Από το πρωί της Πέμπτης 21 Νοεμβρίου οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί έχουν αλλάξει. Όχι ως αποτέλεσμα κάποιας εκλογικής διαδικασίας, αλλά επειδή, μετά τις συνεχείς ανεξαρτητοποιήσεις βουλευτών του, ο ΣΥΡΙΖΑ έπαψε να είναι το δεύτερο σε έδρες κόμμα της Βουλής και έτσι, σύμφωνα με τον Κανονισμό, το ΠΑΣΟΚ καταλαμβάνει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ο Νίκος Ανδρουλάκης γίνεται ο τέταρτος τη τάξει πολιτειακός παράγοντας. Μετά από αυτή την εξέλιξη, μήπως το ΠΑΣΟΚ πρέπει να εφησυχάσει και απλά να... περιμένει;
Όχι, όχι και πάλι όχι! Το τελευταίο που θα πρέπει να κάνει το ΠΑΣΟΚ είναι να κάτσει στην άκρη και να παρακολουθεί, από τη μία, την εξαΰλωση του ΣΥΡΙΖΑ και, από την άλλη, τη φθορά της ΝΔ, ελπίζοντας ότι στις επόμενες κάλπες –όποτε κι αν αυτές στηθούν– θα έρθει πρώτο και, είτε αυτοδύναμο είτε σε συνεργασία, θα σχηματίσει κυβέρνηση. Η λογική του “ώριμου φρούτου”, που μάλιστα σε αυτή την περίπτωση “φυτρώνει” σε… δύο δέντρα, δεν μπορεί να είναι η ενδεδειγμένη στρατηγική του κόμματος.
Αντιθέτως, μόνο με ένταση της αντιπολιτευτικής και κοινοβουλευτικής δουλειάς, με κατάθεση ερωτήσεων, επερωτήσεων και προτάσεις νόμων, αλλά και με πρωτοβουλίες σε επίπεδο αρχηγών, που θα φέρνουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη προ των ευθυνών της, μπορεί το ΠΑΣΟΚ να ελπίζει ότι οι πολίτες θα στρέψουν σοβαρά το βλέμμα προς αυτό και τελικά θα του εμπιστευθούν την ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου.
Προσοχή όμως, κλιμάκωση της αντιπολιτευτικής έντασης δεν σημαίνει τυφλή άρνηση σε οτιδήποτε. Μια σύγχρονη προοδευτική δύναμη πρέπει να έχει το απαραίτητο πολιτικό θάρρος να στηρίξει –αν χρειαστεί– όσα ενδεχομένως θετικά έρθουν προς ψήφιση το επόμενο διάστημα. Ταυτόχρονα, το ίδιο θάρρος χρειάζεται και απέναντι σε όσα διεκδικούν κάποιοι, τα οποία ίσως να οδηγούν την κοινωνία προς τα πίσω. Δεν έχει σε όλα άδικο η –οποιαδήποτε– κυβέρνηση, όπως δεν έχουν σε όλα δίκιο οι –οποιοιδήποτε– κοινωνικοί φορείς.
Τέλος, η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εκτός από θέση ευθύνης, είναι και ευκαιρία προγραμματικής δουλειάς για το ΠΑΣΟΚ. Να βρει το σύγχρονο, προοδευτικό αφήγημα μιας σοσιαλδημοκρατίας του σήμερα, που θα δίνει σύγχρονες και προοδευτικές λύσεις στα προβλήματα του σήμερα. Να αποδείξει ότι μπορεί, με τη βοήθεια της ίδιας της κοινωνίας, να ξανακερδίσει το χαμένο έδαφος που αφήνει πίσω της μια αποτυχημένη κυβέρνηση ενός πρωθυπουργού που βρίσκεται πλέον σε αποδρομή.