Τόσο η σημερινή πραγματικότητα όσο και η προβολή της στο μέλλον οριοθετούνται, μεταξύ άλλων, από δύο βασικές παραμέτρους.
Πρώτον η ευημερία των κοινωνιών βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην επιστημονική γνώση και τις τεχνολογικές της εφαρμογές.
Δεύτερον ο υψηλός δείκτης πολυπλοκότητας της πραγματικότητας από το ένα μέρος και από το άλλο η μεγάλη ταχύτητα της εξέλιξης επιβάλλουν την αξιοποίηση του ορθολογισμού στους διάφορους τομείς της πολιτικής λειτουργίας, ώστε να είναι διαχειρίσιμη η πραγματικότητα στην προβολή της στο μέλλον.
Και αυτό δεν έχει σχέση μόνο με την άσκηση κυβερνητικής εξουσίας. Αφορά σε όλες τις διαστάσεις της πολιτικής λειτουργίας και ιδιαιτέρως στον τομέα της πολιτικής επικοινωνίας και στην διαμόρφωση άποψης από τους πολίτες, ώστε να γνωρίζουν τις επιπτώσεις των πολιτικών τους επιλογών.
Το θέμα όμως είναι, ότι στην καθημερινότητα των πολιτών η πολιτική επικοινωνία δεν υπηρετεί αυτούς τους στόχους. Βασιζόμενη στις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας ευθυγραμμίζεται με την γενικότερη λογική της άσκησης επιρροής προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, οι οποίες αποφέρουν πολιτικό-εκλογικό όφελος.
Επιδίωξη είναι η συμπόρευση των πολιτών με τις επιλογές και τους σχεδιασμούς των κομμάτων και όχι η διαμόρφωση αντικειμενικής άποψης και η έκφραση της ελεύθερης βούλησης με βάση την σφαιρική και σε βάθος γνώση της εθνικής, ευρωπαϊκής και παγκόσμιας πραγματικότητας.
Αυτή η οπτική κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με την λογική της κοινωνίας του θεάματος και του καταναλωτισμού, τις οποίες υπηρετούν με συνέπεια τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και ιδιαιτέρως τα εικονικά, τα οποία κατασκευάζουν την πραγματικότητα σύμφωνα με τις στοχεύσεις τους και την αποσπασματική αποτύπωση της στο πλαίσιο των ορίων του τηλεοπτικού φακού.
Στον οικονομικό τομέα ο στόχος είναι η κατανάλωση προϊόντων, στον πολιτικό τομέα η άσκηση πολιτικής επιρροής. Και στις δύο περιπτώσεις η εικονική πραγματικότητα έχει αποσπασματικό χαρακτήρα. Δεν παρουσιάζει όλες τις διαστάσεις και παραμέτρους, οι οποίες συνθέτουν το γίγνεσθαι τόσο στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας όσο και στο ευρύτερο πεδίο.
Βασικό εργαλείο για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι ο μηχανισμός της εξιδανίκευσης, ο οποίος ωραιοποιεί την πραγματικότητα και δημιουργεί θετικές προσδοκίες σε σχέση με το μέλλον και το παρόν.
Στον οικονομικό τομέα η κατανάλωση συγκεκριμένων προϊόντων «οδηγεί» στην κοινωνική άνοδο ή στην επιτυχία στους διάφορους κοινωνικούς ρόλους, από αυτόν του εργαζόμενου μέχρι του αρρενωπού άνδρα ή της επιθυμητής γυναίκας.
Στην πολιτική η αποδοχή του κομματικού λόγου, ακόμη και αν δεν κατατίθεται ρεαλιστική, τεκμηριωμένη και μακροπρόθεσμη ολοκληρωμένη πρόταση, «ανοίγει» τον δρόμο για την μετάβαση στην ευημερία.
Στο πλαίσιο αυτής της «φαντασιακής» πραγματικότητας, η οποία καλλιεργείται συστηματικά, ευδοκιμεί η εντύπωση, που προκαλείται στον πολίτη ή ακόμη καλύτερα καταναλωτή πολιτικής, η οποία αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο της πολιτικής επικοινωνίας.
Η «εντύπωση» δε διαμορφώνεται με εργαλείο τόσο την εικονική παρουσία των πολιτικών προσώπων όσο και τον εκφερόμενο «πολιτικό» λόγο.
Ιδιαιτέρως στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα διαπρέπει σε αυτό τον τομέα. Αρκεί να αναλύσει κάποιος τις διάφορες κοινοβουλευτικές διαδικασίες ή τις ενημερωτικές εκπομπές στην τηλεόραση και θα αντιληφθεί τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της πολιτικής επικοινωνίας.
Παραδειγματικά η ενδυματολογική αυτοπαρουσίαση σηματοδοτεί πλέον και «ιδεολογική» ταυτότητα πολιτικών προσώπων και κομμάτων. Η «αριστερή» οπτική απορρίπτει την γραβάτα. Έτσι αμφισβητείται, υποτίθεται, το κατεστημένο. Η δεξιά ή συντηρητική αυτοπαρουσίαση βασίζεται στην γραβάτα.
Και στις δύο περιπτώσεις ο εκφερόμενος λόγος συμπληρώνει τις προκαλούμενες από την εμφάνιση «εντυπώσεις» με ανάλογες φαντασιώσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις της προτεινόμενης πολιτικής και τις ικανότητες αυτών, που τις κάνουν, σε αντιδιαστολή με την ανικανότητα των αντιπάλων.
Βέβαια ο εκχυδαϊσμός της πολιτικής λειτουργίας και η κοινωνική παρακμή και διαφθορά επιτρέπουν ακόμη και χαρακτηρισμούς, όπως «απατεώνας», «προδότης» και πολλά άλλα.
Ενισχυτικά σε σχέση με αυτής της ποιότητας πολιτική επικοινωνία λειτουργεί και το μιντιακό σύστημα και ιδιαιτέρως το εικονικό (τηλεοπτικό), το οποίο στηρίζεται στη λογική του εντυπωσιασμού των τηλεθεατών, διότι με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνει υψηλά νούμερα τηλεθέασης. Αυτά με τη σειρά τους μεταφράζονται σε αύξηση των διαφημίσεων, με αποτέλεσμα την υψηλότερη κερδοφορία.
Γι’ αυτό ακόμη και ενημερωτικές εκπομπές δεν στοχεύουν στην πολυδιάστατη ενημέρωση των πολιτών, η οποία βασίζεται στην αντικειμενική παράθεση στοιχείων σε σχέση με την πραγματικότητα. Η διαμόρφωση της κοινής γνώμης και η δημιουργία κοινωνικού κλίματος δεν στηρίζονται στον ορθολογισμό και στην σφαιρική ενημέρωση.
Έτσι κι αλλιώς είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει, διότι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δεν διαθέτουν επιστημονικούς μηχανισμούς επεξεργασίας και επιλογής των πληροφοριών, οι οποίες διοχετεύονται στους πολίτες. Τα κριτήρια επιλογής των πληροφοριών υπηρετούν σκοπιμότητες πολιτικού ή οικονομικού χαρακτήρα.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις η διαμόρφωση άποψης και η έκφραση της ελεύθερης βούλησης των πολιτών στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας έχει τυπικό χαρακτήρα, με στόχο την αναπαραγωγή υπαρκτών συστημικών ισορροπιών στο ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης.
Μόνο που αυτές οι συνθήκες σταδιακά και ιδιαιτέρως σε περιόδους κρίσης, ωθούν τους πολίτες στην αποστασιοποίηση από την πολιτική και τις δημοκρατικές λειτουργίες, ενώ το πολιτικό σύστημα αρχίζει να χάνει την αξιοπιστία του και την κοινωνική νομιμοποίηση.
Ο Σοσιαλδημοκρατικός χώρος υφίσταται τις επιπτώσεις αυτού του δημοκρατικού ελλείμματος, το οποίο έχει ευθεία αναφορά και στην ποιότητα της σύγχρονης πολιτικής επικοινωνίας.
Στο μέτρο που δεν συνειδητοποιεί άμεσα τα προβληματικά ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της πολιτικής επικοινωνίας, η οποία ουσιαστικά αναπαράγει την λογική της διαφήμισης, κινδυνεύει να μπει στο πολιτικό περιθώριο, διότι δεν θα μπορεί να εκφράσει πολιτικά το κοινωνικό συμφέρον και να πραγματώσει την κοινωνική δικαιοσύνη με βάση πάντα τον κοινωνικό ανθρωπισμό και τις πραγματικές ανάγκες της ανθρώπινης οντότητας.
Ήδη έχει αρχίσει στον ευρωπαϊκό χώρο η αποδόμηση του κοινωνικού κράτους με την συνεχώς διευρυνόμενη ιδιωτικοποίηση του συστήματος υγείας.
Για την επανάκαμψη του πολιτικού συστήματος και της Σοσιαλδημοκρατίας πιο ειδικά, βασική προϋπόθεση είναι η πρόσδωση νοήματος στην πολιτική επικοινωνία με την επιστροφή στον ορθολογισμό και στην πολυδιάστατη και σε βάθος ενημέρωση των πολιτών στο πλαίσιο ενός διαλόγου, ο οποίος υπερβαίνει τα όρια του εντυπωσιασμού και στοχεύει στην δημιουργία των συνθηκών για την διαμόρφωση ουσιαστικής άποψης και έκφρασης της ελεύθερης βούλησης των πολιτών.
Η ροή του χρόνου στη σύγχρονη εποχή είναι από το ένα μέρος πολύ πιο πλούσια σε προϋποθέσεις και δεδομένα και από το άλλο εξελίσσεται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από αυτήν, που είχε στο παρελθόν.
Γι’ αυτό και η στήριξη της πολιτικής επικοινωνίας στην εντύπωση, που προκαλείται στον πολίτη σε σχέση με το μέλλον, έχει «κοντά πόδια». Η υποκατάσταση της από την πραγματικότητα γίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα και η λογική της πολιτικής φαντασίωσης καταρρέει. Όταν μάλιστα τα κόμματα και ιδιαιτέρως αυτά, που διεκδικούν την διαχείριση κυβερνητικής εξουσίας, δεν είναι σε θέση να κάνουν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, οι επιπτώσεις είναι πολύ πιο οδυνηρές. Τότε οι πολίτες αποστασιοποιούνται από τα κόμματα, ενώ η πολιτική οδηγείται σε κρίση αξιοπιστίας.
Οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες για ριζικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, ώστε να μπορέσει να αναλύσει την δυναμική της εξέλιξης σε βάθος χρόνου, να σχεδιάσει την πορεία της κοινωνίας στο μέλλον και να την πραγματώσει με την στήριξη και την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Βέβαια στην Ελλάδα αυτό φαίνεται πολύ δύσκολο, αν όχι ανέφικτο, όταν παρατηρεί κάποιος τον πολιτικό διάλογο στη Βουλή. Κυριαρχούν οι ύβρεις και χαρακτηρισμοί όπως «απατεώνας» ή «αυταπατώμενος», καθώς και απαξιωτικές εκφράσεις όπως «σήμερα γράφεται ταπεινωτική σελίδα στην ιστορία της χώρας».
Και όλα αυτά ακούγονται από κόμματα και πολιτικά πρόσωπα, τα οποία διαχρονικά έχουν συμβάλλει στην καθοδική πορεία της χώρας.
Ακόμη και τα κινούμενα στην περιφέρεια της Σοσιαλδημοκρατίας πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, παλαιά και νέα, δυστυχώς αναπαράγουν τα πρότυπα πολιτικής επικοινωνίας του παρελθόντος.
Ακόμη δεν φαίνονται, έστω αχνά, σημάδια για διεργασίες, οι οποίες μπορούν να θέσουν τις βάσεις για τις αναγκαίες αλλαγές και υπερβάσεις.