις και εκφράζονται φόβοι για πιθανή σύγκρουση Κίνας και Ινδίας για ένα βασικό αγαθό, το νερό. (Σύνοδος για την Ασφάλεια στο Μόναχο,2014, Γερμανία).

Ένα σύγχρονο κόμμα πρέπει να σχεδιάζει λαμβάνοντας υπόψη, ποιά ισορροπία εθνική, ευρωπαϊκή, πλανητική είναι λειτουργική και δίκαιη για την διαχείριση των φυσικών πόρων και αγαθών.

Σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι βασική προϋπόθεση τα σύγχρονα κόμματα να έχουν ολοκληρωμένες προτάσεις για την ολοκλήρωση αυτού του ιστορικού εγχειρήματος, οι οποίες βασίζονται σε έναν πολυδιάστατο και μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό, χωρίς τη μονοδιάστατη λογική του εθνικού συμφέροντος. Ειδάλλως η δημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν θα στηρίζεται στην κοινωνική δικαιοσύνη, την ισόρροπη ανάπτυξη και την αλληλεγγύη ανάμεσα στις κοινωνίες. Μέχρι τώρα η πορεία της Ευρώπης δεν βασιζόταν σε αυτά, με αποτέλεσμα την άνθηση του ευρωσκεπτικισμού και την ευδοκίμηση του εθνικισμού και της εσωστρέφειας. Η ελληνική πραγματικότητα αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Τόσο τα κόμματα εξουσίας όσο και αυτά, που κινήθηκαν στο επίπεδο της αντιπολίτευσης δεν είχαν ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή πολιτική, ενώ αξιοποίησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση για την αποφυγή πολιτικού κόστους. Την χρησιμοποίησαν ως «σάκκο του μποξ» για να καλύψουν τις ανεπάρκειες τους ή τις επιπτώσεις δύσκολων πολιτικών αποφάσεων. Την ανυπαρξία ευρωπαϊκής πολιτικής πιστοποιεί με την καλύτερο τρόπο η πλήρης αδυναμία και έλλειψη πρότασης για την προώθηση της διαπολιτισμικής ανταλλαγής και προσέγγισης των ευρωπαϊκών κοινωνιών, ώστε να διαμορφωθεί ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και συνείδηση. Έτσι όμως δεν δημιουργείται η Ευρώπη της ενσυναίσθησης και της αλληλεγγύης. Το αντίθετο, προωθείται δηλαδή ο φόβος, ότι ο άλλος θα επηρεάσει αρνητικά το «δικό μας» επίπεδο ζωής, όταν έχει προβλήματα, ανεξαρτήτως εάν έχουν συμβάλλει όλοι στην διαμόρφωση καταστάσεων κρίσης, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο.

Με αυτά τα δεδομένα, εάν ο διάλογος για την συγκρότηση μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατικής παράταξης στην Ελλάδα μπορέσει να οδηγήσει σε απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα και τις σύγχρονες προβληματικές, τότε θα γίνει καταλύτης και για την επανεκκίνηση του πολιτικού συστήματος με θετικές επιπτώσεις για το μέλλον.